Έως τις 15 Νοεμβρίου η Ελλάδα αναμένεται να επιχειρήσει μία ακόμη έξοδο στις αγορές, την 4η μετά την περίοδο των μνημονίων, ώστε να επωφεληθεί και από το ράλι των ομολόγων που οδήγησε σε ιστορικά χαμηλά και τα ελληνικά επιτόκια.
Ο γενικός διευθυντής του ΟΔΔΗΧ Δημήτρης Τσάκωνας, που πρόσφατα ολοκλήρωσε έναν κύκλο επαφών με διεθνείς επενδυτές οι οποίοι εμφανίζονται πολύ θετικοί για τη χώρα, έχει ήδη ετοιμάσει πέντε προτάσεις που έχουν παραδοθεί στους πολιτικούς του προϊσταμένους, όπως ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας, αναφέρει το in.gr.
Τα σχέδια που εμφανίζονται στο τραπέζι καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα επιλογών όσον αφορά τη διάρκεια, το μέγεθος και τη φύση της νέας έκδοσης, αλλά και τις βέλτιστες επιλογές στην τρέχουσα συγκυρία.
Οι αγοραστές
Οι επιλογές αφορούν μακροπρόθεσμες εκδόσεις χρέους που φθάνουν τα 12, τα 15 και τα 20 χρόνια, έως και άνοιγμα παλαιότερων εκδόσεων, μέσω ανταλλαγής προς τους κατόχους ορισμένων παλαιών ομολόγων που εκδόθηκαν στο πλαίσιο της απομείωσης του ελληνικού χρέους με νέο 10ετές ή 12ετές ομόλογο.
Ενδεχομένως η έκδοση ενός νέου μακροπρόθεσμου ομολόγου που να απευθύνεται είτε σε νέους επενδυτές είτε σε παλαιούς κατόχους ομολόγων που δεν συμμετείχαν στο PSI να δείχνει ότι αποτελεί σε αυτή τη συγκυρία μία από τις επιλογές που συγκεντρώνουν τις μεγαλύτερες πιθανότητες.
Να σημειωθεί ότι τα ομόλογα που δεν συμμετείχαν στο PSI κυμαίνονται στα 4 δισ. ευρώ (1,5 ευρώ βρίσκεται εντός Ελλάδας και 2,5 δισ. εκτός) και δεν τα κατέχουν πια μόνο τα hedge funds, καθώς ένα μεγάλο τους μέρος αγοράστηκε από ασφαλιστικές εταιρείες, συνταξιοδοτικά ταμεία και γενικά μακροπρόθεσμους επενδυτές που επιθυμούν να αποκομίζουν σταθερά ένα καλό επιτόκιο, με αποτέλεσμα να μην αναμένεται να θελήσουν όλοι να συμμετάσχουν στην ανταλλαγή.
Και ενώ για τα επόμενα 17 χρόνια το μέσο κόστος εξυπηρέτησης του χρέους έχει κλειδώσει μετά τις επίπονες προσπάθειες του ΟΔΔΗΧ με μέσο επιτόκιο 1,4%, σήμερα, με την απόδοση του ελληνικού 10ετούς σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, καθώς κινείται μεταξύ του 1,3%-1,38%, οι αγορές δανείζουν την Ελλάδα φθηνότερα από τους επίσημους δανειστές της.
Σημείο καμπής
Η εξέλιξη αυτή αποτελεί σημείο καμπής για την εξυπηρέτηση του χρέους (η πτώση των αποδόσεων έχει φθάσει τις 300 μονάδες βάσης εφέτος) ειδικά αν σκεφθεί κανείς ότι δεν έχει περάσει πολύς καιρός που η χώρα είχε βρεθεί σε κατάσταση επιλεκτικής χρεοκοπίας και ήταν αποκλεισμένη από τις αγορές, καθώς το επιτόκιο είχε εκτοξευθεί.
Ετσι, παρά το γεγονός ότι η χώρα εξέδωσε ήδη ένα 5ετές και ένα 10ετές ομόλογο στο πρώτο τρίμηνο του έτους και ένα 7ετές τον Ιούλιο καλύπτοντας τον στόχο της για άντληση 7-7,5 δισ. ευρώ για το 2019, κοινός τόπος είναι ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να εκμεταλλευθεί τη διεθνή συγκυρία.
Ο νέος στόχος
Τα νέα δεδομένα που έχουν δημιουργηθεί στις διεθνείς αγορές έχουν αναπροσαρμόσει και τη στρατηγική του ΟΔΔΗΧ, καθώς ο νέος στόχος είναι και η ενίσχυση της δευτερογενούς αγοράς. Είναι χαρακτηριστικό ότι πριν από την κρίση χρέους στην εγχώρια αγορά ομολόγων οι ημερήσιες συναλλαγές ξεπερνούσαν τα 2 δισ. ευρώ, ενώ σήμερα με το μεγάλο μέρος του χρέους στους επίσημους δανειστές οι συναλλαγές περιορίστηκαν στα 40 εκατ. ευρώ αφού, από τα 355 δισ. ευρώ του χρέους της Γενικής Κυβέρνησης, στην ελεύθερη αγορά κυκλοφορούν στην ουσία ομόλογα αξίας 30 δισ. ευρώ περίπου.
Ετσι οι νέες εκδόσεις θα μπορούσαν να ενισχύσουν τις συναλλαγές και φυσικά έχουν και θετική συνέπεια στο χρέος καθώς θα αντικατασταθεί ο ακριβός δανεισμός με πιο «φθηνές» εκδόσεις. Παράλληλα, πρόσθετες κινήσεις θα μπορούσαν να περιορίσουν την έκθεση των 15 δισ. ευρώ στις εκδόσεις Εντόκων Γραμματίων του Δημοσίου, μέσω της αντικατάστασης μέρους αυτών με μεγαλύτερες εκδόσεις, κάτι που θα αυξήσει εκ νέου τις συναλλαγές.
Επιπρόσθετα αναμένεται να αυξηθεί σταδιακά η δυνατότητα επιπλέον αγορών ελληνικών κρατικών ομολόγων από τις εγχώριες τράπεζες, κάτι που θα μπορούσε να λειτουργήσει εξισορροποιητικά και στις κινήσεις ορισμένων hedge funds, ενώ η πρόωρη αποπληρωμή των «ακριβών» δανείων (περίπου 2,8 δισ. ευρώ) του ΔΝΤ, που αναμένεται να ολοκληρωθεί ως τα μέσα Νοεμβρίου, ταχύτερα από ό,τι αναμενόταν, θα στείλει ένα ακόμη θετικό σινιάλο στις αγορές.
Μπορεί η Ελλάδα να ενταχθεί στο «QE2»;
Στην Αθήνα βρέθηκε την Τρίτη ο απερχόμενος επικεφαλής της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι, προτού παραδώσει τη σκυτάλη στην Κριστίν Λαγκάρντ. Ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας σε πρόσφατες δηλώσεις του εκτίμησε πως υπό προϋποθέσεις τα ελληνικά ομόλογα μπορεί να καταστούν επιλέξιμα και να ενταχθούν στο «QE2» της ΕΚΤ.
Σχολιάζοντας τις αναφορές Ντράγκι, η Citigroup σημειώνει πως η Ελλάδα δείχνει να τηρεί τους δημοσιονομικούς στόχους, ενώ εμφανίζεται πρόθυμη να προχωρήσει σε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας και ενδεχομένως στη συμμετοχή της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.
Σε κάθε περίπτωση αν η Ελλάδα ενταχθεί στο «QE2» το επενδυτικό ρίσκο για τους διεθνείς επενδυτές θα περιοριζόταν, καθώς θα υπήρχε πλέον «ένας τελικός επενδυτής», δηλαδή η ΕΚΤ, που θα μπορούσε να αγοράσει τα ελληνικά ομόλογα που κατέχουν τα ξένα funds.
Ωστόσο επίσημα για να ενταχθεί η χώρα στο νέο πρόγραμμα θα πρέπει ή να έχει αποκτήσει το στάτους της «επενδυτικής διαβάθμισης» («investment grade») ή να βρίσκεται σε πρόγραμμα. Αυτό σημαίνει πως ή θα πρέπει προωθηθούν οι απαραίτητες μεταρρυθμίσεις που θα διασφαλίσουν την αναβάθμισή της χώρας σε «επενδυτική διαβάθμιση» (σήμερα βρίσκονται τρεις με τέσσερις βαθμίδες χαμηλότερα) ταχύτερα από το τέλος του προγράμματος που εκτιμάται ότι θα διαρκέσει τουλάχιστον δύο χρόνια, είτε κατά μία εκδοχή θα μπορούσε ο Ντράγκι να αποδεχθεί πως η χώρα παρακολουθείται επαρκώς, καθώς βρίσκεται σε καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας και τηρεί τις δεσμεύσεις της ώστε να της επιτραπεί τελικά να συμμετάσχει στο πρόγραμμα.
70% χαμηλότερα το κόστος δανεισμού το 2019
Συνολικά 17 τρισ. δολ. ομόλογα «επενδυτικής βαθμίδας» παγκοσμίως διακινούνται σήμερα με αρνητικές αποδόσεις, εκ των οποίων το 67% σε ευρώ, κάτι που δικαιολογεί και την «επενδυτική μανία» για τα ελληνικά ομόλογα που προσφέρουν ακόμη περιθώρια κέρδους, με την Ελλάδα να δανείζεται πλέον για 10 χρόνια φθηνότερα κατά 70% σε σχέση με την αρχή του έτους.
Η τρέλα που επικρατεί στην παγκόσμια αγορά ομολόγων έχει οδηγήσει τις αποδόσεις των πενταετών ομολόγων χωρών όπως οι Γερμανία, Ισπανία, Σουηδία, Ιαπωνία, Βέλγιο, Ολλανδία, Δανία κ.λπ. να είναι αρνητικές από -0,2% έως και -1%. Η Αυστρία εξέδωσε ομόλογα 100 ετών μόλις στο 1%, ενώ το 1/3 των ομολόγων παγκοσμίως έχουν αρνητικά επιτόκια.