Συντριπτική θα είναι η κοινοβουλευτική πλειοψηφία του νέου Γάλλου προέδρου, ενώ καταποντίστηκε το Γαλλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα…
Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Η αποχή όντως είναι η μεγαλύτερη που έχει παρατηρηθεί σε γαλλικές βουλευτικές εκλογές από το 1958. Ξεπερνά άνετα το 50% και αυτό δεν είναι βεβαίως ό,τι καλύτερο για την κοινοβουλευτική δημοκρατία. Πλην όμως, κάποια συμπεράσματα-διδάγματα παραμένουν.
Το πρώτο από αυτά είναι ο καταποντισμός του Γαλλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος, το οποίο έπιασε 8% και με το ζόρι θα έχει 20 βουλευτές στην νέα γαλλική Βουλή, από τους διπλάσιους που είχε στην προηγούμενη. Δεύτερον, το μέτωπο του φαιοκόκκινου λαϊκισμού επίσης δεν τα πήγα καλά.
Η Μαρίν λε Πεν (14%) και ο Ζακ-Λυκ Μελανσόν (13%) έχασαν τις μισές ψήφους από αυτές που είχαν πάρει στις προεδρικές εκλογές και στην νέα Βουλή θα πιάσουν 20-22 και 10-18 βουλευτές αντιστοίχως. Σύνολο, δηλαδή 30-40 βουλευτές και για τα δύο κόμματα. Η δεξιά, από την πλευρά της, θα είναι μεν αξιωματική αντιπολίτευση, ωστόσο αισθητά αποδυναμωμένη.
Υπό αυτές τις συνθήκες, ένα νέο πολιτικό κεφάλαιο ανοίγει στην Γαλλία και το γεγονός αυτό θα έχει σημαντικές επιπτώσεις και στην Ευρώπη. Υπογραμμίζουμε δε ότι ένα νέο κεφάλαιο παίρνει σάρκα και οστά και για την επιχειρηματική Ευρώπη, η οποία σίγουρα μπαίνει σε νέα φάση. Ίσως δε αυτό να είναι και το κορυφαίο γεγονός της ημέρας.
«Ο Εμμανουέλ Μακρόν», μάς λέει ο Γάλλος επιχειρηματίας Γκρεγκουάρ Σεντίλες, πρόεδρος της εταιρείας NextStage, «έχει πλήρη γνώση τού τί συμβαίνει στην μικροοικονομία και σίγουρα είναι ο πρώτος Γάλλος πολιτικός που έχει καταλάβει τί σημαίνει η εκθετική επιτάχυνση της τεχνολογικής προόδου. Παράλληλα, όμως, συνειδητοποιεί και τον ρόλο που παίζει το άτομο στην περίπτωση αυτή. Κατά συνέπεια, είμαι βέβαιος ότι πολύ γρήγορα ο νέος επιχειρηματίας θα είναι στο επίκεντρο των πολιτικών που θα ακολουθηθούν στην Γαλλία και όχι μόνον…».
Από την άποψη αυτή, ο Γάλλος επιχειρηματίας –που διευθύνει ένα σημαντικό επιχειρηματικό fund– δεν έχει άδικο. Σε πρόσφατες δηλώσεις του, ο Γάλλος πρόεδρος τόνιζε ότι η καταπολέμηση της ανεργίας και ο περιορισμός των ανισοτήτων δεν μπορεί παρά να είναι το αποτέλεσμα της δημιουργίας «νέων αλυσσίδων προστιθέμενης αξίας». Τις τελευταίες δε, προσέθετε ο Εμμ. Μακρόν, θα τις δημιουργήσουν επιχειρήσεις που θα έχουν αγκαλιάσει την εποχή τους και άρα θα συμμετέχουν στην νέα βιομηχανική επανάσταση –αυτήν της ψηφιακής τεχνολογίας.
Απ’ ό,τι είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε, ήδη το ειδικό επιτελείο του Γάλλου προέδρου που ασχολείται με την τόνωση και διάδοση της νέας επιχειρηματικότητας στην Γαλλία, εκπονεί ένα πολύ φιλόδοξο σχέδιο μέσα στο οποίο πολύς λόγος γίνεται και για την επιχειρηματική Ευρώπη.
Νέοι άνθρωποι, όπως ο Αλέξης Κόλερ, 43 ετών, ο Ζουλιέν Ντενορμαντί, 36 ετών, η Σοφία Φερατσί, 40 ετών, και ο Κεντίν Λαφαί, 27 ετών, είναι οι πρωταγωνιστές ενός εντυπωσιακού επιχειρηματικού σχεδίου το οποίο, όπως λένε, θα είναι προοδευτικό και απαλλαγμένο από ταμπού και ιδεοληψίες.
«Η νέα επιχειρηματικότητα», τονίζει ένας από τους πρωτεργάτες του προγράμματος, «εδράζεται σε συντελεστές που στο παρελθόν είχαν δευτερεύουσα σημασία.
Πρόκειται για την γνώση, την πληροφόρηση και, κυρίως, την υψηλή ποιότητα του ανθρώπινου κεφαλαίου. Μέσα από αυτούς τους νέους συντελεστές θα προωθήσουμε μία νέα γαλλική επώνυμη ζήτηση, που όμως θα έχει και ευρωπαϊκό άρωμα.
Υπό αυτή την έννοια, πολύ γρήγορα θα ανακοινωθούν μεταρρυθμίσεις και στο γαλλικό εκπαιδευτικό σύστημα, καθ’ όσον η ποιότητα της παιδείας είναι πλέον κορυφαίο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα».
Σύμφωνα με πληροφορίες μας, το επιχειρηματικό σχέδιο Μακρόν για την Γαλλία έχει ήδη προσελκύσει και το ενδιαφέρον της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία ωστόσο δείχνει να αισθάνεται άβολα με τον νέο Γάλλο πρόεδρο. Κάποιοι πιστεύουν ότι θα προκαλέσει ανατροπές στο κοινοτικό κατεστημένο, το οποίο δεν είναι διόλου εθισμένο να λειτουργεί σε ταχύτητες που θέλει να επιβάλει ο νέος πρόεδρος της Γαλλίας.
Πολλοί, λοιπόν, είναι αυτοί που περιμένουν να δουν πώς θα πάνε οι σχέσεις του με την Γερμανίδα καγκελάριο, για να χαρτογραφήσουν και τις επόμενες κινήσεις της Γαλλίας στην Ευρώπη.
Ερώτημά μας: Στην ελληνική κυβέρνηση, έχει κανείς ακούσει κάτι περί ψηφιακής επιχειρηματικότητας και κοινωνίας της γνώσης;