Γιατροί με... προσωπικότητα η οποία θα κρίνεται από έξι κομβικά σημεία στη διάρκεια προφορικής συνέντευξης, ζητούνται για να στελεχώσουν τα δημόσια νοσοκομεία.
Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση, που δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης, αλλάζει η διαδικασία υποβολής υποψηφιοτήτων, αξιολόγησης και επιλογής για θέσεις κλάδου ιατρών και οδοντιάτρων ΕΣΥ όπως και τα κριτήρια επιλογής τους.
Σε ό,τι αφορά το τυπικό μέρος της διαδικασίας, κάθε υποψήφιος μπορεί να υποβάλλει υποψηφιότητα σε μία (1) έως και πέντε (5) θέσεις ειδικευμένων ιατρών κλάδου ΕΣΥ, που έχουν προκηρυχθεί από μία Διοικητική Υγειονομική Περιφέρεια (Δ.Υ.ΠΕ), με τις προκηρυχθείσες θέσεις της 1ης και 2ης Δ.Υ.ΠΕ., καθώς και της 3ης και 4ης Δ.Υ.ΠΕ. να θεωρούνται ως θέσεις μιας (1) Δ.Υ.ΠΕ.
Στην αίτησή του ο υποψήφιος δηλώνει υποχρεωτικά τη σειρά προτίμησης του για κάθε θέση. Η αίτηση-δήλωση υποψηφιότητας, με ενσωματωμένο το ηλεκτρονικό έντυπο βιογραφικού σημειώματος, υποβάλλεται ηλεκτρονικά στη Διεύθυνση Ανθρώπινου Δυναμικού της οικείας Δ.Υ.ΠΕ. μέσα σε προθεσμία δύο εβδομάδων, η οποία αρχίζει από την επομένη της ηλεκτρονικής ανάρτησης της προκήρυξης της κάθε θέσης στο «ΔΙΑΥΓΕΙΑ». Ωστόσο, τα δικαιολογητικά θα κατατίθενται σε έντυπη μορφή μέσα στην ίδια προθεσμία των δύο εβδομάδων.
Οι υποψήφιοι νοσοκομειακοί γιατροί και οδοντίατροι θα αξιολογούνται σε πρώτη φάση με βάση τρία δεδομένα: την προϋπηρεσία τους, το επιστημονικό και το εκπαιδευτικό τους έργο. Η βαρύτητα των κριτηρίων αυτών στο σύνολο της βαθμολογίας ορίζεται για την προϋπηρεσία 50%, για το επιστημονικό έργο 30% και για το εκπαιδευτικό έργο 20%. Στις περιπτώσεις κρίσης για διευθυντική θέση η βαθμολογία του εκπαιδευτικού έργου διαχωρίζεται σε βαθμολογία 10% για εκπαιδευτική δραστηριότητα ως μετεκπαιδευόμενος/η και βαθμολογία 10% ως εκπαιδευτής.
Μετά τη συγκριτική αξιολόγηση των τριών σημείων θα ακολουθεί η συνέντευξη. Η βαρύτητα της συνέντευξης στο σύνολο της βαθμολογίας, όπως αυτή προκύπτει από το άθροισμα των μορίων από τα δικαιολογητικά και των μορίων από τη συνέντευξη, προσδιορίζεται στην υπουργική απόφαση – με ένα σύστημα μάλλον περίπλοκο και δαιδαλώδες- είναι 16,5% για τις θέσεις επιμελητών και 20% για τις θέσεις διευθυντών.
Η συνέντευξη που θα κρίνει...προσωπικότητες
Το Συμβούλιο Κρίσης και Επιλογής σε κάθε ΔΥΠΕ καταρτίζει τον πίνακα μοριοδότησης των υποψηφίων γιατρών και τον αναρτά στην ιστοσελίδα της ΔΥΠΕ. Οι πέντε πρώτοι σε μοριοδότηση υποψήφιοι υποβάλλονται στη διαδικασία της δομημένης συνέντευξης.
Στόχος της είναι να αναδειχθεί και να αποτυπωθεί η καταλληλότητα και στη συνέχεια η εν γένει προσωπικότητα κάθε υποψηφίου, ωστόσο ο τρόπος με τον οποίο περιγράφεται η διαδικασία επί της ουσίας μάλλον...θολώνει αντί να αποσαφηνίζει τους όρους και το περιεχόμενο της κρίσιμης προφορικής συνέντευξης.
Πιο συγκεκριμένα, η συνέντευξη χωρίζεται σε δύο ομάδες ερωτήσεων. Η πρώτη ομάδα ερωτήσεων θα αξιολογεί την καταλληλότητα του γιατρού, μέσα από ερωτήσεις για την πρόσφατη εργασιακή εμπειρία του. Εάν πρόκειται για την αξιολόγηση γιατρού υποψηφίου για διευθυντική θέση τότε το πλέγμα των ερωτήσεων θα δίδει έμφαση και στις διοικητικές του ικανότητες.
Στο δεύτερο πακέτο των ερωτήσεων η κατάσταση δυσκολεύει και περιπλέκεται. Τα μέλη του Συμβουλίου Κρίσης και Επιλογής της οικείας ΔΥΠΕ θα αξιολογούν «την εν γένει προσωπικότητα του γιατρού, όπως αυτή προσδιορίζεται με βάση την ικανότητα αντίληψης του γενικότερου περιβάλλοντος που διαμορφώνει το πλαίσιο στρατηγικής για το δημόσιο σύστημα υγείας, την ικανότητα ανάληψης πρωτοβουλιών σε συνδυασμό με την ικανότητα επίδειξης συλλογικού πνεύματος όπως αυτό εκφράζεται με την ενεργητική συμβολή στη διαμόρφωση και υλοποίηση της στοχοθεσίας της μονάδας, τη δυνατότητα ανταπόκρισης σε έκτακτες καταστάσεις, το σεβασμό στα δικαιώματα των ληπτών υπηρεσιών υγείας, την ικανότητα συμβολής στην εύρυθμη λειτουργία της μονάδας και την καλύτερη οργάνωση των υπηρεσιών που παρέχει».
Κάθε μέλος του Συμβουλίου βαθμολογεί ατομικά κάθε πακέτο ερωτήσεων, και η τελική βαθμολογία της συνέντευξης θα προκύπτει από το μέσο όρο της βαθμολόγησης των κριτών.
Σε ό,τι αφορά δε τους υποψηφίους διευθυντές, οι ερωτήσεις του δεύτερου πακέτου διαμορφώνονται διαφορετικά και πιο στοχευμένα: πρέπει να ανιχνεύουν την ικανότητα σωστής κατανομής ρόλων στο προσωπικό της κλινικής και τη διάθεση μετάδοσης γνώσεων στους νεώτερους συναδέλφους.
Πηγή: protothema.gr