Η ισχυρή καταναλωτική ευρωπαϊκή αγορά αλλάζει εξαιτίας της νεολαίας της. Σχεδόν ένας στους τρεις Ευρωπαίους είναι κάτω των 30 ετών και οι ετήσιες δαπάνες των οικογενειών που ανήκουν στη γενιά των millennials προβλέπεται να αυξηθούν στα περίπου 50.000 ευρώ μέχρι το 2022.
Παρακάτω παρουσιάζονται πέντε τάσεις στις οποίες εστιάζουν οι επιχειρήσεις και δραστηριοποιούνται στον κλάδο των καταναλωτικών προϊόντων.
Του Andy Wild*
Δημιουργήστε τους συναισθήματα. Οι millennials προτιμούν να αγοράζουν «εμπειρίες» παρά προϊόντα. Η επιτυχία των παιχνιδιών απόδρασης είναι μια απτή απόδειξη αυτής της τάσης.
Οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στους κλάδους της φιλοξενίας και του ελεύθερου χρόνου καθώς και στους κλάδους της λιανικής και της τεχνολογίας μπορούν να επωφεληθούν από τη συγκεκριμένη εξέλιξη εάν αξιοποιήσουν την ανάγκη των νέων καταναλωτών για περιπέτεια.
Το τέλος του ενός προϊόντος «για όλα τα γούστα». Οι νέοι Eυρωπαίοι έλκονται από τα ιδιαίτερα, εξατομικευμένα και τοπικά προϊόντα. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην Ευρώπη οι μικρο-ζυθοποιίες έχουν τριπλασιαστεί μέσα σε μόλις 6 χρόνια. Αυτή η τάση αναζήτησης της μοναδικότητας μπορεί να ικανοποιηθεί με την «εξατομίκευση» των προϊόντων.
Το ίδιο πλαίσιο, οι νέοι eυρωπαίοι καταναλωτές δίνουν ιδιαίτερη προσοχή στο πώς και πού παράγονται τα προϊόντα που αγοράζουν. Η έρευνα της HSBC τονίζει τη δυνατότητα οι επιχειρήσεις να εκμεταλλευτούν τις νέες τεχνολογίες όπως αυτή της τρισδιάστατης εκτύπωσης για να παράγουν προϊόντα «κατά παραγγελία» .
Η γενιά του Instagram. Οι νέοι τεχνολογικά καταρτισμένοι καταναλωτές νιώθουν άνετα να κάνουν αγορές διαδικτυακά ακόμη και απευθείας από τα social media. Επτά στους δέκα χρήστες του Instagram είναι κάτω των 35 ετών και το 80% των χρηστών ακολουθούν κάποιον εταιρικό λογαριασμό.
Στον καταναλωτικό κλάδο η παρουσία εταιρικού λογαριασμού στα social media και η ουσιαστική αλληλεπίδραση με τους καταναλωτές μέσω των κοινωνικών δικτύων είναι καίριας σημασίας.
Η ανάδειξη του υπεύθυνου καταναλωτή. Μια έρευνα της HSBC δείχνει ότι τα δύο τρίτα των καταναλωτών θέλουν να αγοράζουν από επιχειρήσεις που λειτουργούν με «ηθικό τρόπο», αλλά δεν μπορούν όλοι να ανταποκριθούν οικονομικά σε αυτή τους την επιθυμία. Η δυνατότητα να αποδείξει μια επιχείρηση τα πράσινα «εχέγγυά» της δεν πρέπει να περιορίζεται μόνο σε μάρκες πολυτελείας ή σε ειδικές κατηγορίες προϊόντων.
Για παράδειγμα, η εταιρεία ρούχων H&M το 2012 παρουσίασε την κολεξιόν «Conscious», η οποία παράγεται από 100% ανακυκλωμένα υλικά και σκοπεύει μέχρι το 2030 να χρησιμοποιεί ανακυκλωμένα ή άλλα υλικά που παράγονται με φιλικούς προς το περιβάλλον τρόπους σε όλα τα προϊόντα της.
Παραμένοντας «υγιείς». Οι νέοι Ευρωπαίοι δίνουν ιδιαίτερη προσοχή στη διατροφή τους και στην άσκηση. Η αξία της ευρωπαϊκής αγοράς του fitness αποτιμάται στα 26,6 δισεκατομμύρια ευρώ και είναι η μεγαλύτερη παγκοσμίως.
Σύμφωνα με έρευνες, η πλειοψηφία των νεαρότερων καταναλωτών θα δαπανούν περισσότερα χρήματα σε αθλητική ένδυση και υπόδηση στο μέλλον. Παρομοίως, η αγορά οργανικών τροφίμων στην ΕΕ έχει αυξηθεί κατά 50% την τελευταία τετραετία, αγγίζοντας τα 30 δισεκατομμύρια ευρώ.
Σε αυτό το πλαίσιο, οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται στους κλάδους της υγείας, της διατροφής και της ευεξίας έχουν δυνατότητες εντυπωσιακής ανάπτυξης.
*Επικεφαλής Commercial Banking της HSBC για την Ευρώπη