Επωφελής θα μπορούσε να χαρακτηριστεί από τους περισσότερους ανθρώπους μια διατροφή που βασίζεται στην κατανάλωση φαγητού «με μέτρο», καθώς μεταξύ των πλεονεκτημάτων που μπορεί να προσφέρει είναι η απώλεια βάρους, η διαχείριση των χρόνιων ασθενειών και η προαγωγή της γενικής υγείας.
Η γνώση και κυρίως η αναγνώριση των διατροφικών αδυναμιών βοηθά στη λήψη και εφαρμογή αποφάσεων για την αντιμετώπισή τους και συνεπώς στην αντιστροφή των λανθασμένων διατροφικών συμπεριφορών. Με τον τρόπο αυτό ανοίγει ο δρόμος για την εφαρμογή μιας διατροφής βασισμένης στην εγκράτεια και στο μέτρο.
Όμως, αν και μερικοί άνθρωποι καταφέρνουν να καταναλώνουν τις σωστές ποσότητες φαγητού, υπάρχει η πιθανότητα να είναι επιρρεπείς σε ορισμένες τροφές ή κατηγορίες τροφίμων, με αποτέλεσμα να μην επιτυγχάνουν τον στόχο τους για ελεγχόμενη διατροφή και τελικά να τρώνε περισσότερο.
Η αντίσταση στην υπερφαγία αυτών των τροφών αποτελεί πρόκληση τόσο για τους αδύνατους όσο και τους παχύσαρκους ή υπέρβαρους ανθρώπους, με αποτέλεσμα συχνά να ενδίδουν στους πειρασμούς, συμπεριφορά που μπορεί να καταστεί τελικά επικίνδυνη και ανθυγιεινή.
«Μια διατροφή που βασίζεται στο μέτρο μπορεί να βοηθήσει τους διαβητικούς, υπερτασικούς, και εν γένει τους ανθρώπους με προβλήματα υγείας να βελτιώσουν τους δείκτες τους και να χάσουν βάρος. Το πρόβλημα προκύπτει από την ερμηνεία που δίνει ο καθένας στον όρο “μέτρο”», επισημαίνει ο γενικός χειρουργός και εξειδικευμένος στην παχυσαρκία Δρ. Γιώργος Σπηλιόπουλος (www.drspiliopoulos.gr).
Πιο συγκεκριμένα, παρότι η συμβουλή των γιατρών για κατανάλωση τροφής «με μέτρο» θα μπορούσε να θεωρηθεί καλή πρακτική προκειμένου ο άνθρωπος να ακολουθεί μια ισορροπημένη διατροφή, νέα έρευνα του Πανεπιστημίου της Georgia δείχνει ότι μπορεί να αποτελέσει παγίδα και τελικά να μην οδηγήσει στην επιθυμητή απώλεια ή διατήρηση του βάρους, λόγω του ευρέως φάσματος ερμηνειών που μπορούν να δοθούν.
Αιτία είναι η τάση ερμηνείας του όρου «μέτρο» ανάλογα με τον βαθμό που κάποιος αγαπάει ένα φαγητό, ανέφερε η επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης Michelle vanDellen, επίκουρος καθηγήτρια στο Τμήμα Ψυχολογίας του Franklin College of Arts and Sciences. Το μέτρο του καθένα είναι σχετικό, όπως ανέφερε, καθώς η κατανάλωση φαγητού με «μέτρο» δεν συγκεκριμενοποιεί την ποσότητα ώστε να είναι ξεκάθαρη η διατροφική συμπεριφορά που πρέπει να υιοθετήσουν οι ενδιαφερόμενοι.
Η μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Appetite, περιγράφει τις έννοιες του «μέτρου» σύμφωνα με τις αντιλήψεις των ανθρώπων. Τα ευρήματα βασίζονται σε αποτελέσματα διαφόρων μελετών που διεξήγαγε η ομάδα στο εργαστήριο και online.
Οι ερευνητές ζήτησαν από τους συμμετέχοντες να απαντήσουν πως “μετέφραζαν” τη λέξη μέτρο για την κατανάλωση ορισμένων τροφίμων, όπως π.χ. για τα μπισκότα. Ρώτησαν πόσα μπισκότα νοούνται όταν τους συστήνεται να τρώνε με μέτρο, με πόσα θα ήταν ικανοποιημένοι και πόσα θεωρούσαν ότι έπρεπε να τρώνε.
Σύμφωνα με τις απαντήσεις που συνέλεξαν και επεξεργάστηκαν οι ερευνητές, τόσο οι αδύνατοι όσο και οι υπέρβαροι άνθρωποι τείνουν να σκέφτονται το μέτρο μέσα από τη δική τους οπτική γωνία και να υπερβάλλουν.
Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε η ερευνητική ομάδα, οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται ότι όταν πρέπει να φάνε με μέτρο δεν σημαίνει να υπερκαταναλώσουν τροφή, οπότε τρώνε λιγότερη απ’ όση θα ήθελαν. Όμως πάντα καταναλώνουν περισσότερη απ’ όσο θα έπρεπε να καταναλώσουν.
«Τα ευρήματα της συγκεκριμένης μελέτης επιβεβαιώνουν παλαιότερες που καταδεικνύουν ότι οι άνθρωποι είναι επιεικείς με τις ποσότητες των τροφών που λαμβάνουν, οπότε εύκολα μπορούν να αυξήσουν το βάρος τους, με τις ολέθριες επιπτώσεις που αυτό συνεπάγεται για την υγεία τους», σημειώνει ο Δρ. Σπηλιόπουλος και προσθέτει «Εάν λάβει κανείς υπόψη του τις διαστάσεις που έχει πάρει η παχυσαρκία σήμερα στο δυτικό κόσμο, η διατροφή που στηρίζεται στο «μέτρο», λόγω της υποκειμενικότητας της ερμηνείας του όρου, δεν μπορεί να αποτελέσει σωστό οδηγό».
Τα ολοένα δημοφιλέστερα κινήματα που παρατηρούνται τα τελευταία χρόνια, με υποστηρικτές ανθρώπους που πιστεύουν ότι πρέπει να αρνούνται τη δίαιτα αλλά να τρώνε με μέτρο, δεν προσφέρουν ουσιαστική βοήθεια σε εκείνα τα άτομα που επιβάλλεται για λόγους υγείας να χάσουν βάρος. Η πρακτική αυτή είναι αναποτελεσματική και αιτία είναι η τάση των ανθρώπων να τρώνε μεγαλύτερες ποσότητες από τα αγαπημένα τους φαγητά.
Σύμφωνα με τον Δρ. Σπηλιόπουλο, αυτά τα κινήματα που προσανατολίζονται προς την ιδέα του μέτρου ενδεχομένως να υποστηρίζονται και να κινούνται από υπέρβαρους / παχύσαρκους ανθρώπους, λόγω του στιγματισμού τους από την κοινωνία, ένα υπαρκτό πρόβλημα που δυσκολεύει κατά πολύ τη ζωή τους. Όμως έχοντας υπόψη ότι οι περισσότεροι δεν μπορούν να ακολουθήσουν τον κανόνα του μέτρου, καλό είναι να μην ξεφεύγουν από τα συγκεκριμένα προγράμματα διατροφής που τους συστήνουν οι ειδικοί.
Όλα αυτά μπορούν να ισχύσουν για ανθρώπους που έχουν μόνο λίγα κιλά παραπάνω. Όταν όμως το πρόβλημα γίνει σοβαρότερο και δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με δίαιτα, η βαριατρική έχει τον τελευταίο λόγο, καθώς προσφέρει θεαματικά και οριστικά αποτελέσματα.