Στη ΔΕΘ, η εκπληκτική επικοινωνιακή άνεση του Πρωθυπουργού ήταν σε πρώτο πλάνο: αγνόησε το παρελθόν (και τις υποσχέσεις) και μίλησε μόνο για το μέλλον και μάλιστα λες και μόλις είχε έρθει στην εξουσία.
Στην συνέντευξη Τύπου, αντιμετώπισε όλες τις ερωτήσεις, χωρίς ουσιαστικά να δώσει απάντηση στις περισσότερες, είτε πετώντας την μπάλα στην εξέδρα είτε χρησιμοποιώντας την ξύλινη ιδεολογική γλώσσα της αριστεράς είτε, τέλος, παραθέτοντας επιλεκτικά στατιστικά στοιχεία.
Του Αντώνη Κεφαλά
Ήταν η παράσταση ενός εξπέρ της επικοινωνίας. Και ως τέτοια είχε όλα τα απαραίτητα χαρακτηριστικά: από μισές αλήθειες μέχρι θράσος και από χαμογελαστή συγκατάβαση μέχρι υπολανθάνουσα επιθετικότητα.
Στη βραδινή ομιλία, το βασικό αφήγημα ήταν αναμενόμενο: ξεπεράσαμε τις μεγαλύτερες και περισσότερες δυσκολίες στις οποίες μας υπέβαλλαν οι δανειστές μας, υλοποιήσαμε και υλοποιούμε τους στόχους μας, τυγχάνουμε και πάλι διεθνούς αποδοχής (αναβαθμίσεις από τους οίκους αξιολόγησης, πετυχημένη έξοδος στις αγορές, εισροή ξένων επενδύσεων), έχουμε μπει στον δρόμο της ανάκαμψης (στοιχεία ΕΛΣΤΑΤ), θα ολοκληρώσουμε γρήγορα την 3η αξιολόγηση (αφορά εφαρμογές νόμων και όχι νέες πολιτικές) και τον Αύγουστο του 2018 θα βγούμε από τα μνημονιακά προγράμματα.
Εκλογές θα γίνουν το φθινόπωρο του 2019 –όταν τα σημάδια της πετυχημένης διακυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ θα είναι πλέον εμφανή—οπότε ο ΣΥΡΙΖΑ θα έχει βάσιμες ελπίδες να βγει πρώτο κόμμα.
Συμπέρασμα; Έλληνες έχετε και πάλι ελπίδες – ελέω ΣΥΡΙΖΑ.
Ο ενθουσιασμός του κατά 90% κομματικού ακροατηρίου ήταν εμφανής. Μεθούσε στον ήχο των λέξεων, μειδιούσε ακούγοντας τις προοπτικές, κουνούσε εποικοδομητικά το κεφάλι στις λεκτικές επιθέσεις κατά της αντιπολίτευσης και ειδικά κατά της ΝΔ.
Το σενάριο δεν είναι εντελώς εκτός πραγματικότητας. Καταρχάς, ως ένα συστημικό, πελατειακό κόμμα ο ΣΥΡΙΖΑ έχει αποκτήσει τη δική του πιστή πελατεία. Κατά δεύτερο λόγο απευθύνεται σε ιδεολογικά αιχμάλωτο με «κοντή» μνήμη ακροατήριο, που περιλαμβάνει το πρώην βαθύ-ΠΑΣΟΚ – εθισμένο στις πρακτικές των υποσχέσεων χωρίς περιορισμό και της ικανότητας να γίνεται το άσπρο-μαύρο.
Ακόμη κι αν χάσει τις εκλογές μπορεί να ελπίζει στην πιθανή αδυναμία της ΝΔ να αποκτήσει αυτοδυναμία– οπότε να οδηγηθεί η χώρα σε νέες εκλογές μέσα από την διαδικασία ανάδειξης του νέου Προέδρου της Δημοκρατίας. Και τότε, σ’ εκείνες τις εκλογές, θα ισχύει η απλή αναλογική.
Αστάθμητος παράγων είναι σήμερα η εξέλιξη της κεντροαριστεράς. Ο Πρωθυπουργός αρέσκεται να πιστεύει ότι επικρατεί ξανά ο διπολισμός. Στηρίζεται στη λογική ότι η χαμηλή συσπείρωση του ΣΥΡΙΖΑ είναι παροδική, οι δικοί του πελάτες θα επανακάμψουν και η κεντροαριστερά θα αποσπάσει ψήφους από την κεντροδεξιά – δεν θα αποτελέσει καταφύγιο των κεντροαριστερών δυσαρεστημένων που ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ το 2015.
Πέρα, όμως, από τις άδηλες κομματικές ισορροπίες που θα προκύψουν μετά τις εκλογές, υπάρχουν σημαντικά αντικειμενικά ρίσκα στον φιλόδοξο δρόμο του ΣΥΡΙΖΑ. Ρίσκα που μπορούν κάλλιστα να εκτροχιάσουν αυτά τα ευνοϊκά σενάρια. Τα σημαντικότερα είναι τα εξής:
-
- Η μη εκπλήρωση των ποσοτικών στόχων του προγράμματος – γεγονός που θα οδηγήσει σε νέα μέτρα και θα αποκαθηλώσει την προοπτική της ανάπτυξης. Ήδη, ορισμένοι από του στόχους του 2017 και του 2018 δεν θα υλοποιηθούν – π.χ. ο προσδοκώμενος ρυθμός ανάπτυξης και οι ελπίδες για υψηλή αύξηση επενδύσεων.
Εξάλλου, η οικονομική λογική του ΣΥΡΙΖΑ πάσχει σοβαρά:
- Τα υψηλά δημοσιονομικά πλεονάσματα για τα οποία επαίρεται η κυβέρνηση δεν δημιουργούν δημοσιονομικό χώρο για παροχές και ανάπτυξη διότι δεν επιστρέφουν στην οικονομία – πηγαίνουν στην αποπληρωμή του χρέους.
- Οι ξένες επενδύσεις προέρχονται πρωταρχικά από τις ιδιωτικοποιήσεις—οπότε τα χρήματα ξαναφεύγουν για να πληρώσουν το χρέος και η θετική τους επίπτωση έρχεται μόνο σταδιακά κυρίως μέσω της βελτίωσης των υποδομών.
- Το ίδιο ακριβώς γίνεται με τις ξένες ιδιωτικές επενδύσεις: βελτιώνουν ως ένα βαθμό το υπάρχων παραγωγικό δυναμικό αλλά δεν αποτελούν ΝΕΑ ξένη άμεση επένδυση που να επηρεάζει θετικά και άμεσα στον ρυθμό ανάπτυξης και να δημιουργεί νέες θέσεις εργασίας.
- Το παραγωγικό μοντέλο δεν αλλάζει επειδή ξαφνικά παρουσιάστηκε μία μικρή άνοδος των εξαγωγών. Αλλοίμονο αν δεν είχε εμφανιστεί. Παραμένει, όμως, το γεγονός ότι η ιδιωτική αποταμίευση είναι αρνητική και η κατανάλωση εξακολουθεί να αποτελεί τον κύριο μοχλό της όποιας (αναιμικής) ανάπτυξης. Το ίδιο μοντέλο, δηλαδή.
- Η βιωσιμότητα του χρέους δεν εκτιμάται μόνο με τον καθορισμό του ποσοστού του 15%του ΑΕΠ ως το μέγιστο που μπορεί να κατευθυνθεί στην εξυπηρέτηση του. Πιο ακριβές μέτρο εκτίμησης είναι η σχέση του ύψους του επιτοκίου που πληρώνουμε με τον ρυθμό ανάπτυξης: χονδρικά, όσο το πρώτο μέγεθος είναι μεγαλύτερο από το δεύτερο, υπάρχει πρόβλημα.
- Η εποπτεία δεν θα σταματήσει τον Αύγουστο του 2018. Ο «φίλος» της Ελλάδας (και χωρίς ουσιαστική επιρροή στις Βρυξέλλες και στο Βερολίνο) Πιερ Μοσκοβισί το δήλωσε ξεκάθαρα: σύμφωνα με τον κανονισμό 472/2013, άρθρο 14.1 της Ε.Ε. η εποπτεία θα συνεχιστεί μέχρι να αποπληρώσει η χώρα μας το 75% των χρεών της – ήτοι 176 δις. ευρώ.
- Δεν υπάρχει καμία απολύτως εγγύηση ότι μετά τον Αύγουστο του 2018 η Ελλάδα θα μπορεί να αντλήσει από τις αγορές τα ποσά που απαιτούνται για την εξυπηρέτηση του χρέους—περίπου 20 δις. ευρώ στη διετία 2019/2010. Τελείως το αντίθετο μάλιστα. Οπότε είναι σχεδόν βέβαιο – αν όχι απόλυτα βέβαιο, ότι η χώρα θα ενταχθεί σε νέο μνημόνιο με τη μορφή της προληπτικής γραμμής πίστεως. Αυτή δίνεται σε δύο μορφές – ανάλογα με τις οικονομικές συνθήκες που επικρατούν στη χώρα που την έχει ανάγκη. Και οι δυο συνεπάγονται σκληρή εποπτεία εκ μέρους των δανειστών και τη συμμετοχή του ΔΝΤ ως συμβούλου.
- Στη βάση αυτή, η αποχώρηση του ΔΝΤ μάλλον αποτελεί φρούδα ελπίδα και όνειρο θερινής νυκτός. Εξάλλου, η σχέση με τους δανειστές μας είναι περίπου σχιζοφρενική: θέλουμε το ΔΝΤ για το χρέος αλλά όχι για τις μεταρρυθμίσεις. Θέλουμε την Ε.Ε. για τις μεταρρυθμίσεις αλλά όχι για το χρέος. Τον Σόιμπλε δεν ξέρουμε που να τον κατατάξουμε.
- Παραβλέπουμε τις πιθανές καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση της 3ης αξιολόγησης – παρά τις αισιόδοξες προβλέψεις του Πρωθυπουργού και των υπουργών του. Τις έχουμε ξανακούσει. Τα εργασιακά και οι ιδιωτικοποιήσεις θα δοκιμάσουν σκληρά τις αντοχές της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ και τη συνοχή του κόμματος. Οι πιθανότητες είναι πως θα λειτουργήσει η λογική «φάγαμε τον γάιδαρο, ας φάμε και την ουρά». Οι καθυστερήσεις, όμως, είναι σχεδόν σίγουρες κι αυτό θα έχει αρνητική επίπτωση στις προσδοκίες για έξοδο στις αγορές με στόχο υψηλά ποσά και χαμηλά επιτόκια.
- Συμπερασματικά, το πρωθυπουργικό αφήγημα της 82ης ΔΕΘ πάσχει σοβαρά. Η προοπτική εξάντλησης της τετραετίας από την παρούσα κυβέρνηση είναι εξαιρετικά μικρή. Η συνέχιση της εποπτείας βεβαία. Και η μάχη για την ανάπτυξη και την απασχόληση στην καλύτερη περίπτωση αμφίρροπη.