Οι επιτυχημένες οικονομίες όλων σχεδόν των χωρών του κόσμου βασίζονται στη λειτουργία της αγοράς. Εξαίρεση αποτελούν η Βόρειος Κορέα, η Βενεζουέλα και διάφορες δικτατορίες της Αφρικής και της Ασίας.
Σε μία εκτεταμένη, απρόσωπη αγορά η επικοινωνία και η συνεργασία αναπτύσσονται συχνά σε μακρινές αποστάσεις μεταξύ αγνώστων. Ενώ σε συναλλαγές μεταξύ γνωστών μπορεί να έχουμε την πρόθεση να κάνουμε καλό σε άλλους, στις εκτεταμένες αγορές η οπτική αυτή χάνεται, καθώς το κάθε μέρος έχει την τάση να επικεντρώνεται στο δικό του όφελος.
Του Κώστα Χριστίδη*
Το γεγονός αυτό περιγράφεται θαυμάσια στο μικρό βιβλίο του Λέοναρντ Ριντ ‘’Εγώ, το Μολύβι’’, στο οποίο εξηγείται με ποιο τρόπο αναρίθμητοι άνθρωποι, πρώτες ύλες, εργαλεία, μηχανήματα και μεταφορικά μέσα συμμετέχουν στην παραγωγή ενός τόσο κοινού πράγματος όσο ένα μολύβι, χωρίς να επιδιώκουν συνειδητά έναν κοινό σκοπό και χωρίς να τους καθοδηγεί ένας ιθύνων νους βάσει κάποιου συνολικού σχεδίου.
Οι εκτεταμένες αγορές αποδεικνύονται απείρως πιο αποτελεσματικές από τις εναλλακτικές μορφές οικονομικής οργάνωσης, όπου οι περισσότερες αποφάσεις λαμβάνονται από μία κεντρική αρχή προγραμματισμού (όπως συμβαίνει στις διάφορες μορφές σοσιαλισμού).
Η αποτελεσματικότητα των αγορών οφείλεται όχι μόνο στην ισχυρή επίδραση του κέρδους ως κινήτρου που οδηγεί τους παραγωγούς να παράγουν εκείνα τα αγαθά και τις υπηρεσίες που εκτιμώνται περισσότερο από τους καταναλωτές, αλλά και γιατί στις εκτεταμένες, ελεύθερες (αλλά όχι χωρίς νόμους και κανόνες) αγορές γίνεται πολύ μεγαλύτερη χρήση των διάσπαρτων, άρρητων γνώσεων, πληροφοριών και συγκριτικών πλεονεκτημάτων κάθε τόπου και κάθε παραγωγού.
Οι αγορές απαιτούν την συναινετική εφαρμογή των κανόνων που διέπουν τις συναλλαγές. Ο Νταίηβιντ Χιούμ διατύπωσε, πριν από 250 χρόνια, τρεις βασικούς νόμους (τους χαρακτήρισε ως νόμους της φύσης), στους οποίους βασίζεται η οικονομική δραστηριότητα των ανθρώπων: το δικαίωμα της ιδιοκτησίας, η μεταβίβαση δικαιωμάτων με αμοιβαία
συγκατάθεση και η εκπλήρωση των υποσχέσεων.
Αυτά είναι τα θεμέλια της τάξης που καθιστούν εφικτές τις αγορές και την ευημερία.
Οι φυσικοί νόμοι του Χιούμ εμπεριέχονται και στις αρχαίες εντολές: ου κλέψεις, ουκ επιθυμήσεις πάντα όσα τω πλησίον σου εστί, ου ψευδομαρτυρήσεις κατά του πλησίον σου μαρτυρίαν ψευδή.
Η κλοπή αναλώνει τον πλούτο και αποθαρρύνει την αναπαραγωγή του. Η επιθυμία οικειοποίησης της ιδιοκτησίας των άλλων οδηγεί ένα εξαναγκαστικό κράτος σε αναδιανομή του πλούτου, τουτέστιν σε έννομο αρπαγή.
Η ψευδομαρτυρία και η πολιτική ψευδολογία υπονομεύουν την κρατική αξιοπιστία, την εμπιστοσύνη των επενδυτών, την διατηρήσιμη ανάπτυξη.
Όσες χώρες, μικρές ή μεγάλες, αδιάφορο, σέβονται αυτούς τους κανόνες, αυξάνουν αργά ή γρήγορα το επίπεδο της ευημερίας τους. Παραδείγματα (των τελευταίων δεκαετιών): Καναδάς, Ιρλανδία, Νέα Ζηλανδία. Όσες, αντιθέτως, τους παραγνωρίζουν, είτε λόγω καλών προθέσεων αλλά χρήσεως εσφαλμένων μέσων, είτε λόγω άγνοιας ή πολιτικής δολιότητας, είναι καταδικασμένες να αναδιανέμουν, έστω σε ‘’δίκαια’’ μερίδια, την ολοένα βαθύτερη φτώχεια.
Σε αυτά τα αποτελέσματα οδηγούν οι αντιλήψεις ‘’περισπούδαστων’’ μελετητών, που συγχέουν την αποφυγή διακρίσεων με την υλική και εξαναγκαστική ισότητα, αλλά και οι ιδιοτελείς επιδιώξεις πολιτικών δημαγωγών.
Οι διάφοροι λαοί, όμως, και μεταξύ αυτών κατ’ εξοχήν ο ελληνικός, διαθέτουν αρκετά δεδομένα και εμπειρίες για να διακρίνουν επιτυχώς και να επιλέξουν ανάμεσα στα θεμέλιους λίθους και στα επαναλαμβανόμενα φληναφήματα περί ευημερίας.
*Νομικός – Οικονομολόγος