Η σύμβαση για το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας του 1982 όρισε στο άρθρο 83 ότι με ειρηνικές αποκλειστικά μεθόδους πρέπει να επιλύονται τυχόν διαφορές μεταξύ των κρατών. Έτσι τα κράτη υποχρεώνονται στην ειρηνική διευθέτηση της διαφοράς τους με τρόπους τους οποίους αυτά τα ίδια επιλέγουν και τις διαδικασίες που επιδιώκουν να ακολουθήσουν. Παράλληλα υποδεικνύεται η ανάγκη για ανταλλαγή απόψεων και συνεννοήσεων. Αν όμως οι προσπάθειες αποτύχουν ,συνιστάται να οδηγηθούν σε συμβιβασμό με διαδικασία την οποία η σύμβαση ορίζει, δηλαδή με γραπτή πρόσκληση του ενός κράτους προς το άλλο κλπ.
Αν όμως δεν επιτευχθεί επίλυση της διαφοράς με οποιονδήποτε από τους παραπάνω τρόπους ,οποιοδήποτε κράτος μπορεί να εισαγάγει την υπόθεση στην κρίση ενός από τα ακόλουθα δικαστήρια:
α) Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης (International Court of Justice) (στο εξής Δ.Δ.Χ.)
β) Διεθνές Δικαστήριο Δικαίου Θαλάσσης του Αμβούργου (International Tribune for the Law of the Sea)(στο εξής Δ.Δ.Δ.Θ.).
γ) Διαιτητικό Δικαστήριο
δ) Ειδικό Διαιτητικό Δικαστήριο για μία ή περισσότερες κατηγορίες διαφορών.
Εάν ένα από τα διαφιλονικούντα κράτη δεν έχει υπογράψει τη Σύμβαση, αλλά συμφωνεί με το άλλο για την επίλυση της μεταξύ τους διαφοράς από το Δ.Δ.Χ., η προσφυγή διενεργείται σύμφωνα με το Καταστατικό αυτού του Δικαστηρίου, το οποίο μεταξύ άλλων επιβάλλει και την υποβολή ‘’συνυποσχετικού’’ εκ μέρους των διαδίκων.
Πώς γίνεται η οριοθέτηση της Α.Ο.Ζ.
Ας δούμε τι γίνεται με την καθιέρωση της Α.Ο.Ζ. από ένα παράκτιο κράτος, όπως η χώρα μας. Σε αντίθεση με την υφαλοκρηπίδα, η οποία υφίσταται ως ‘’φυσικό δικαίωμα’’ ανεξάρτητα από τη βούληση του παράκτιου κράτους να την αποκτήσει, στην περίπτωση της Α.Ο.Ζ. το κράτος πρέπει να εκδηλώσει τη βούληση να αποκτήσει αυτή τη ζώνη μέσα από μια εθνική πράξη κήρυξης. Από τη στιγμή που το κράτος εκφράσει αυτή τη βούληση, αποκτά όλα τα δικαιώματα που το Διεθνές Δίκαιο του δίνει ,σε μια περιοχή που εκτείνεται ως τα 200 ν.μ. από την ακτή με την προϋπόθεση βέβαια ότι το εύρος της θάλασσας στην περιοχή, του παρέχει μια τέτοια δυνατότητα.
Όταν όμως υπάρχει γεωγραφική στενότητα και υπάρχουν ‘’αντικείμενα’’ ή όμορα (γειτονικά, παρακείμενα) κράτη σε απόσταση μικρότερη από τα 400 ν.μ. τότε θα πρέπει να υπάρξει οριοθέτηση της Α.Ο.Ζ.
Οι διατάξεις της οριοθέτησης της Α.Ο.Ζ. και της υφαλοκρηπίδας που περιέχονται στη Σύμβαση του Montego Bay δεν προσδιορίζουν ακριβώς τους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου που εφαρμόζονται σε περιπτώσεις γεωγραφικής στενότητας έτσι ώστε τα κράτη να γνωρίζουν τους όρους που θέτει το δίκαιο για τους όρους συμφωνίας οριοθέτησης. Έτσι τα κράτη είναι ελεύθερα να αναζητήσουν το περιεχόμενο της συμφωνίας τους με μοναδικό προορισμό η οριοθέτηση αυτή να οδηγεί σε δίκαια λύση.
Όπως είναι γνωστό η χωρική θάλασσα, η συνορεύουσα ζώνη, η Α.Ο.Ζ. και η υφαλοκρηπίδα καθορίζονται με τους ίδιους ακριβώς κανόνες με τους οποίους καθορίζονται οι αντίστοιχες ζώνες πέρα από τις ηπειρωτικές ακτές (άρθρο 121, παρ. 2 της Σύμβασης για το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας στο εξής Δ.Δ.Θ.).
Αντίθετα οι βράχοι οι οποίοι δεν μπορούν να συντηρούν ανθρώπινη κατοίκηση ή οικονομική ζωή με δικές τους δυνάμεις δεν δικαιούνται υφαλοκρηπίδα και Α.Ο.Ζ. (άρθρο 121, παρ.3 της Δ.Δ.Θ.)
Στη διεθνή νομολογία των οριοθετήσεων ,από τη δεκαετία του ’70 ως τις αρχές της δεκαετίας του ’90 επικρατούσε η τάση να υπάρχει διακριτική μεταχείριση των νησιών, να υπολογίζεται δηλαδή ότι έχουν ‘’μισή επήρεια’’ (half effect) στις οριοθετήσεις. Δεν αποδιδόταν δηλαδή στα νησιά η πλήρης αναλογία τους στις υπό οριοθέτηση θαλάσσιες ζώνες. Όμως στις αρχές της δεκαετίας του ’90 με τη διαιτητική απόφαση της 10ης Ιουνίου 1992 για την Οριοθέτηση των Θαλασσίων Ζωνών των νησιών Saint-Pierre και Miquelon, αλλά κυρίως με την απόφαση του Δ.Δ.Χ. για τη θαλάσσια οριοθέτηση στην περιοχή μεταξύ Γροιλανδίας και Jan Mayen η θεωρία της μειωμένης επήρειας των νησιών στις οριοθετήσεις υποχώρησε. Ωστόσο καθώς κάθε απόφαση είναι μοναδική δεν μπορεί να προβλεφθεί η επήρεια των νησιών στις οριοθετήσεις της υφαλοκρηπίδας και της Α.Ο.Ζ.
Η διεθνής νομολογία έχει δεχτεί ότι οι αρχές που διατυπώνονται στα άρθρα 74 και 83 της Δ.Δ.Θ. αντανακλούν διεθνές εθιμικό δίκαιο και κατά συνέπεια το περιεχόμενό τους δεσμεύει τόσο τα μέρη της Σύμβασης μεταξύ τους όσο και τα τρίτα κράτη (μη- μέρη).
Δεν υπάρχει συνήθως διαφορά ανάμεσα στην Α.Ο.Ζ. και στην υφαλοκρηπίδα. Συνήθως υπάρχει κοινή οριοθέτηση των δύο αυτών θαλάσσιων ζωνών χωρίς όμως αυτή να έχει γενικευθεί.
Η μέθοδος οριοθέτησης που έχει επικρατήσει ,περιλαμβάνει ένα προκριματικό στάδιο και τα τρία κύρια στάδια για την οριστικοποίηση της οριοθέτησης. Στο προκριματικό στάδιο γίνεται αναζήτηση των ακτών που σχετίζονται με την οριοθέτηση, των ακτών δηλαδή εκείνων των οποίων η προβολή στη θάλασσα δημιουργεί επικάλυψη με την προβολή των ακτών του αντικείμενου/γειτονικού κράτους. Η διακρίβωση του μήκους των ακτών που εμπλέκονται στην οριοθέτηση είναι κρίσιμο μέγεθος, γιατί καθορίζει τη θαλάσσια περιοχή που θα οριοθετηθεί ως Α.Ο.Ζ. ή υφαλοκρηπίδα.
Τα κύρια στάδια της οριοθέτησης, αφού προσδιοριστούν οι σχετικές ακτές και η σχετική θαλάσσια περιοχή, είναι τρία:
α) Στο πρώτο στάδιο, το Δικαστήριο ορίζει μια προσωρινή γραμμή ανάμεσα στα σχετικά εδάφη, περιλαμβανομένων και των νησιών. Αυτή η γραμμή, είναι η μέση γραμμή (για αντικείμενα κράτη) ή η γραμμή μέσης απόστασης (για γειτονικά κράτη). Στις περισσότερες περιπτώσεις που συγκροτούν τη νομολογία, ο ορισμός της μέσης γραμμής είναι γεωγραφικά εφικτός.
β) Στο δεύτερο στάδιο, το Δικαστήριο εξετάζει κατά πόσον υπάρχουν σχετικές περιστάσεις (relevant circumstances), που απαιτούν την προσαρμογή και την τροπολογία της προσωρινής μέσης γραμμής ή γραμμής ίσης απόστασης, ώστε με αυτό τον τρόπο να επιτευχθεί ένα δίκαιο οριοθετικό αποτέλεσμα.
Το τρίτο και τελευταίο ,στάδιο οριοθέτησης είναι το στάδιο της επαλήθευσης της επίτευξης ενός δίκαιου αποτελέσματος.
Οριοθετήσεις Α.Ο.Ζ. και υφαλοκρηπίδας από τα Διεθνή Δικαστήρια.
Το ΔΔΧ, έχει ασχοληθεί με 14 περιπτώσεις οριοθέτησης υφαλοκρηπίδας και το ΔΔΔΘ με μία, δημιουργώντας σημαντική νομολογία, η οποία όμως δεν λαμβάνεται υπόψη αυτούσια σε κάθε περίπτωση οριοθέτησης, όπως έχει καταλήξει το ΔΔΧ σε σχετική γνωμάτευσή του.
Ας δούμε μερικές από αυτές τις περιπτώσεις.
Τον Οκτώβριο του 1967, Δανία, Ολλανδία και η, τότε, Δυτική Γερμανία, προσέφυγαν στο ΔΔΧ, σε σχέση με την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας αφενός μεταξύ των δύο πρώτων χωρών, οι οποίες είχαν ήδη επικυρώσει τη Σύμβαση της Γενεύης του 1958 και αφετέρου της τρίτης (τέως ΟΔΓ), η οποία δεν την είχε επικυρώσει.
Η απόφαση εκδόθηκε στις 2 Φεβρουαρίου 1969 και διαμόρφωσε βαρύνουσα νομολογία ως προς τα ανάλογα ζητήματα οριοθετήσεων της υφαλοκρηπίδας. Η απόφαση αυτή επηρέασε σε μεγάλο βαθμό τις εργασίες της Γ’ Διπλωματικής Διάσκεψης κατά την κατάρτιση της Σύμβασης για το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας του 1982.
Αναφέρουμε ένα απόσπασμα από την απόφαση του ΔΔΧ: «Είναι απαραίτητο να εξετάσει κανείς στενά τη γεωγραφική διαμόρφωση της ακτογραμμής των χωρών… διότι το έδαφος είναι η νομική πηγή ισχύος η οποία μπορεί να ασκηθεί πάνω σε εδαφικές εκτάσεις προς τη θάλασσα (και έτσι) θα πρέπει πρώτα να καθοριστεί με σαφήνεια ποια είναι εκείνα τα χαρακτηριστικά τα οποία στην πραγματικότητα συνιστούν τέτοιες εκτάσεις».
Πολύ σημαντική είναι η υπόθεση της υφαλοκρηπίδας της θάλασσας της Μάγχης (1977). Γαλλία και Μ. Βρετανία είχαν απευθυνθεί σε πενταμελές Διαιτητικό Δικαστήριο και ζητούσαν να οριοθετήσει η υφαλοκρηπίδα στο Στενό της Μάγχης (ή Βρετανικό Δίαυλο) και στη Θάλασσα Iroise, μεταξύ των ΒΔ ακτών της Γαλλίας και των νότιων ακτών της Γαλλίας, λόγω της παρουσίας: i) των αγγλονορμανδικών νησιών ή Channel Islands, που τελούν υπό την επικυριαρχία της Μ. Βρετανίας και βρίσκονται μέσα στον Κόλπο Granville της Γαλλίας, ii) της νήσου Ile de Quessant που ανήκει στη Γαλλία και βρίσκεται δυτικά και κοντά στις γαλλικές ακτές στη Βρετάνη (δυτικότερες ακτές της Γαλλίας στον Ατλαντικό Ωκεανό) και ii) των νησίδων Scilly, που ανήκουν στη Μ. Βρετανία και βρίσκονται πέρα από τις νοτιοδυτικές ακτές της Κορνουάλης (νοτιοδυτικότερες της Μ. Βρετανίας στον Ατλαντικό).
Το Δικαστήριο βασίστηκε τόσο στη Σύμβαση της Γενεύης του 1958 περί υφαλοκρηπίδας, όσο και στην απόφαση του ΔΔΧ, ως προς τις υποθέσεις της Βόρειας Θάλασσας.
Το σύμπλεγμα των Channel Islands (Τζέρσεϊ, Γκάρνσεϊ, Σαρκ, Ολντέρνεϊ κ.ά.), έχει έκταση 195 τ. χλμ. και πληθυσμό, περίπου 170.000 κατοίκους. Τα κύρια νησιά είναι 6, ενώ τα υπόλοιπα νησιά του συμπλέγματος είναι ακατοίκητες νησίδες και βράχοι. Όμως, το Δικαστήριο, επισήμανε ότι: «Η περίπτωση είναι πολύ διαφορετική… από την περίπτωση όπου πολυάριθμα νησιά εκτείνονται το ένα μετά το άλλο σε μεγάλη απόσταση από την ηπειρωτική χώρα»(παρ.199).
Ως τέτοια περίπτωση, θα πρέπει να θεωρηθεί το σύμπλεγμα των νησιών του Αιγαίου, τα οποία συγκροτούν ένα συμπαγές σύνολο που συνέχεται με το ηπειρωτικό έδαφος με αδιάσπαστο τρόπο (Κρατερός Ιωάννου – Αναστασία Στρατή, «ΔΙΚΑΙΟ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ»).
Στην υπόθεση αυτή, το Δικαστήριο αντιμετώπισε τις βρετανικές και γαλλικές ακτές ως μία περίπτωση «ευρείας γεωγραφικής αναλογίας», την οποία διατάρασσε η παρουσία των αγγλονορμανδικών νησιών.
Αυτό ακριβώς το στοιχείο, επέστρεψε τη χάραξη μιας μέσης γραμμής μεταξύ των «ηπειρωτικών» ακτών των δύο κρατών (mid-Channel median Line) και στη συνέχεια την υιοθέτηση μιας ειδικής λύσης ,αυτή του «θύλακα» υφαλοκρηπίδας για τα νησιά.
Επίσης, το Διαιτητικό Δικαστήριο, απέδωσε «μισή επήρεια» στα νησιά Scilly Isles της Μ. Βρετανίας στον Ατλαντικό, κρίνοντας ότι η προβολή τους επέβαλε μια οροθετική γραμμή, διαφορετική απ’ τη γραμμή της ίσης απόστασης.
Το νησιωτικό αυτό σύμπλεγμα, αποτελείται από 48 νησιά, από τα οποία 6 είναι ακατοίκητα. Αντίθετα, το Δικαστήριο αναγνώρισε πλήρη επήρεια στα νησιά Isle of Wight (Μ. Βρετανία) και Ile de Quessant (Γαλλία), ακόμα και στον βράχο Eddystone Rock (Μ. Βρετανία), το νομικό καθεστώς του οποίου αμφισβητούσε η Γαλλία, υποστηρίζοντας ότι είναι σκόπελος που βρίσκεται πέρα από το εξωτερικό όριο της αιγιαλίτιδας ζώνης. Το Δικαστήριο, αν και δεν αποφάνθηκε για το νομικό καθεστώς του βράχου, του απέδωσε πλήρη επήρεια, διαπιστώνοντας ότι η Γαλλία τον είχε αποδεχθεί ως σημείο βάσης για τα αλιευτικά όρια της Μ. Βρετανίας στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Αλιείας του 1964 (παρ.140) (Κ. Ιωάννου – Α. Στρατή, «ΔΙΚΑΙΟ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ»)
Στην υπόθεση, για την υφαλοκρηπίδα Λιβύης-Μάλτας(1985), το ΔΔΧ, εφάρμοσε το «δίκαιο» κριτήριο της «αναλογικότητας» (proportionality criterion), σύμφωνα με το οποίο, υπάρχει συνεκτίμηση του παράγοντα «έκταση των ακτών των αντίστοιχων κρατών (length of relevant coasts), στην προς οριοθέτηση περιοχή, σε σχέση με τις αποδιδόμενες εκτάσεις (relevant areas) στο κάθε κράτος», το μήκος των ακτών μπορεί να συνεκτιμηθεί σε σχετική περίπτωση, ενώ δεν δίνεται απάντηση στο ερώτηση αν υπάρχει ακριβής μαθηματική σχέση μεταξύ του συνολικού μήκους των ακτών και της τελικής οριοθέτησης σε ποσοστό επί τοις εκατό.
Είχε προηγηθεί στις 24/2/1982, η απόφαση του ΔΔΧ, για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας μεταξύ Λιβύης και Τυνησίας. Η διαφορά των δύο κρατών, προέκυψε κυρίως λόγω της παρουσίας των νησίδων Κερκενάχ και της νήσου Τζέρμπα της Τυνησίας κοντά στις ακτές της Λιβύης, και της άρνησης (της Λιβύης) να ληφθούν αυτές υπόψη κατά την οριοθέτηση, επειδή η οριογραμμή θα μετατοπιζόταν σε βάρος της. Το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν ήταν δίκαιος ο αποκλεισμός της Τζέρμπα και των νησίδων Κερκενάχ κατά τους υπολογισμούς της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας, γιατί η πρώτη δεν αλλοίωνε τη γενική κατεύθυνση της ακτής, ενώ οι δεύτερες αποτελούσαν «σημαντικό γεγονός».
Ωστόσο, δεν δέχθηκε τη σύνδεση των νησίδων Κερκευάχ με ευθεία γραμμή, με τις κοντινές τους τυνησιακές ακτές, αλλά τελικά μετατόπισε την οριοθετική γραμμή προς τα δυτικά, σε όφελος της Λιβύης και μάλιστα υπέδειξε ενδεικτική οριοθετική γραμμή.
Το 1983, οριοθετήθηκαν τα θαλάσσια σύνορα μεταξύ Γουινέας και Γουινέας – Μπισάου. Το Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη τις ειδικές περιστάσεις που επικρατούσαν στην περιοχή (κοιλότητα των ακτών των κρατών, κοίλη διαμόρφωση των ακτών της Δυτικής Αφρικής και ύπαρξη ορισμένων νησιών στην προς οριοθέτηση περιοχή), απέρριψε την εφαρμογή της μεθόδου ίσης απόστασης, καθώς εκτίμησε ότι δεν επέφερε δίκαιο αποτέλεσμα (equitable result).
Αποφάσεις των Δικαστηρίων μετά το 1990 – Προσέγγιση με τις διατάξεις της Σύμβασης του Montego Bay
Με την απόφαση της 10/6/1992για την οριοθέτηση των Θαλάσσιων Ζωνών των νησιών Saint-Pierre και Miquelon, αναθεωρήθηκε η άποψη για μειωμένη επήρεια των νησιών. Πρόκειται για σύμπλεγμα δύο νησιών και λίγων παρακείμενων νησίδων, που βρίσκονται 2.200 ν.μ. μακριά απ’ τη Γαλλία, στην οποία ανήκουν, και πολύ κοντά στον Καναδά. Παρ’ όλα αυτά, το Δικαστήριο αναγνώρισε στα νησιά Θαλάσσιες και Υποθαλάσσιες Ζώνες 200 ν.μ. Η απόφαση αυτή, έχει μεγάλη σημασία για την Ελλάδα, καθώς τα γαλλικά νησιά αποτελούν συναφή περίπτωση με το Καστελλόριζο, με μια διαφορά (υπέρ της χώρας μας). Το νησιωτικό σύμπλεγμα της Μεγίστης, απέχει από τη Ρόδο γύρω στα 60 ν.μ., πολύ λιγότερο από τα 2.200 ν.μ. των γαλλικών νησιών.
Ο Τούρκος ερευνητής Acer, το 2007, προσπαθώντας να αιτιολογήσει γιατί το Καστελλόριζο δεν αποτελεί ίδια περίπτωση με τα γαλλικά νησιά, παραθέτει μία σειρά από επιχειρήματα, όπως ότι στο Αιγαίο επικρατούν διαφορετικές συνθήκες, ότι θα ήταν καταστροφικά για την Τουρκία αν δινόταν οποιαδήποτε «επιρροή» στα ελληνικά νησιά, ότι νησιά του Αιγαίου που ανήκουν στην Ελλάδα λόγω μεγέθους και πληθυσμού, δεν μπορούν να έχουν υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ κλπ. (εκτενές απόσπασμα στα αγγλικά υπάρχει στο βιβλίο «ΔΙΚΑΙΟ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ, σελ. 326). Νομικοί δεν είμαστε, αλλά τα τουρκικά επιχειρήματα σε οποιοδήποτε ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟ και ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΟ Δικαστήριο, θα κατέρρεαν σε χρόνο dt…
Με την απόφαση της 14/6/1993, για τη Θαλάσσια Οριοθέτηση στην περιοχή μεταξύ Γροιλανδίας και νήσου Jan Mayen (Νορβηγία), το ΔΔΧ, δέχθηκε ότι το να δοθεί μειωμένη επήρεια στο συγκεκριμένο νησί με αντίστοιχη πλήρη επήρεια στην απέναντι ακτή της Γροιλανδίας, θα ήταν αντίθετο όχι μόνο με το εθιμικό δίκαιο που αναγνωρίζει θαλάσσιες ζώνες στα νησιά μέχρι 200 ν.μ. από τις γραμμές βάσης, αλλά και αντίθετο στις απαιτήσεις της ευθυδικίας (παρ. 70).
Μετά την εφαρμογή της Σύμβασης για το ΔΔΘ (1994)
Η Σύμβαση για το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας, τέθηκε σε ισχύ στις 16/12/1994, ενώ για πρώτη φορά εφαρμόστηκαν οι διατάξεις της σε διαφορά οριοθέτησης, στην απόφαση της 17/12/1999 για τις θαλάσσιες ζώνες Ερυθραίας-Υεμένης. Με αυτήν, αναγνώρισε πλήρη επήρεια σε νησιά που βρίσκονται κοντά στις ακτές, ενώ δεν έλαβε καθόλου υπόψη τα νησιά της Υεμένης Jabal al-Tayr και al-Zubayr (σύμπλεγμα νήσων), που βρίσκονται μεσοπέλαγα και είναι ακατοίκητα. Το Δικαστήριο, αναγνώρισε ανεπιφύλακτα το δικαίωμα όλων των νησιών νησίδων και βράχων σε αιγιαλίτιδα ζώνη 12 ν.μ., απορρίπτοντας μεταξύ άλλων, το επιχείρημα της Υεμένης, περί μειωμένης επήρειας των νησιών της Ερυθραίας που βρίσκονταν πέρα από το όριο των 12 ν.μ. από την ακτή. (παρ. 156-157).
Με την απόφαση του ΔΔΧ στις 16/3/2001 για τη Θαλάσσια Οριοθέτηση και τα Εδαφικά Ζητήματα μεταξύ του Κατάρ και του Μπαχρέιν, ανασκευάζονται ορισμένα σημεία της απόφασης του 1999 για Ερυθραία – Υεμένη, τα οποία είχαν αμφισβητηθεί έντονα. Ως ειδική περίπτωση χαρακτηρίστηκε από το ΔΔΧ ένα μικρό, ακατοίκητο και έρημο νησί, το Qit’ at Jaradah, στο μέσο της απόστασης μεταξύ του κύριου νησιού του Μπαχρέιν και του Κατάρ και το Fashtal Jarim, ένας εκτενής σχηματισμός που βρίσκεται εν μέρει στην αιγιαλίτιδα ζώνη του Μπαχρέιν, αλλά ένα μικρό μόνο τμήμα του βρίσκεται πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας. Σύμφωνα με το Δικαστήριο, ενδεχόμενος συνυπολογισμός τους θα απέδιδε «δυσανάλογη» σημασία σε ασήμαντους νησιωτικούς σχηματισμούς, διαστρεβλώνοντας το θαλάσσιο όριο.
Η απόφαση για τη νήσο Serpent της Μαύρης Θάλασσας
Το νησί Serpent (ή Νήσος των Όφεων ή Φιδονήσι), βρίσκεται στη Μαύρη Θάλασσα και ανήκει στην Ουκρανία. Έχει έκταση 0,17 χλμ. ενώ κατοικήθηκε για πρώτη φορά το 2004 από 100 άτομα. Στις 16/9/2004 η ρουμανική πλευρά έφερε στο Διεθνές Δικαστήριο Δικαιοσύνης ,το θέμα των θαλάσσιων συνόρων με την Ουκρανία. Στο νησί Serpent που απέχει περισσότερο από 20 ν.μ. από τα σύνορα Ρουμανίας-Ουκρανίας αναγνωρίστηκαν μόνο τα δικαιώματα ενός βράχου, δηλαδή τα χωρικά ύδατα, γιατί σύμφωνα με το Δικαστήριο διαφορετικά θα είχαμε έναν «επαναπροσδιορισμό της γεωγραφίας» (“judical refashioning of geography”) που δεν επιτρέπεται από το δίκαιο της οριοθέτησης και τη διεθνή πρακτική.
Στις 8/10/2007 το ΔΔΧ γνωμοδότησε για την Εδαφική και Θαλάσσια Διαφορά μεταξύ Νικαράγουας και Ονδούρας και δεν απέδωσε στα 4 νησιά που επιδικάστηκαν στην Ονδούρα, δυσανάλογα μεγαλύτερο τμήμα της αμφισβητούμενης περιοχής.
Η πρώτη υπόθεση οριοθέτησης από το ΔΔΔΘ
Στις 4/3/2012 εκδόθηκε η πρώτη απόφαση του ΔΔΔΘ για την Οριοθέτηση του Θαλασσίου Συνόρου μεταξύ του Μπανγκλαντές και της Μιανμάρ στον Κόλπο της Βεγγάλης. Μεγάλη σημασία δόθηκε στο νησί St. Martin που βρίσκεται εντός της αιγιαλίτιδας ζώνης του Μπανγκλαντές. Το Δικαστήριο θεώρησε ότι το νησί αυτό είναι σημαντικός νησιωτικός σχηματισμός λόγω του μεγέθους του (8 τ.χλμ.), του πληθυσμού του (7.000) και της οικονομικής του ζώνης, αναγνωρίζοντάς του πλήρη επήρεια και παράλληλα επιβεβαίωσε την πάγια πλέον νομολογία περί υπεροχής της αιγιαλίτιδας ζώνης έναντι της υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ γειτονικού κράτους.
Μετά τις «προβληματικές» αποφάσεις για το νησί Serpent και το νησί St. Martin, όπου γινόταν έμμεση αναφορά σε «ανώτερο δικαίωμα» των ηπειρωτικών εδαφών έναντι των νησιωτικών, στην υπόθεση της Εδαφικής Διαφοράς και Θαλάσσιας Οριοθέτησης Νικαράγουας-Κολομβίας, με την απόφαση της 19/11/2012, το Δικαστήριο επιβεβαίωσε κατηγορηματικά ότι τα νησιά έχουν κατ’ αρχήν ίσα δικαιώματα σε θαλάσσιες ζώνες με τα ηπειρωτικά εδάφη.
Η γεωγραφική θέση των νησιών της Κολομβίας (η κυριαρχία της οποίας σ’ αυτά επιβεβαιώθηκε από το Δικαστήριο) είναι ακριβώς αντίστροφη από τη θέση των ελληνικών νησιών στο Αιγαίο. Τα νησιά της Κολομβίας βρίσκονται ανατολικά των ακτών της Νικαράγουας ,σε απόσταση μεγαλύτερη των 100 ν.μ. και των 388 ν.μ. από το ηπειρωτικό έδαφος της Κολομβίας αντίστοιχα, ενώ τα ελληνικά νησιά δυτικά των ακτών της Τουρκίας (με αδιάκοπη όμως συνέχεια ηπειρωτικού νησιωτικού εδάφους).
Επίλογος
Το άρθρο αυτό ίσως είναι το πιο εξειδικευμένο από όλα όσα έχουμε γράψει. Θελήσαμε όμως να παρουσιάσουμε όλες τις αποφάσεις των Διεθνών Δικαστηρίων για θέματα Α.Ο.Ζ. και υφαλοκρηπίδας. Εκείνο που μπορούμε να συμπεράνουμε είναι ότι μετά το 1990, τα νησιά εξομοιώνονται με τα ηπειρωτικά εδάφη στα δικαιώματα σε θαλάσσιες ζώνες. Οι αποφάσεις είναι συχνά διαφορετικές, δεν υπάρχει δεδικασμένο και φαίνεται ότι τα Διεθνή Δικαστήρια προσπαθούν να δυσαρεστήσουν τους αντίδικους όσο γίνεται λιγότερο. Κανένα κράτος δεν πήρε το 100% απ’ όσα ζητούσε και κανένα όμως δεν έφυγε με άδεια χέρια. Πολιτικές σκοπιμότητες, έξωθεν πιέσεις, γεωστρατηγικοί παράγοντες κ.ά. έπαιξαν και θα παίξουν σημαντικό ρόλο στις αποφάσεις των Δικαστηρίων. Ας το έχουμε υπόψη μας αν χρειαστεί να καταφύγουμε σ’ αυτά…
Πηγές:
ΚΡΑΤΕΡΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ-ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΣΤΡΑΤΗ, «ΔΙΚΑΙΟ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ», ΝΟΜΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ, 2012
ΧΡΗΣΤΟΣ Λ. ΡΟΖΑΚΗΣ, «Η ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΖΩΝΗ ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟ» ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΠΑΖΗΣΗ, 2013
ΠΑΥΛΟΣ ΦΩΤΙΟΥ, «ΟΙ ΘΑΛΑΣΣΙΕΣ ΖΩΝΕΣ ΣΤΗΝ ΜΕΣΟΓΕΙΟ ΚΑΙ ΟΙ ΟΡΙΟΘΕΤΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΥΦΑΛΟΚΡΗΠΙΔΑΣ (ΥΦΑΛ) ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΖΩΝΗΣ (ΑΟΖ)», στο συλλογικό έργο «ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ ΠΑΡΟΝ ΚΑΙ ΜΕΛΛΟΝ», ΕΛ.ΙΣ.ΜΕ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΗΜ. Ν. ΠΑΠΑΔΗΜΑ, 2017
ΛΑΜΠΡΟΣ Δ. ΧΟΥΛΙΑΡΑΣ, «ΥΦΑΛΟΚΡΗΠΙΔΑ-Α.Ο.Ζ. ΓΙΑ ΜΙΑ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΜΕΣΟΓΕΙΟ», ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΕΛΑΣΓΟΣ, 2019
Δρ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΧΡΥΣΟΧΟΥ, «ΟΙ ΟΡΙΟΘΕΤΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΘΑΛΛΑΣΙΩΝ ΖΩΝΩΝ ΥΠΟ ΤΟ ΠΡΙΣΜΑ ΤΩΝ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ ΔΙΚΑΙΟΔΟΤΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ: ΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ, ΤΟ ΠΑΡΟΝ ΚΑΙ Η ΔΙΑΜΟΡΦΟΥΜΕΝΗ ΤΑΣΗ», Academia.edu