Κατά τον πρόεδρο της AlphaBank καθηγητή Βασ. Ράπανο, οι πιο κρίσιμοι ποιοτικοί δείκτες της χώρας έχουν υποστεί σοβαρότατη βλάβη.
Το ότι οι περισσότεροι ποιοτικοί δείκτες της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας βρίσκονται στο ναδίρ, δεν είναι φαινόμενο απότοκο της κρίσης. Η τελευταία απλώς επίσπευσε την ανάδυση του… φαινομένου το οποίον για πολλά χρόνια είχε «κουκουλωθεί» από το πάπλωμα μιας …καταναλωτικής και αντιπαραγωγικής ευημερίας. Αυτής του πελατειακού κράτους και των μηχανισμών διαφθοράς και διαπλοκής που αυτό παράγει και αναπαράγει.
Του Αθ. Χ. Παπανδρόπουλου
Και από την άποψη αυτή, είναι εντυπωσιακά και αποκαλυπτικά ταυτοχρόνως, τα ευρήματα που πρόσφατα έφερε στη δημοσιότητα ο πρόεδρος της AlphaBank, καθηγητής κ.ΒασίληςΡάπανος.
Με μια εντυπωσιακή ομιλία του, στη διάρκεια της τελετής για την υποδοχή του ως μέλους της Ακαδημίας Αθηνών, ο καθηγητής κ. Βασ. Ράπανος κατέγραψε αλήθειες που κανείς δεν θέλει να τις γνωρίζει αναφερόμενος για παράδειγμα στο θέμα της υπερφορολόγησης, ο πρόεδρος της AlphaBank τόνισε ότι ο ανώτατος οριακός συντελεστής φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων από 40% το 2009 εκτινάχθηκε στο 55% το 2017, ο βασικός συντελεστής ΦΠΑ απότο 19% στο 24% και ο ετήσιος φόρος στην ακίνητη περιουσία ως ποσοστό των φορολογικών εσόδων υπερδιπλασιάστηκε από 3,1% σε 7,1%.
Πέρα όμως από την υπερφορολόγηση, τα ευρήματα στα οποία αναφέρθηκε ο κ.Βας.Ράπανος είναι πολλά συγκλονιστικά και αναδεικνύουν τη γύμνια της Ελλάδας σε πολλά μέτωπα.
Ξεκινώντας από την ποιότητα της διακυβέρνησης στην Ελλάδα, με βάση στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας και του World Economic Forum, ο συνολικός δείκτης ποιότητας διακυβέρνησης από το 1996 και μετά φαίνεται να αγγίζει το υψηλότερο επίπεδο (πάνω από τις 75 μονάδες) το 2004. Έκτοτε η πορεία είναι καθοδική, με οριακές αναλαμπές το 2013 και αντιστροφή των τάσεων την περίοδο 2016-17, παραμένοντας όμως κάτω από τις 65 μονάδες.
Επίδοση που είναι από τις χειρότερες στην Ευρωπαϊκή Ένωση και που από μόνη της λέει πολλά.
Ενώ στις άλλες χώρες που υπήχθησαν σε προγράμματα στήριξης, αλλά και κατά μέσο όρο στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ 28), η ποιότητα διακυβέρνησης παρέμεινε σχεδόν σταθερή από το 2000 και μετά, στην Ελλάδα υπήρξε μια σταθερή επιδείνωση. Ενώ μέχρι το 2004 ο δείκτης διακυβέρνησης στη χώρα μας ήταν κοντά στον μέσο όρο της ΕΕ, από τότε και μετά παρατηρείται μια συνεχής απόκλιση από τον μέσο όρο της ΕΕ, αν και μετά το 2016 παρατηρείται μία μικρή βελτίωση», σημείωσε ο κ. Ράπανος.
Δραματική είναι η επιδείνωση και της εξέλιξης της επίδοσης του δημόσιου τομέα. Η σύγκριση με τις αντίστοιχες επιδόσεις Κύπρου, Ιρλανδίας και Πορτογαλίας δείχνει μια διαχρονική υστέρηση της Ελλάδας, με τις επιδόσεις του δημόσιου τομέα στην Ελλάδα να κάνουν «βουτιά» από το 2010 έως το 2013, πριν ανακάμψουν έως το 2015, για να επιστρέψουν σε τροχιά πτώσης την περίοδο 2015-17.
«Η Ελλάδα υστερούσε σε σχέση με τις άλλες χώρες και τον μέσο όρο της ΕΕ και πριν από την κρίση, αλλά ο δείκτης επιδεινώθηκε πολύ σε όλη την περίοδο μέχρι το 2013 και μετά από μια μικρή ανάκαμψη το 2013, παρέμεινε σε χαμηλό επίπεδο.
Από τις άλλες χώρες ενδιαφέρον παρουσιάζει η πορεία της Ιρλανδίας, στην οποία αμέσως μετά την κρίση έχουμε μια αξιοσημείωτη βελτίωση της επίδοσης του δημόσιου τομέα, γεγονός που συνετέλεσε και στην ταχεία έξοδο της χώρας από τα προγράμματα στήριξης.
Στην Κύπρο υπήρξε μικρή χειροτέρευση ήδη πριν από την κρίση, αλλά μετά το 2015 υπήρξε βελτίωση. Τέλος, για την Πορτογαλία υπήρξε μια σημαντική επιδείνωση με την έναρξη της διεθνούς κρίσης, αλλά μετά την υπαγωγή της σε πρόγραμμα παρατηρείται μια αξιόλογη βελτίωση, αν και συνεχίζει να υπολείπεται σημαντικά του μέσου όρου της ΕΕ.
Μια άλλη παράμετρο που δεν τιμά ιδιαίτερα την χώρα είναι το θέμα της εμπιστοσύνης. Η τελευταία είναι σοβαρά …κλονισμένη… και το γεγονός αυτό έχει ποικίλες άλλες επιπτώσεις. Κυρίως στο επίπεδο των επενδύσεων και άρα στην ανάπτυξη.
«Χωρίς εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση και στους άλλους κοινοβουλευτικούς θεσμούς είναι δύσκολο να υλοποιηθούν πολιτικές που έχουν σημαντικές επιπτώσεις στην οικονομική ανάπτυξη και τη μακροχρόνια ευημερία μιας κοινωνίας. Η μείωση της εμπιστοσύνης μπορεί να οδηγήσει σε μειωμένη συμμόρφωση των πολιτών και επιχειρήσεων στη νομοθεσία και στους κανόνες και γενικότερα στις υποχρεώσεις τους.
Πέρα όμως από τις επιπτώσεις στην οικονομία, η εμπιστοσύνη είναι και πυλώνας νομιμοποίησης και διατήρησης του πολιτικού συστήματος», σημείωσε ο κ. Ράπανος, την ώρα που το διάγραμμα φανέρωνε ότι «ο μέσος όρος εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση στις χώρες της ΕΕ μειώθηκε ελαφρά την περίοδο της κρίσης, αλλά το 2017 έχει επανέλθει στα προ της κρίσης επίπεδα.
Είναι κατάδηλοετσι ότι με σοβαρά κλονισμένο το κεφάλαιο εμπιστοσύνη η χώρα δύσκολα θα γίνει ελκυστική για ξένες …άμεσες επενδύσεις. Όσο δε διαρκούν τα σοβαρά προβλήματα στην …απονομή δικαιοσύνης και στις διαδικασίες έγκρισης επενδυτικών σχεδίων, θα πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι για πολλά χρόνια θα είμαστε «ξυπόλητοι στ΄αγκάθια».