Η ελληνική οικονομία σταθεροποιήθηκε το 2016 μετά από μια παρατεταμένη ύφεση, με το ΑΕΠ να προβλέπεται να αυξηθεί κατά 1,1% το 2017 (σ.σ. έναντι 1,8% που προβλέπει ο προϋπολογισμός) και 2,5% το 2018, αναφέρει σε έκθεση του ο ΟΟΣΑ.
Όπως επισημαίνει ο διεθνής οργανισμός, η αγορά εργασίας βελτιώνεται, στηρίζοντας την ιδιωτική κατανάλωση και η υψηλότερη ζήτηση από το εξωτερικό δίνει ώθηση στις εξαγωγές. Οι επενδύσεις έχουν αρχίσει να ανακάμπτουν από τα πολύ χαμηλά επίπεδα, ενώ ο πληθωρισμός αναμένεται να κινηθεί υψηλότερα, αναφέρει το parapolitika.
Η οικονομία αρχίζει να ανακάμπτει
Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, η καθυστέρηση της ολοκλήρωσης της δεύτερης αξιολόγησης έχει υπονομεύσει την καταναλωτική και επιχειρηματική εμπιστοσύνη και έχει διατηρήσει τις αποδόσεις των κρατικών ελληνικών ομολόγων υψηλά. Ωστόσο, η προκαταρκτική συμφωνία που επιτεύχθηκε τον Μάιο έχει ήδη βελτιώσει τις προοπτικές αντιστροφής του οικονομικού κλίματος και έχει μειώσει τα spreads στις αποδόσεις των ομολόγων.
Η έκθεση τονίζει επίσης ότι παρά την σταθερή χαλάρωση των capital controls, οι συνθήκες χρηματοδότησης παραμένουν σφιχτές. Οι ελληνικές τράπεζες συνεχίζουν να βασίζονται, αν και σε μικρότερο βαθμό, στον έκτακτο μηχανισμό χρηματοδότησης (ELA) της ΤτΕ. Την ίδια στιγμή, ο μεγάλος αριθμός των μη εξυπηρετούμενων δανείων επιβαρύνει τους ισολογισμούς των τραπεζών, περιορίζοντας την παροχή πίστωσης, ειδικά στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και στα νοικοκυριά.
Ωστόσο, σημειώνει ο ΟΟΣΑ, ο αριθμός των οικοδομικών αδειών αυξάνεται και η κατασκευαστική δραστηριότητα έχει ξεφύγει από τον πάτο. Η παραγωγή κεφαλαιουχικών αγαθών ανακάμπτει, κάτι που δείχνει άνοδο της επενδυτικής δραστηριότητας. Επιπλέον, με την βοήθεια των πρόσφατων μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας, η απασχόληση αυξάνεται, στηρίζοντας την ιδιωτική κατανάλωση. Η ανεργία υποχωρεί αλλά παραμένει υψηλή, ειδικά μεταξύ των νέων.
Ανιση η μεταρρυθμιστική διαδικασία
Ο διεθνής οργανισμός επισημαίνει ότι το 2016 το πρωτογενές πλεόνασμα ήταν 3,8% του ΑΕΠ, αρκετά πάνω από το στόχο του 0,5% και ο προϋπολογισμός είναι ουσιαστικά ισοσκελισμένος. Όπως σημειώνει, ο έλεγχος στις δημόσιες δαπάνες και τα υψηλά έσοδα από φόρους συνέβαλαν στο αποτέλεσμα αυτό. Προβλέπει επίσης πως αν και πρωτογενές πλεόνασμα θα υποχωρήσει στο μέλλον, θα παραμείνει υψηλό, πάνω από το 2,5% του ΑΕΠ.
Εν τω μεταξύ, ο ΟΟΣΑ προβλέπει ότι το δημόσιο χρέος αναμένεται να μειωθεί σε σχέση με το ΑΕΠ, αλλά θα παραμείνει σε υψηλά επίπεδα για κάποιο διάστημα. Η ελάφρυνση του χρέους θα αυξήσει την ανάπτυξη και θα ανοίξει τον δρόμο για την ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ. Σε συνδυασμό με την περαιτέρω πρόοδο στο μέτωπο των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και της φορολογικής συμμόρφωσης, αυτό θα επιτρέψει την μείωση των φόρων και την αύξηση των δημόσιων δαπανών για επενδυτικά έργα υψηλής ποιότητας, όπως προβλέπεται στο μεσοπρόθεσμο σχέδιο για το 2018-21.
Ο ΟΟΣΑ υπογραμμίζει ότι η υπό εξέλιξη αξιολόγηση μπορεί να αλλάξει προτεραιότητες, προσφέροντας περιθώρια για αύξηση των απαιτούμενων προγραμμάτων κοινωνικής στήριξης, όπως τα προγράμματα κατά της φτώχειας και επαγγελματικής εκπαίδευσης. Η ενίσχυση του προγράμματος ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, η επιδότηση των σχολικών γευμάτων και η στεγαστική βοήθεια θα περιορίσουν την φτώχεια.
Την ιδία στιγμή, μια χαλάρωση των ρυθμίσεων στην ενέργεια, στις επικοινωνίες και στις μεταφορές, θα αυξήσει την ανταγωνιστικότητα και θα ενισχύσει την ποιότητα των προϊόντων και των υπηρεσιών.
Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, η επιτάχυνση του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεωνείναι καίριας σημασίας για την προσέλκυση χρηματοδότησης και τεχνογνωσίας από τον ιδιωτικό τομέα σε οικονομικούς τομείς κλειδιά, εκτός από τα έσοδα που θα φέρει και την αύξηση της αξίας των περιουσιακών στοιχείων του δημοσίου.
Επιπρόσθετα, η περαιτέρω βελτίωση της φορολογικής διοίκησης και η διεύρυνση της φορολογικής βάσης αποτελούν προαπαιτούμενο για την αύξηση των φορολογικών εσόδων.
Η επιστροφή της ανάπτυξης και οι αβεβαιότητες
Το ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθεί κατά 1,1% το 2017 και 2,5% το 2018, προβλέπει ο ΟΟΣΑ.
Η αύξηση της απασχόλησης θα συνεχίσει να στηρίζει το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών και την κατανάλωση, ενώ το ποσοστό της ανεργίας θα υποχωρήσει σταδιακά, καθώς η οικονομία επεκτείνεται και περισσότεροι άνθρωποι εντάσσονται στο εργατικό δυναμικό. Οι επενδύσεις αναμένεται να ανακάμψουν από τα πολύ χαμηλά επίπεδα, καθώς θα ανακάμπτουν η εγχώρια κατανάλωση και οι εξαγωγές. Η βελτίωση της ανάπτυξης στις αγορές που εξάγει προϊόντα η Ελλάδα και η άνοδος της ανταγωνιστικότητας θα οδηγήσουν υψηλότερα τις εξαγωγές, ενώ η άνοδος της εγχώριας ζήτησης θα αυξήσει τις εισαγωγές.
Η περαιτέρω πρόοδος στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, ειδικά στην αγορά προϊόντων, καθώς και η ταχύτερη εκκαθάριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, θα οδηγήσουν σε μεγαλύτερη από την προβλεπόμενη αύξηση των επενδύσεων και των εξαγωγών. Οι δημόσιες επενδύσεις θα μπορούσαν να αυξηθούν περισσότερο από τις προβλέψεις, τονώνοντας την ανάπτυξη χωρίς να βάζουν σε κίνδυνο τα δημόσια οικονομικά.
Οι καθυστερήσεις στις μεταρρυθμίσεις και στην επίτευξη μιας συμφωνίας για την ελάφρυνση του χρέους, θα είχε αρνητικό αντίκτυπο στο οικονομικό κλίμα, περιορίζοντας τις επενδύσεις. Επιπρόσθετοι κίνδυνοι θα μπορούσαν να προκύψουν από τις γεωπολιτικές εντάσεις μεταξύ των γειτονικών χωρών και μια νέα μεγάλη εισροή προσφύγων.