Οι αυξημένες φορολογικές υποχρεώσεις, που κορυφώνονται το τρίτο τρίμηνο του έτους, «ροκανίζουν» τις λιγοστές καταθέσεις που έχουν τα ελληνικά νοικοκυριά στις τράπεζες, το επίπεδο των οποίων μειώθηκε τον προηγούμενο μήνα, αντιστρέφοντας την ανοδική πορεία που είχαν έως και τον Αύγουστο.
Αυτό προκύπτει από τα στοιχεία που δημοσιεύει η «Καθημερινή», με βάση τα οποία στις αρχές Νοεμβρίου οι τραπεζικές καταθέσεις υποχώρησαν κατά 600 εκατ. ευρώ σε σχέση με τα τέλη Σεπτεμβρίου.
Συγκεκριμένα, από 142 δισ. ευρώ που ήταν οι καταθέσεις των νοικοκυριών και επιχειρήσεων στα τέλη Σεπτεμβρίου μειώθηκαν στα 141,6 δισ. ευρώ στα τέλη Οκτωβρίου, ενώ μέσα στην πρώτη εβδομάδα του Νοεμβρίου άλλα 200 εκατ. ευρώ αποσύρθηκαν από τις τράπεζες, περιορίζοντας το ύψος των καταθέσεων στα 141,4 δισ. ευρώ στα τέλη της προηγούμενης εβδομάδας.
Να σημειωθεί ότι στα τέλη Αυγούστου το ύψος των καταθέσεων ήταν στα 141,9 δισ. ευρώ, ακολουθώντας ανοδική πορεία από τις αρχές του χρόνου.
Οι εκροές που παρατηρούνται δεν δημιουργούν κλίμα ανησυχίας στις τράπεζες, καθώς δεν συνδέονται με κάποιον ουσιαστικό λόγο αποσταθεροποίησης της οικονομίας.
Αντίθετα, αποδίδονται στις φορολογικές υποχρεώσεις που υποχρεούνται να καταβάλλουν επιχειρήσεις και νοικοκυριά τους τελευταίους μήνες του έτους, αλλά και ένα γενικότερο φόβο που έχει να κάνει με τις κατασχέσεις λογαριασμών για όσους χρωστούν κυρίως στο Δημόσιο και την άρση του τραπεζικού απορρήτου.
Να σημειωθεί ότι από τον Σεπτέμβριο έως και τον Δεκέμβριο, «τρέχουν» οι δόσεις για τον φόρο εισοδήματος τόσο από τα φυσικά όσο και από τα νομικά πρόσωπα, σε συνδυασμό με την αποπληρωμή του ΕΝΦΙΑ.
Σε κάθε περίπτωση, οι εκροές που παρατηρούνται είναι αρκετές για να ανακόψουν μια πιο αποφασιστική μείωση του ELA, που, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, αποκλιμακώθηκε οριακά.
Οπως ανακοίνωσε χθες η ΤτΕ, το ανώτατο όριο παροχής έκτακτης ενίσχυσης σε ρευστότητα (ELA) προς τις ελληνικές τράπεζες καθορίστηκε έως και την Πέμπτη 13 Δεκεμβρίου 2018 στο ποσό των 4,9 δισ. ευρώ και είναι μειωμένο μόλις κατά 100 εκατ. ευρώ.
Αν και όπως σημειώνει στην ανακοίνωσή της η ΤτΕ, «η μείωση του ανώτατου ορίου κατά 100 εκατ. ευρώ αντανακλά τη βελτίωση της ρευστότητας των ελληνικών τραπεζών, λαμβανομένων υπόψη των ροών που προέρχονται από καταθέσεις του ιδιωτικού τομέα και από την πρόσβαση των τραπεζών στις χρηματοπιστωτικές αγορές», είναι σαφές ότι η μείωση που καταγράφηκε δεν συνιστά ουσιαστική αποκλιμάκωση της εξάρτησης από το ευρωσύστημα.
Να σημειωθεί ότι μέχρι σήμερα δύο ελληνικές τράπεζες, η Εθνική και η Πειραιώς, έχουν μηδενίσει τον ELA, ενώ η Alpha Bank και η Eurobank προγραμματίζουν την απεξάρτησή τους έως τα τέλη του χρόνου.
Η ανακοπή της ανοδικής πορείας των καταθέσεων που καταγράφεται δεν ανατρέπει τα σχέδια των τραπεζών, οι οποίες αντλούν την αναγκαία ρευστότητα από τη διατραπεζική.
Είναι όμως σαφές ότι δοκιμάζει τις αντοχές των νοικοκυριών που βλέπουν το διαθέσιμο εισόδημά τους να μειώνεται, αλλά και τη ρευστότητα των επιχειρήσεων που συρρικνώνεται παρά το γεγονός ότι η οικονομία έχει μπει σε ρυθμό ανάπτυξης.