H ισχυρή ανάκαμψη της οικονομίας το 2018 μπορεί να διαμορφώσει ένα ευνοϊκότερο περιβάλλον για την αποκλιμάκωση των υψηλών φορολογικών συντελεστών στη φορολογία εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων, αναφέρουν οι αναλυτές της Alpha Bank, στο τελευταίο οικονομικό δελτίο της τράπεζας, στο οποίο παρουσιάζουν τις εκτιμήσεις τους για τις προκλήσεις που έχει να αντιμετωπίσει το νέο έτος η ελληνική οικονομία, αναφέρει το in.gr.
«Το 2018 είναι ιδιαίτερα κρίσιμο έτος για την ελληνική οικονομία καθώς οι οικονομικές εξελίξεις και η αντιμετώπιση των μεγάλων προκλήσεων κατά τη διάρκειά του θα προσδιορίσουν αφενός το περιβάλλον λειτουργίας της μετά το πέρας του τρίτου προγράμματος προσαρμογής και χρηματοδοτικής διευκολύνσεως της χώρας και αφετέρου τις παραγωγικές και αναπτυξιακές της δυνατότητες σε μακροχρόνιο ορίζοντα», εκτιμούν οι αναλυτές της Alpha Bank.
Οι προκλήσεις αυτές σύμφωνα με τους αναλυτές της τράπεζας έχουν ως ακολούθως:
Πρώτον, η αξιοποίηση, στο πρώτο εξάμηνο του νέου έτους, με ταχεία ολοκλήρωση της τρίτης και τέταρτης αξιολογήσεως, του ευνοϊκού διεθνούς περιβάλλοντος, όπως αυτό ορίζεται από τις αναπτυξιακές επιδόσεις της Ευρώπης και την υποστηρικτική νομισματική πολιτική της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τραπέζης. Με αυτόν τον τρόπο θα διασφαλισθεί η επιταχυνόμενη βελτίωση των δεικτών οικονομικού κλίματος και επιχειρηματικής εμπιστοσύνης και ο περιορισμός της πολιτικής αβεβαιότητος. Οι εξελίξεις αυτές συνιστούν προϋποθέσεις για την αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας από τους διεθνείς οίκους αξιολογήσεως του αξιόχρεου, έτσι ώστε να συνεχισθεί απρόσκοπτα, και με τον ίδιο ρυθμό, η μείωση της διαφοράς αποδόσεων των ελληνικών κρατικών ομολόγων από τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά.
Δεύτερον, η διαμόρφωση του ανωτέρω πλαισίου θα πρέπει να συνδυασθεί με την πλήρη εξειδίκευση των μέτρων για την ελάφρυνση του δημοσίου χρέους, υπό το πρίσμα των αποφάσεων του Eurogroup την Άνοιξη του 2016, τις οποίες επιβεβαίωσε τον Ιούνιο του 2017. Η εξέλιξη αυτή, σε συνδυασμό με τη δημιουργία ενός αποθέματος κεφαλαίων (buffer) για την κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών, τουλάχιστον της διετίας 2018-2019, θα σηματοδοτήσει την ομαλή επάνοδο της χώρας στις αγορές με τον σταθερό και πειστικό βηματισμό που επέτυχαν οι άλλες χώρες που ολοκλήρωσαν με επιτυχία τα προγράμματα προσαρμογής, όπως η Πορτογαλία και η Κύπρος.
Τρίτον, η επιτάχυνση του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων και των σχεδιαζόμενων έργων υποδομής. Τούτο θα αποτελέσει μηχανισμό προσελκύσεως νέων επενδυτικών κεφαλαίων και αναζωογονήσεως πολλών, μικρού και μεσαίου μεγέθους, ελληνικών επιχειρήσεων, οι οποίες θα λειτουργήσουν υποστηρικτικά προς τις μεγάλες επιχειρηματικές μονάδες.
Τέταρτον, η ολοκλήρωση της απελευθερώσεως των αγορών, ιδιαίτερα της ενέργειας και της υδρεύσεως, σε συνδυασμό με την επιτάχυνση της απορροφητικότητας των διαθεσίμων κοινοτικών κονδυλίων, καθώς και η περαιτέρω αξιοποίηση πόρων χρηματοδοτικών οργανισμών, όπως η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων. Οι πόροι αυτοί αναμένεται να ενισχύσουν τη ρευστότητα και την αξιοπιστία στην προσπάθεια μετασχηματισμού του παραγωγικού μοντέλου της χώρας, στηριζόμενο πλέον στην επενδυτική δαπάνη αντί της καταναλωτικής ζητήσεως.
Πέμπτον, σε συνάρτηση με την εφαρμογή των βασικών παρεμβάσεων επί των παραμέτρων που προσδιορίζουν τη δυναμική εξελίξεως του δημοσίου χρέους ώστε αυτό να καταστεί βιώσιμο, το οικονομικό επιτελείο και οι Ευρωπαίοι εταίροι θα πρέπει να εξετάσουν τη δημιουργία δημοσιονομικού χώρου μέσω της εκλογικεύσεως των στόχων για το πρωτογενές πλεόνασμα. Η προσαρμογή των στόχων προς το ρεαλιστικότερο, όχι μόνο θα επιτρέψει την επίτευξη υψηλότερων ρυθμών μεγεθύνσεως την επόμενη δεκαετία αλλά και θα περιορίσει τους χρηματοοικονομικούς κινδύνους που αναλαμβάνουν οι επενδυτές, εμπεδώνοντας την εμπιστοσύνη.
Έκτον, η απρόσκοπτη εφαρμογή του νομοθετικού πλαισίου για τα θέματα των ακινήτων μπορεί να συνδράμει στην οικονομική ανάπτυξη, καθώς αναμένεται να υποστηρίξει την προσπάθεια των ελληνικών τραπεζών στο έργο της αποτελεσματικής διαχειρίσεως των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Ως αποτέλεσμα, θα ενισχυθεί η προσφορά πιστώσεων, αποδεσμεύοντας κεφάλαια των τραπεζών, ενώ παράλληλα θα δώσει ώθηση στην αναδιάρθρωση του επιχειρηματικού και παραγωγικού τομέα μέσω της εξυγιάνσεως πλειάδας επιχειρήσεων και τη διαμόρφωση συνθηκών υγιούς και θεμιτού ανταγωνισμού.
Τέλος, η ισχυρή ανάκαμψη της οικονομίας το 2018 μπορεί να διαμορφώσει ένα ευνοϊκότερο περιβάλλον για την αποκλιμάκωση των υψηλών φορολογικών συντελεστών, στη φορολογία εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων. Η δημοσιονομική προσαρμογή έχει στηριχθεί υπέρμετρα στην αύξηση των φορολογικών συντελεστών και των ασφαλιστικών εισφορών υποσκάπτοντας την αναπτυξιακή δυναμική και τη φορολογική δικαιοσύνη. Το 2018 διαμορφώνονται οι συνθήκες ώστε το βάρος της προσαρμογής να μετακινηθεί προς το σκέλος του ελέγχου των δαπανών και της αξιοποιήσεως της δημόσιας περιουσίας».