Την αξιοποίηση καταγγελιών και στοιχείων που έχει συγκεντρώσει η ειδική διεύθυνση ερευνών προγραμματίζει η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) προκειμένου να κάνει πιο αποτελεσματικούς τους ελέγχους της για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής.
Σύμφωνα με τμήμα του επιχειρησιακού σχεδίου της ΑΑΔΕ, βασικό συστατικό του σχεδιασμού για τους φετινούς φορολογικούς ελέγχους θα είναι η συγκέντρωση και αξιοποίηση καταγγελιών, αναφέρει το capital.gr.
Ειδικότερα, όπως αναφέρεται στο επιχειρησιακό σχέδιο που σύντομα θα δοθεί στη δημοσιότητα, η Διεύθυνση Προγραμματισμού και Αξιολόγησης Ελέγχων και Ερευνών της ΑΑΔΕ θα συνδράμει στην καλύτερη στόχευση των ελέγχων με τις εξής ενέργειες:
-θα διαβιβάσει στις Υπηρεσίες Ελέγχου και Διασφάλισης Δημοσίων Εσόδων (είναι η αρμόδια υπηρεσία της ΑΑΔΕ για τους προληπτικούς ελέγχους) κατόπιν επεξεργασίας και έρευνας πληροφοριακών δελτίων και καταγγελιών προκειμένου να εκδοθούν είτε εντολές έρευνας είτε εντολές διενέργειας στοχευμένων μερικών επιτόπιων ελέγχων. Να σημειωθεί ότι οι καταγγελίες έχουν συγκεντρωθεί από διάφορες πηγές, όπως τη γραμμή καταγγελιών του ΣΔΟΕ (katageggelies@sdoe.gr), γραπτές επώνυμες και ανώνυμες αναφορές στις κατά τόπους εφορίες, Οικονομική Αστυνομία (τηλ 11012) κ.ά.
-θα γίνει στη συνέχεια προτεραιοποίηση των υποθέσεων βάσει αυτοματοποιημένων αντικειμενικών κριτηρίων ανάλυσης κινδύνου προκειμένου να επιλεγούν οι πιο σημαντικές υποθέσεις
-θα δημιουργηθούν νέες λίστες με επιχειρήσεις και επαγγελματίες που πρόκειται να ελεγχθούν μα βάση συγκεκριμένα κριτήρια ανάλυσης κινδύνου (π.χ. καταγγελίες, αποτελέσματα προηγούμενων ελέγχων, εκπλήρωση τυπικών φορολογικών υποχρεώσεων). Οι νέες λίστες με τους στόχους ελέγχων θα αφορούν είτε συγκεκριμένους κλάδους δραστηριοτήτων, είτε γεωγραφικές περιοχές, είτε φορολογικά αντικείμενα, είτε επιμέρους συνδυασμούς.
Οι έλεγχοι που θα γίνουν θα αφορούν κατά κύριο λόγο τη μη έκδοση αποδείξεων και τη μη απόδοση φόρων, όπως είναι ο ΦΠΑ.
Εφόσον μία επιχείρηση ή ένας ελεύθερος επαγγελματίας εντοπισθεί να μην έχει εκδώσει αποδείξεις τότε επιβάλλεται πρόστιμο ίσο με το 50% επί του φόρου που θα προέκυπτε από την έκδοση της απόδειξης. Το ποσό του προστίμου, όμως, δεν μπορεί να είναι χαμηλότερο από 250 ευρώ ανά έλεγχο για τις επιχειρήσεις που τηρούν απλογραφικά βιβλία και 500 ευρώ για τις επιχειρήσεις που τηρούν διπλογραφικά βιβλία.
Στην περίπτωση που μια επιχείρηση εντοπισθεί να μην εκδίδει αποδείξεις εντός 5ετίας από τη διαπίστωση της αρχικής παράβασης, τότε επιβάλλεται πρόστιμο ίσο με το 100% του φόρου που εμπεριέχεται στην απόδειξη που δεν εκδόθηκε με ελάχιστο ποσό τα 500 ευρώ εφόσον τηρούνται απλογραφικά βιβλία και 1.000 ευρώ εφόσον τηρούνται διπλογραφικά βιβλία.
Εφόσον υπάρξει νέα υποτροπή εντός 5ετίας από την πρώτη παράβαση, το πρόστιμο ανέρχεται στο 200% του φόρου που εμπεριέχεται στην απόδειξη με ελάχιστο τα 1.000 ευρώ για απλογραφικά βιβλία και τα 2.000 ευρώ για διπλογραφικά βιβλία.
Εφόσον από τον έλεγχο διαπιστωθεί ότι δεν έχουν εκδοθεί 10 ή περισσότερες αποδείξεις ή η αξία των αποδείξεων που δεν εκδόθηκαν ξεπερνά τα 500 ευρώ, τότε επιβάλλεται παράλληλα και η ποινή της 48ωρης αναστολής λειτουργίας της επιχείρησης. Μάλιστα εφόσον υποτροπιάσει η επιχείρηση η ποινή του λουκέτου επιβάλλεται έως και για 10 ημέρες, ενώ στην περίπτωση άρνησης ελέγχου ή παρεμπόδισής του το λουκέτο μπορεί να φθάσει και τον ένα μήνα.