"Υπό τις παρούσες συνθήκες, μόνο έκπληξη δεν αποτελεί πλέον η πρόωρη προσφυγή στις κάλπες τους επόμενους μήνες"...
Του Χάρη Παυλίδη
Οι εξελίξεις στο πολιτικό προσκήνιο και οι διεργασίες που συντελούνται στη κοινωνία, όπως αυτές καταγράφονται στα ποιοτικά ευρήματα των δημοσκοπήσεων, προϊδεάζουν για ένα συναρπαστικό δίμηνο.
Από τη μια πλευρά η κυβέρνηση θα προσπαθήσει να αναδιατάξει τις δυνάμεις της και να κλείσει γρήγορα τη δεύτερη αξιολόγηση, ενώ η αντιπολίτευση δεν αποκλείεται λόγω των υψηλών ταχυτήτων με τις οποίες τρέχει ο πολιτικός χρόνος, να βρεθεί αντιμέτωπη με την πραγματικότητα.
Στην προκειμένη περίπτωση η πραγματικότητα ήταν και παραμένει ο μεγάλος αντίπαλος κάθε κυβέρνησης και κάθε αντιπολίτευσης, εκ των πραγμάτων εν δυνάμει κυβέρνησης.
Υπό τις παρούσες συνθήκες η κυβέρνηση, με τη σωρεία λαθών που διέπραξε στην εφαρμογή του τρίτου προγράμματος και τα μέτωπα που άνοιξε σε ευαίσθητους τομείς(ΜΜΕ, Δικαιοσύνη, Υγεία, Παιδεία και Εκκλησία), δύσκολα θα αποφύγει αυτό που φαινόταν αδύνατον μετά από την επαναβεβαίωση της εμπιστοσύνης του εκλογικού σώματος.
Εν ολίγοις μόνο έκπληξη δεν αποτελεί πλέον η πρόωρη προσφυγή στις κάλπες τους επόμενους μήνες.
Ασφαλώς ο κ. Τσίπρας δεν θα παραδοθεί αμαχητί. Ωστόσο και στον ίδιο έχει γίνει αντιληπτό ότι ο ΣΥΡΙΖΑ απώλεσε τη δυναμική του και κυρίως το μεγαλύτερο μέρος της εμπιστοσύνης της μεσαίας τάξης. Εκείνων δηλαδή που ψήφισαν το ίδιον και όχι- όπως κάποιοι κομματικοί θέλουν να πιστεύουν- τον ΣΥΡΙΖΑ της 'ριζοσπαστικής Αριστεράς'.
Αυτή είναι η μια όψη της πραγματικότητας, την οποία γνωρίζει ο πρωθυπουργός. Σ' αυτή τη φάση όμως δεν μπορεί να κάνει και πολλά πράγματα, αφού κάτι τέτοιο θα έθετε σε κίνδυνο τις εύθραυστες ισορροπίες σε κυβέρνηση και κόμμα.
Πολύ απλά το 'κεφάλαιο Τσίπρας' δεν μπορεί να αποχωριστεί από τον 'κοινό λογαριασμό' με το ΣΥΡΙΖΑ. Γι αυτό και ο επικείμενος ανασχηματισμός πολύ δύσκολα θα ανατρέψει την εικόνα που έχει πλέον διαμορφώσει η κοινή γνώμη για τις διαχειριστικές ικανότητες της κυβέρνησης.
Κι αυτή η εικόνα δεν περιορίζεται μόνο στην επίλυση των προβλημάτων που απορρέουν από την πολυετή παραμονή στα μνημόνια, αλλά και από μια σειρά κυβερνητικών επιλογών σε τομείς της καθημερινότητας που όξυναν αντί να αμβλύνουν την απογοήτευση και το θυμό μεγάλου μέρους της κοινωνίας.
Συνοψίζοντας ως προς την μια όψη της πραγματικότητας, αυτήν που αφορά την κυβέρνηση, δηλαδή η προφανής απαξίωσή της στη συνείδηση της κοινής γνώμης, δεν συνεπάγεται απαραίτητα ότι ο κ. Τσίπρας έκλεισε τον πολιτικό κύκλο του. Εναπόκειται στον ίδιον να βρει τρόπους ώστε η φθορά της κυβέρνησης να μη καταστεί καταστροφική για τον ίδιο.
Η άλλη όψη της πραγματικότητας, αυτή που αφορά την αντιπολίτευση, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον μια και τα έως αυτή την ώρα δημοσκοπικά ευρήματα δεν δείχνουν σημαντική μεταστροφή της κοινής γνώμης. Τουλάχιστον στο βαθμό που να δημιουργεί προϋποθέσεις δημιουργίας πλειοψηφικού ρεύματος υπέρ της.
Ο προσανατολισμός της ηγεσίας της είναι σωστός, αλλά ο θυμός και η απογοήτευση της μεσαίας τάξης(ας μη ξεχνάμε ότι ένα μεγάλο μέρος της ψήφισε Τσίπρα και όχι ΣΥΡΙΖΑ), είναι ένα γεγονός που οφείλει να αντιμετωπίσει. Και πάντως όχι με αντί- αριστερές κραυγές που εκτός από ανιστόρητες καθιστούν ομιχλώδη την πορεία προς το κέντρο και τους μετριοπαθείς ψηφοφόρους του.
Εν προκειμένω η πραγματικότητα, με την οποία ο κ. Μητσοτάκης δεν πρέπει επ ουδενί να συμφιλιωθεί, είναι ότι η Νέα Δημοκρατία επιστρέφει για να αποκαταστήσει το κυβερνητικό της παρελθόν. Ότι επανέρχεται προκειμένου να δικαιωθεί το δικό της ιδεολογικοπολιτικό αφήγημα έναντι του αντιστοίχου της Αριστεράς. Είναι βέβαιο ότι ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας δεν διαπνέεται από στερεότυπα και αντιλήψεις τέτοιου είδους. Ωστόσο δεν έχουν όλοι τις ίδιες απόψεις με τον κ. Μητσοτάκη.
Σε κάθε περίπτωση δεν αρκούν ισχυρές δόσεις αυτοκριτικής, αλλά και αποφασιστικές πρωτοβουλίες εντός και εκτός κομματικών τειχών, ώστε να αποφευχθούν συνειρμοί που αδικούν την προσπάθεια του κ. Μητσοτάκη να διευρύνει πολιτικά και εκλογικά τα όρια της Νέας Δημοκρατίας.
Εν κατακλείδι οι όψεις της πραγματικότητας στο βαθμό που θα αντιμετωπιστούν με σύνεση και ρεαλισμό, κυρίως με γνώμονα τις αλλαγές που έχουν συντελεσθεί στα μεσαία κοινωνικά στρώματα, θα κρίνουν σε μεγάλο βαθμό την έκβαση των κυοφορούμενων πολιτικών εξελίξεων.
Ο κ. Τσίπρας υπέστη φθορά εξ αιτίας των επιλογών του σε πρόσωπα ακατάλληλα για το ύψος των περιστάσεων. Πέραν αυτού πληρώνει το κόστος του λαϊκισμού που επέδειξε έναντι των μεταρρυθμίσεων και μιας αριστερής τελεολογίας στην άσκηση του κυβερνητικού έργου.
Όσο για τον κ. Μητσοτάκη που είναι άφθαρτος, αλλά επωμίζεται μέρος της φθοράς του κόμματός του, οι αλλαγές και οι μεταρρυθμίσεις που επαγγέλλεται για την Ελλάδα δεν θα έχουν κανένα αντίκρισμα στη κοινωνία εφόσον αυτές δεν ξεκινήσουν από τον πολιτικό φορέα που τις εξαγγέλλει.
*Ο Χάρης Παυλίδης είναι δημοσιογράφος
ΠΗΓΗ: NEWS247.GR