Κατά την πανδημία, το 62% των Ελλήνων έδειξε την προτίμησή του σε μικρά καταστήματα, στηρίζοντας εγχώριους επιχειρηματίες, ενώ ανακάλυψε τα πολλά πλεονεκτήματα των online αγορών και δραστηριοτήτων.
Πρόσφατη έρευνα που διεξήχθη από την Ipsos για λογαριασμό της PayPal, δείχνει ότι έχουμε πλέον την τάση να βοηθάμε τους συνανθρώπους μας ολοένα και περισσότερο, ενώ, κατά την πανδημία, το 74% των πληρωμών για κοινωφελείς σκοπούς πραγματοποιήθηκε online.
Ακόμη, η ίδια έκθεση, καταγράφει την αυξανόμενη δημοτικότητα των ανέπαφων τρόπων πληρωμής.
Οι μισοί Millennials προτιμούν να αποφεύγουν την επαφή με το τερματικό, ενώ 4 στους 10 ηλικιωμένους (43%) μοιάζουν έτοιμοι να εγκαταλείψουν τελείως τη χρήση μετρητών από τώρα και στο εξής.
«Αντιμέτωποι με μια πρωτόγνωρη κατάσταση, όλοι μας προβήκαμε σε τεράστιες αλλαγές στην καθημερινότητά μας, εντάσσοντας πλέον στη ρουτίνα μας νέους δημιουργικούς τρόπους απασχόλησης, σε συνδυασμό με μια αλτρουιστική διάθεση για το καλό της κοινότητας. Στην ουσία, όσα βιώσαμε μας παρότρυναν να αλλάξουμε την πάγια αντίληψη σχετικά με τον πρότερο τρόπο ζωής μας. Η έρευνα ευρωπαϊκής κλίμακας, η οποία διεξήχθη από την Ipsos για λογαριασμό της PayPal, αποκαλύπτει ένα μείζον σημείο καμπής στις αγοραστικές και καταναλωτικές συνήθειες στην Ελλάδα, κατά τη διάρκεια των περιοριστικών μέτρων, και πιο συγκεκριμένα, με γνώμονα το πνεύμα της αλληλεγγύης και το ενδιαφέρον για την τοπική κοινωνία, με στοχευμένες δράσεις», δήλωσε ο Efi Dahan, General Manager της PayPal για την Κεντρική-Ανατολική Ευρώπη και τη Λατινική Αμερική.
Πιστοί στις επώνυμες μάρκες οι Έλληνες
Σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση, οι Έλληνες παρέμειναν πιστοί στις επώνυμες μάρκες κατά τη διάρκεια του lockdown, κυρίως χάρη στην μεγάλη ποικιλία των προσφερόμενων ειδών, αλλά οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις ήταν εκείνες που κέντρισαν το ενδιαφέρον και κέρδισαν τόσο την εμπιστοσύνη όσο και την αναγνώριση από την πλευρά μας, δείχνοντας έμπρακτα τη σημασία που δίνουμε στην ενίσχυση της τοπικής κοινότητας και οικονομίας. Σχεδόν τα δύο τρίτα των ερωτηθέντων (62%) έκαναν τις αγορές τους από μικρά τοπικά καταστήματα εν μέσω καραντίνας και το 32% ψώνισε διαδικτυακά από μικρομεσαίες μάρκες. Σχεδόν οι μισοί εκ των ερωτηθέντων αποφάσισαν να πραγματοποιήσουν μια αγορά σε μια μικρομεσαία επιχείρηση ή σε ένα κατάστημα της γειτονιάς, προκειμένου να στηρίξουν τόσο την τοπική όσο και την εθνική οικονομία. Η τάση αυτή φαίνεται ότι θα συνεχιστεί και στο μέλλον, μετά την άρση των περιοριστικών μέτρων, καθώς το 58% των Ελλήνων δηλώνει ότι σκοπεύει να αγοράζει ακόμα περισσότερα τοπικά προϊόντα.
Τα δύο τρίτα του γενικού πληθυσμού (66%) αισθάνονται την υποχρέωση να υποστηρίξουν τις μικρές επιχειρήσεις της περιοχής τους. Αυτό μοιάζει ιδιαίτερα σημαντικό για τα άτομα μεγαλύτερης ηλικίας, αφού το 87% άνω των 65 ετών θεωρεί ότι η στήριξη της τοπικής οικονομίας είναι απαραίτητη για να ξεπεράσουμε την κρίση της πανδημίας.
Περισσότερες ανέπαφες πληρωμές
Ακόμα και προ κρίσης, τα μετρητά έχαναν σταδιακά τη δημοτικότητά τους σε σχέση με άλλες μεθόδους πληρωμής. Η πανδημία επιτάχυνε κυριολεκτικά τη διαδικασία αυτή, καθώς 6 στους 10 ερωτηθέντες στην Ελλάδα σκέφτονται να δοκιμάσουν πλέον νέες ανέπαφες λύσεις πληρωμών στα καταστήματα. Οι μισοί Millennials προτιμούν τη χρήση ανέπαφων συναλλαγών προκειμένου να αποφύγουν τη χρήση ΡΙΝ.
Το 43% των ατόμων άνω των 65 ετών θα εγκατέλειπε τελείως τη χρήση μετρητών από τώρα και στο εξής.
Και άλλοι τρόποι πληρωμής μετατοπίζονται και αποκτούν σταδιακά online χαρακτήρα. Κατά τη διάρκεια της καραντίνας, οι μισοί Έλληνες (51%) εξόφλησαν τους λογαριασμούς για τις δαπάνες του νοικοκυριού τους μέσω διαδικτύου ή mobile εφαρμογών. Το 70% των ερωτηθέντων ανέφερε ότι ακόμα και μετά το lockdown θα εξακολουθήσει να πληρώνει τους λογαριασμούς οικιακών εξόδων αποκλειστικά και μόνο online. «Από την έναρξη της πανδημίας της νόσου Covid-19, ο κόσμος αποφεύγει τα μετρητά, επειδή φοβάται μήπως προσβληθεί από τον ιό. Οι Έλληνες διστάζουν επίσης να αγγίξουν οθόνες αφής σε καταστήματα. Η νοοτροπία αυτή δεν πρόκειται να αλλάξει και θα ζήσουμε πλέον μια νέα κανονικότητα», αναφέρει ο Efi Dahan.
Ενώ βρέθηκαν στη θέση να ανακαλύψουν μια ευρεία γκάμα online υπηρεσιών και δραστηριοτήτων, 9 στους 10 Έλληνες (89%) επεσήμαναν τα πλεονεκτήματα των διαδικτυακών αγορών εν μέσω του lockdown, όπως η μη αναμονή σε ουρές ταμείων (61%), η δυνατότητα παράδοσης κατ’ οίκον (46%) και οι ανταγωνιστικές τιμές ή και προσφορές-εκπτώσεις (44%). «Με ολόκληρο τον πληθυσμό του πλανήτη αναγκασμένο να μείνει ταυτόχρονα εντός σπιτιού από τη μια στιγμή στην άλλη, η όρεξη για online shopping απεδείχθη όντως ακόρεστη. Η αύξηση της δραστηριότητας που παρατηρήσαμε τους τελευταίους μήνες μπορεί να συγκριθεί μόνο με την συνολική κατάσταση που επικρατεί εδώ και δύο ή ίσως τέσσερα χρόνια, με την προοδευτική υιοθέτηση των ψηφιακών πληρωμών και τη διαδικασία εγκατάλειψης των μετρητών», προσθέτει ο Dahan.
Τι ψώνισαν οι Έλληνες
Οι πλέον δημοφιλείς κατηγορίες στις online αγορές εν μέσω πανδημίας περιελάμβαναν τα εξής αγαθά: είδη ένδυσης, υπόδησης και αξεσουάρ μόδας (37%), καλλυντικά και προϊόντα ομορφιάς (31%), ηλεκτρονικά είδη-computers (31%), είδη φαρμακείου και φάρμακα (29%), καθώς και οικιακό εξοπλισμό και είδη κήπου (23%). Επιπλέον, ένας στους πέντε Έλληνες (20%) δήλωσε ότι αξιοποίησε την ευκαιρία να πραγματοποιήσει online παραγγελίες φαγητού και ποτού.
Ανάμεσα στις ηλικιακές κατηγορίες και τις διαφορετικές γενιές, παρατηρήθηκαν βέβαια αρκετές και συχνά σημαντικές διαφορές. Οι νέοι σε ηλικία καταναλωτές ήταν πιο πιθανό να αγοράσουν online υπηρεσίες και πιο πρόθυμοι να πουλήσουν προϊόντα και υπηρεσίες στο διαδίκτυο. Από την άλλη, οι μεγαλύτεροι αγοραστές (65 ετών και άνω) εκτίμησαν κυρίως την πρόσβαση σε καταστήματα ή σε είδη εκτός οικίας και την απευθείας παράδοση στην πόρτα τους.
Ένα ακόμη εύρημα της έρευνας, είναι ότι η κρίση αφύπνισε το αίσθημα του αλτρουισμού στους Έλληνες, καθώς και την αμοιβαία επιθυμία αλληλοβοήθειας. Στην εποχή του κορονοϊού, ένας στους δέκα ερωτηθέντες στη χώρα μας ξεκίνησε να παρέχει εθελοντική εργασία ή να κάνει δωρεές, με το 74% εξ αυτών να προτιμά πλέον τις online δωρεές. Γενικά, ο ελληνικός πληθυσμός έχει την τάση να επιλέγει για δωρεές ένα συγκεκριμένο φιλανθρωπικό ίδρυμα και στις περισσότερες περιπτώσεις πρόκειται εν τέλει για την ενίσχυση ενός μικρού τοπικού κοινωφελούς σκοπού και όχι απαραίτητα μιας ευρέως γνωστής διεθνούς οργάνωσης.