Ποτέ το τουρκικό πρόβλημα δεν ήταν τόσο σοβαρό όσο σήμερα. Στο άμεσο μέλλον συγκλίνουν τρεις απειλητικοί παράγοντες. Ο πρώτος αφορά τις γεωπολιτικές και γεωστρατηγικές φιλοδοξίες της Τουρκίας.
Του Γιώργου Πρεβελάκη*
Έχοντας εγκαταλείψει το κεμαλικό δόγμα του status quo, η νεοοθωμανική Τουρκία ανοίγεται σε περιπέτειες εκτός των συνόρων της. Στη Συρία, προσπαθώντας να ελέγξει την κουρδική απειλή, λειτουργεί αμυντικά στην Ανατολική Μεσόγειο, επιθετικά.
Με πρόσχημα τη διεκδίκηση ενεργειακών πόρων, επιδιώκει τον έλεγχο στο μεγάλο αυτό θαλάσσιο σταυροδρόμι με την αύξουσα σημασία. Έτσι απειλεί τα ελληνικά ζωτικά συμφέροντα – όχι μόνον τα γεωπολιτικά, αλλά και τον χαρακτήρα της εθνικής μας ταυτότητας.
Ο δεύτερος παράγων σχετίζεται με τις εσωτερικές εντάσεις της Τουρκίας. Η τουρκική κοινωνία, παρά τις εκτεταμένες εθνοκαθάρσεις, παραμένει πολιτισμικά κατακερματισμένη. Ο μετριοπαθής ισλαμισμός δεν κατόρθωσε να πληρώσει το κενό από τη φθορά του κεμαλισμού.
Η Τουρκία βιώνει ένα συνεχές άγχος ως προς την εσωτερική της σταθερότητα και συνοχή. Ο εξωτερικός τυχοδιωκτισμός μοιάζει οδός διαφυγής από τις μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες εσωτερικές απειλές. Δεν προβλέπεται, επομένως, αναστροφή πορείας, ακόμη και αν αλλάξει η πολιτική ηγεσία. Η επιθετικότητα λειτουργεί ως μέσον για την εθνική επιβίωση.
Το εκρηκτικό αυτό μείγμα εξωτερικού αναθεωρητισμού και εσωτερικής ανασφάλειας εκδηλώνεται σε εποχή διεθνούς αναρχίας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν προσφέρουν πλέον εγγύηση για τη σταθερότητα στην περιοχή η Ευρώπη δεν έχει καταφέρει να αναπληρώσει τον ρόλο αυτόν. Η Ελλάδα, επομένως, εκτίθεται στην τουρκική απειλή μόνη.
Η Τουρκία είναι ένας επίφοβος, έμπειρος αντίπαλος, σε συνεχή πολεμική εγρήγορση. Επί δεκαετίες διεξάγει πόλεμο χαμηλής έντασης με τους Κούρδους. Είναι ενεργώς εμπλεγμένη στο ασταθές γεωπολιτικό τοπίο της Μέσης Ανατολής, διεκπεραιώνοντας πολεμικές επιχειρήσεις, ακόμη και εκτός του εδάφους της.
Είναι απολύτως προσαρμοσμένη στις σημερινές, ριζικά ανανεωμένες συνθήκες αντιπαράθεσης, οι οποίες χαρακτηρίζονται από υβριδικότητα, πολυεπίπεδη κινητοποίηση στρατιωτικών, διπλωματικών και επικοινωνιακών μέσων και υπέρβαση των διοικητικών και άλλων στεγανών.
Στην Ελλάδα, αντιθέτως, τα γεωπολιτικά και γεωστρατηγικά ανακλαστικά έχουν αμβλυνθεί μετά μια μακρά περίοδο ασφαλείας. Σε αυτή την αντιπαράθεση δεν μπορεί να αντεπεξέλθει με τη σημερινή της οργάνωση.
Η ραγδαία ανάπτυξη της τουρκικής θαλασσινής στρατηγικής, πρόσφατη άκρως επικίνδυνη έκφανση της οποίας είναι η επικείμενη τουρκοποίηση της Λιβύης, δείχνει ότι η Ελλάδα πρέπει επειγόντως να προσαρμόσει και να αναδιατάξει όλες τις σχετικές εσωτερικές δομές, να ανατρέψει κατεστημένα, να ξεπεράσει αδράνειες και εμπόδια. Οι τρέχουσες συνθήκες απαιτούν την κινητοποίηση και των εξωχωρίων ελληνικών δικτύων, Διασπορά και Ναυτιλία, τα οποία το κράτος και, γενικότερα, οι ελλαδικοί παράγοντες έχουν αποξενώσει και αδρανοποιήσει.
Η Ελλάδα θα όφειλε να διαθέτει ισχυρή βιομηχανική βάση για την εξυπηρέτηση του ελληνόκτητου στόλου. Η ελλαδική κοινωνία δεν το θέλησε, με αποτέλεσμα να στερηθεί η Ελλάδα παράπλευρες δυνατότητες στον πολεμικό τομέα, οι οποίες σήμερα θα ήσαν πολύτιμες.
Η Διασπορά εξακολουθεί να αντιμετωπίζεται περιθωριακά, ως οιονεί επαρχία του ελληνικού κράτους. Οπότε κλήθηκαν οι Έλληνες της Διασποράς, επί παραδείγματι, να συνδράμουν την ανωτάτη εκπαίδευση, αντιμετωπίστηκαν εχθρικά από τους εντοπίους. Δεν έχουν ξεχαστεί, επίσης, οι εμπειρίες από τη χειραγώγηση και, κατόπιν, εγκατάλειψη της Διασποράς σε σχέση με «εθνικά θέματα». Οι πικρίες είναι πολλές και βάσιμες.
Η συνεισφορά της Διασποράς και της Ναυτιλίας στην αντιπαράθεση με την Τουρκία είναι δυνάμει τεράστια: διεθνής επιρροή, μεταφορά τεχνογνωσίας σε κρίσιμους για την πολεμική προετοιμασία τομείς, ενημέρωση εκ των έσω για τις διεθνείς τάσεις και εξελίξεις.
Ομως, για να κινητοποιηθεί αποτελεσματικά ο εκτός Ελλάδος Ελληνισμός, χρειάζεται επαναδιαπραγμάτευση ανάμεσα στις εσωτερικές και στις εξωτερικές εθνικές δυνάμεις. Δηλαδή, η Διασπορά και η Ναυτιλία, δίκτυα οικουμενικά, πλήρως προσαρμοσμένα στον ταχύτατα μεταβαλλόμενο κόσμο, δεν μπορούν να τεθούν υπό τις ελλαδικές δομές, με τους γνωστούς περιορισμούς και τις παθογένειες.
Το μέγεθος της απαιτουμένης προσαρμογής για να αναχαιτιστεί η νέα τουρκική απειλή υπερβαίνει κατά πολύ την αντίστοιχη προσπάθεια για τις οικονομικές δυσκολίες. Οφείλει να ανατρέψει νοητικές δομές, ορισμένες από τις οποίες διαμορφώθηκαν κατά τον Ψυχρό Πόλεμο και την περίοδο της αμερικανικής κυριαρχίας άλλες ανάγονται στην εποχή μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή.
Πρέπει να αναβιώσουν αντιλήψεις και προσεγγίσεις οι οποίες καθοδηγούσαν τις εθνικές προσπάθειες κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους και τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο όταν ο Ελληνισμός εντός και εκτός Ελλάδος λειτουργούσε ισότιμα και συμπληρωματικά όταν η Ελλάδα καθόριζε αυτόνομα την ακολουθητέα γεωπολιτική και γεωστρατηγική γραμμή.
Χωρίς την απαραίτητη ριζοσπαστική προσπάθεια κινδυνεύουμε να βιώσουμε μια δεύτερη τουρκική εκδίκηση για το 1821. Η πρώτη, έναν αιώνα μετά την Επανάσταση, μας στέρησε από τη μικρασιατική ακτή. Η δεύτερη, μετά δύο αιώνες, απειλεί τον θαλασσινό μας ορίζοντα.
*ομότιμος καθηγητής Γεωπολιτικής στη Σορβόννη (Paris I)
**πρώτη δημοσίευση: Εφημερίδα «Καθημερινή»