Η Κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός, ίσως άθελά τους, παίζουν με τη φωτιά της αδικαιολόγητης αισιοδοξίας, γεγονός εξόχως επικίνδυνο
Στις μέρες μας όμως, η εμπιστοσύνη είναι μεγάλη υπόθεση. Και στο επίπεδο αυτό, ο ΣΥΡΙΖΑ το παιχνίδι το έχει χάσει πλήρως. Θα πρέπει ο Μητσοτάκης να κάνει τραγικά λάθη για να ξαναβρούν ίχνη λαϊκής εμπιστοσύνης ο Αλέξης Τσίπρας και οι περί αυτόν
Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη και της Κυβέρνησής του, εν μέσω πανδημίας και σοβαρότατης παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, όλα τους πάνε καλά. Και για να είμαστε ακριβοδίκαιοι, δεν έχουν κάνει και πολλά πράγματα.
Ουσιαστικά έτσι, με αντικειμενικά κριτήρια, η απόλυτη απαισιοδοξία που επικρατούσε στην Ελλάδα τον Φεβρουάριο 2019 με την υπέρμετρη αισιοδοξία που διαπιστώνεται σήμερα, 18 μήνες μετά, εν μέσω πανδημίας κορωνοϊού, δεν δικαιολογείται. Τί συμβαίνει, λοιπόν;
Ένα πρώτο θετικό στοιχείο που δικαιολογεί την αισιοδοξία, είναι το ύφος και το στυλ της σημερινής κυβέρνησης και του επικεφαλής της. Καμμιά απολύτως σχέση με αυτούς που εγκατέλειψαν την εξουσία. Η έστω και επίπλαστη σοβαρότητα κάποιων μελών της σημερινής κυβέρνησης, εμπνέει πολύ περισσότερη εμπιστοσύνη από τους «μάγκες» με τα σακκίδια και τους υβριστές -τραμπούκους των προηγούμενων κυβερνήσεων.
Στις μέρες μας όμως, η εμπιστοσύνη είναι μεγάλη υπόθεση. Και στο επίπεδο αυτό, ο Σύριζα το παιχνίδι το έχει χάσει πλήρως. Θα πρέπει ο Κυριάκος Μητσοτάκης να κάνει τραγικά λάθη για να ξαναβρούν ίχνη λαϊκής εμπιστοσύνης ο Αλέξης Τσίπρας και οι περί αυτόν.
Πέρα από το θέμα της εμπιστοσύνης, η Κυβέρνηση έδωσε πετυχημένες εξετάσεις και στις υποθέσεις του Έβρου και της πανδημίας.
Στην πρώτη περίπτωση, η αποφασιστικότητα στην αντιμετώπιση της έμμεσης τουρκικής εισβολής, πρώτον κατέρριψε το μύθο περί των «κακόμοιρων μεταναστών» που θέλουν να σωθούν και δεύτερον έδειξε ότι η χώρα δεν είναι ξέφραγο αμπέλι, όπως ήταν λίγους μήνες νωρίτερα. Αυτό δε συνέβη και προς μεγάλη έκπληξη του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, που δεν περίμενε παρόμοια ετοιμότητα και αντίδραση.
Στη συνέχεια, η κυβέρνηση μπροστά στον κίνδυνο μιας υγειονομικής συντριβής, αντιμετώπισε δραστικά και χωρίς κανέναν γελοίο υπολογισμό πολιτικού κόστους την κρίση του κορωνοϊού και για την ώρα είναι κερδισμένη. Η Ελλάδα θεωρείται παγκόσμια «ιστορία επιτυχίας» και αυτό ανεβάζει στα ύψη το κύρος, τη φήμη και την εικόνα της χώρας.
Αν τον Σεπτέμβριο-Οκτώβριο δεν έχουμε δυσάρεστες εκπλήξεις, το άυλο κεφάλαιο που θα έχει κερδίσει η χώρα θα είναι τεράστιο. Και πάνω σε αυτό πολλά θα μπορεί να κτίσει.
Ακόμα περισσότερο δε, που τώρα θα έχει και σχετικά άφθονο χρήμα για τον σκοπό αυτόν. Οι τελευταίες ευρωπαϊκές αποφάσεις είναι απίθανο δώρο για την Ελλάδα και την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, που οφείλεται 100% στην πανδημία και τις επιπτώσεις της.
Πλην όμως, το δώρο αυτό, έχει τεράστια ιστορική σημασία για την Ευρώπη και την ολοκλήρωσή της. Υπό αυτή την έννοια, επειδή γνωρίζουμε πρόσωπα και πράγματα, ας μας επιτραπεί να διατηρούμε επιφυλάξεις αν στην κυβέρνηση και στο περιβάλλον του πρωθυπουργού όλοι συνειδητοποιούν την ουσία των αποφάσεων του τελευταίου περιπετειώδους Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
Από την Τρίτη 21 Ιουλίου 2020, η Ευρώπη είναι διαφορετική. Το σχεδόν διπλάσιο ύψος του προϋπολογισμού της και η ανάληψη κοινού χρέους αποτελούν ένα μεγάλο και αποφασιστικό βήμα προς τη μεγαλύτερη ενοποίηση, αλλά και αυτήν καθαυτήν την ομοσπονδιοποίηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η στιγμή είναι πραγματικά ιστορική, τουλάχιστον ίδιας, αν όχι και μεγαλύτερης σημασίας με την έγκριση της Ενιαίας Ευρωπαϊκής Πράξης που θέσπισε την Ενιαία Αγορά, καθώς και της Συνθήκης του Μάαστριχτ που δημιούργησε την Οικονομική και Νομισματική Ένωση και εισήγαγε το ενιαίο ευρωπαϊκό νόμισμα στη ζωή μας.
Εκτός όμως από τα πιο πάνω δύο σημαντικά στοιχεία της απόφασης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, όπως επισημαίνει ο κ. Αλέκος Κρητικός, πρώην στέλεχος της Ένωσης, υπάρχει και μια σειρά άλλων, ίσως λιγότερο φωτιζόμενων, αποφάσεων, οι οποίες συμπληρώνουν το μεγάλο βήμα που συντελέσθηκε και που δείχνουν ότι οι αλλαγές που αποφασίσθηκαν δεν είναι ευκαιριακές αλλά έχουν προοπτική να διατηρηθούν και μετά την αντιμετώπιση της κρίσης του κορωνοϊού.
Όπως για παράδειγμα, η διάταξη σύμφωνα με την οποία το ανώτατο επιτρεπόμενο ύψος του κοινοτικού προϋπολογισμού θα διατηρηθεί όχι μόνο κατά τα χρόνια υλοποίησης του Ταμείου Ανάκαμψης, αλλά και μετά, μέχρι τη λήξη των δανειακών υποχρεώσεων της Ένωσης, δηλαδή μέχρι το 2058! Αυτό δεν υποχρεώνει
βέβαια σε εξάντληση αυτού του ανωτάτου ορίου όλα αυτά τα χρόνια, παρέχει όμως αυτή τη δυνατότητα. Δικαιώνοντας έτσι όσους υποστηρίζουν ότι η αύξηση του κοινοτικού προϋπολογισμού ήλθε για να μείνει, παρά τις αντίθετες διαβεβαιώσεις που δόθηκαν στις τέσσερις «φειδωλές» χώρες προκειμένου να συμφωνήσουν.
Αυτό το έχουν βεβαίως αντιληφθεί οι τέσσερις «φειδωλοί» και έτσι εξηγείται η ένταση της αντίδρασής τους.
Αυτή η διάσταση είναι αντιληπτή και στον ευρύτερο κυβερνητικό σχηματισμό; Αν κρίνουμε από κάποιες «παχειές» κουβέντες που ακούσαμε από στόματα στελεχών της κυβέρνησης και άλλους τινές, η Ευρώπη παραμένει γι΄ αυτούς μια αγελάδα, από την οποίαν κάποιοι «ξύπνιοι» σε αντίθεση προς τους «κουτόφραγκους» θα αρμέξουν γάλα ερήμην της πραγματικότητας και των ευρωπαϊκών θεσμών.
Κάποιοι, ως φαίνεται, ζουν σε μια «άλλη» Ελλάδα. Πουλάνε έτσι αισιοδοξία και ελπίδες, όταν θα έπρεπε να συνιστούν υπευθυνότητα και δημιουργικότητα.
Για την κυβέρνηση, ένα χρόνο μετά την άνοδο της στην εξουσία, η πραγματική και πολύ σοβαρή κρίση απότοκος της πανδημίας, τώρα αρχίζει. Ας κάνουν κράτει λοιπόν κάποια «φουσκωμένα μυαλά» γιατί οι φούσκες έχουν την ιδιότητα να σκάνε ενίοτε δε με πάταγο.
Πριν, λοιπόν, προς Οκτώβριο μήνα, σκάσει μύτη ένα νέο lockdown, καλό θα ήταν να ξεχάσουν κάποιοι πρακτικές του παρελθόντος. Για το καλό όλων μας και πρωτίστως δικό τους.