Αυτές τις μέρες στη Βουλή, με τις κρίσιμες ψηφοφορίες για την ψήφο εμπιστοσύνης και την κύρωση της συμφωνίας των Πρεσπών, δεν παρακολουθούμε μόνο μια κακοπαιγμένη παράσταση υποτιθέμενης διαφωνίας μεταξύ των δύο πρώην κυβερνητικών εταίρων.
Στην πραγματικότητα παρακολουθούμε σκηνές από το μέλλον, καθώς η θεσμοθέτηση της απλής αναλογικής στις αυτοδιοικητικές και προσεχώς στις εθνικές εκλογές θα καταστήσει αυτό το αδίστακτο πανηγύρι διαρκούς συναλλαγής των τελευταίων ημερών σε πολιτική ρουτίνα και μάλιστα με ιδεολογικό περίβλημα…
Του Αχιλλέα Κέλλα*
Το ρευστό πολιτικό σκηνικό των προηγούμενων ετών οδήγησε στη δημιουργία μιας «δεξαμενής» ανένταχτων βουλευτών, οι περισσότεροι εκ των οποίων κινούνται διαρκώς ανάμεσα στη στήριξη και την καταψήφιση της κυβερνητικής πολιτικής. Προέρχονται από διαγραφές ή και οικειοθελείς ανεξαρτητοποιήσεις. Θα ήταν πολύ χρήσιμη υπηρεσία και για την πατρίδα και για τη δημοκρατία αν ο οποιοσδήποτε ανένταχτος ζύγιζε την όποια στάση του με βάση την ιδεολογία του και το εθνικό συμφέρον.
Θα μπορούσε να συνιστά μια εφαρμογή της άμεσης δημοκρατίας, μια μορφή συλλογικότητας κόντρα στο συγκεντρωτισμό των κομματικών γραμμών. Δυστυχώς όμως, είναι φανερό ότι δεν μπορεί να υποστηριχθεί αυτό ούτε καν για τους τύπους: τις τελευταίες μέρες η ειδησεογραφία γέμισε ρεπορτάζ για τα ανταλλάγματα των πρόθυμων ανένταχτων καθώς και την αμφιταλάντευσή τους που δε βασίζεται σε ιδεολογικές ή εθνικές πεποιθήσεις αλλά σε συμφεροντολογικούς προσωπικούς σχεδιασμούς πολιτικής επιβίωσης.
Ας πάρουμε το παράδειγμα της συμφωνίας των Πρεσπών: ένα ζήτημα εθνικό και διαχρονικό όπου η τοποθέτηση του καθενός θα έπρεπε να είναι καθρέφτης της ιδεολογίας του και του τρόπου που αντιλαμβάνεται το συμφέρον της χώρας. Κι όμως, βλέπουμε διαρκείς κωλοτούμπες, κόμματα και βουλευτές που δεν αποσαφηνίζουν τη θέση τους και την εξαρτούν από την πολιτική συγκυρία με γνώμονα την ικανοποίηση μικροκομματικών και προσωπικών επιδιώξεων.
Όσο και να διαφωνείς με κάποιον ιδεολογικό αντίπαλο, τον σέβεσαι όταν υπηρετεί τις αρχές που οικοδομούν τις μεταξύ σας διαφορές κι αντιστοίχως τον σιχαίνεσαι όταν τις παζαρεύει για να διασωθεί. Αυτή τη στιγμή υπάρχει στο κοινοβούλιο μια ετερόκλητη ομάδα βουλευτών, όχι μόνο ανένταχτων, που θα μπορούσε να υπερψηφίσει ή να καταψηφίσει οτιδήποτε: κοινοβουλευτικές «εταίρες» προσπαθούν να γίνουν κυβερνητικοί εταίροι σε μια προσπάθεια που φανερά στερείται κάθε επίφασης ιδεολογίας και συνδέεται στεγνά με το συμφέρον και μόνο…
Και τα χειρότερα έπονται: με βάση την επερχόμενη απλή αναλογική, τα Δημοτικά και Περιφερειακά Συμβούλια θα μεταβληθούν σε ένα αέναο παζάρι υποσχέσεων, ταξιμάτων κι αλληλοκατηγοριών με ιδεολογικό περίβλημα.
Δεδομένου ότι λίγες φορές οι εκλογές αυτές κρίνονται από τον πρώτο γύρο, οι περισσότεροι αυτοδιοικητικοί άρχοντες καλούνται να διοικήσουν μην έχοντας την απόλυτη πλειοψηφία στα Συμβούλια και σε αρκετές περιπτώσεις μην έχοντας ούτε σχετική πλειοψηφία! Αργά ή γρήγορα και σε τοπικό επίπεδο θα δημιουργηθούν ανάλογα φαινόμενα με συνέπεια η αυτοδιοίκηση να κινδυνεύει να παραλύσει!
Και από τις μεθεπόμενες εθνικές εκλογές θέλουν να το κάνουν καθημερινότητα και στο Κοινοβούλιο: μιλάμε για μπαχαλοποίηση της πολιτικής ζωής με σημαίες ευκαιρίας που θα σηκώνονται κατά περίσταση και κατά το δοκούν.
Αλλά είναι πολύ λογικό ο ΣΥΡΙΖΑ να αισθάνεται άνετα με όλη αυτή την κατάσταση, γιατί τον βολεύει. Αφ’ενός θα του δώσει ρόλο και υπόσταση μετά την αναπόφευκτη επικείμενη εκλογική συντριβή του.
Αφ’ετέρου, από καταβολής και ιδεολογίας νιώθουν πιο άνετα σε ένα τέτοιο περιβάλλον: η ιστορία της άκρας αριστεράς βρίθει από διασπάσεις και συμφωνίες κάτω από το τραπέζι, γι’αυτό και όροι όπως «φράξια» και «γκρουπούσκουλο» έχουν προέλευση από εκείνο το χώρο.
Έχει αποδειχθεί ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει το υπόβαθρο να λαϊκίσει όσο χρειάζεται, να ανεβάσει τους τόνους, να στοχοποιήσει αντιπάλους, να εκβιάσει όσους αντιτίθενται: ένα περιβάλλον αναρχίας είναι ένα περιβάλλον το οποίο εξ ορισμού ευνοεί όσους έχουν μάθει να τρέφονται από την ένταση.
Συνεπώς, η λύση είναι μία και αυτονόητη: η στήριξη στον Κυριάκο Μητσοτάκη με στόχο στις επόμενες εθνικές εκλογές να είναι όχι απλώς αυτοδύναμος αλλά όσο πιο ισχυρός γίνεται. Και άμεση απόσυρση της «απλής αναλογικής» ώστε να επανέλθει η κοινοβουλευτική σταθερότητα στη χώρα. Γιατί όσοι επικαλούνται τη δημοκρατία για να επιβάλλουν τα συμφέροντά τους που ξεκάθαρα βλάπτουν τη δημοκρατία, είναι τελικά οι χειρότεροι φασίστες…
*Πολιτικός Μηχανικός, τέως Αντιπρόεδρος της Αντιπροσωπείας του ΤΕΕ Κ&Δ Θεσσαλίας και Μέλος του Εκτελεστικού Γραφείου της ΟΝΝΕΔ