Το «βαλς των χαμένων ονείρων» θα συνεχίσει να ακούγεται σε πείσμα του λαϊκισμού και του «τσιφτετελισμού» που έχει μετατρέψει την πολιτική και την πολιτιστική ζωή της χώρας σε «σκυλάδικο».
Του Χάρη Παυλίδη
Το βαλς των χαμένων ονείρων, επίκαιρο όσο ποτέ στις μέρες μας, συνοδεύει νοσταλγικά το κενό που άφησε πριν από 23 χρόνια ο Μάνος Χατζιδάκις. Κενό που δεν αφορά μόνο την μουσική παιδεία του συνθέτη, αλλά σε μεγάλο βαθμό τους πολιτικούς στοχασμούς που δεν μπόρεσε να μετουσιώσει σε θέσεις η αστική παράταξη. Κι αυτό γιατί ο Μάνος Χατζιδάκις δεν ανήκε στην «καιροσκοπική δεξιά».
Πίστευε, αντιθέτως, σε μια «δεξιά» που δεν εφησύχαζε σοσιαλιστικά και που παρά τις παθογένειες της- σε αντίθεση με την άκρα αριστερά- ανεχόταν τον διάλογο και την αντίθεση. «Είμαι όντως αναθεωρητής», είχε πει σε μια συνέντευξη, «και η αστική παράταξη είναι η μόνη που το ανέχεται αυτό».
Ο Μάνος Χατζιδάκις υπήρξε πηγή έμπνευσης για έναν κόσμο που τα ιδανικά του δεν χωρούσαν «σ’ έναν γεμάτο προκαταλήψεις «φιλελευθερισμό», ανεπαρκέστατο για ν’ απαντήσει στα τόσα ερωτήματα που μας περιβάλλει σαν Έλληνες και Ευρωπαίους ο παρόντας χρόνος». Η ανατρεπτική σκέψη αυτού του ξεχωριστού δημιουργού δεν χωρούσε σε κόμματα.
Γι αυτό και στη Νέα Δημοκρατία, της οποίας ο ιδρυτής Κωνσταντίνος Καραμανλής υπήρξε στενός φίλος του, δεν ασπάστηκε τις προωθημένες φιλελεύθερες απόψεις του. Και πως θα μπορούσε άλλωστε όταν οι «κλειδοκράτορες» του κόμματος τον άκουγαν να λέει ότι, «Η Νέα Δημοκρατία οφείλει να ξαναγίνει Νέα. Τουλάχιστον με την ίδια ειλικρίνεια που την εδραίωσε ο δημιουργός της αλλά και με το περιεχόμενο που της επιβάλλει ο χρόνος που ζούμε».
Και είναι γεγονός ότι η Νέα Δημοκρατία δεν κατάφερνε πάντα με επιτυχία να συνδυάζει το «περιεχόμενο» με τις αλλαγές που συντελούνταν στη κοινωνία. Διότι ακόμα και σήμερα, δύο δεκαετίες μετά από το θάνατό του, τα λόγια του θα μπορούσαν να αποτελέσουν το έναυσμα προκειμένου να διαγνωσθούν οι αιτίες που καθυστερούν την μετεξέλιξη του κόμματος σε μεγάλη αστική παράταξη.
«Στερούμεθα», είχε πει, «ιδεολογίας, στερούμεθα στόχων, στερούμεθα περιεχομένου. Και προπαντός στερούμεθα σύγχρονης σκέψης». Γιατί ο Μάνος Χατζιδάκις όπως συγκρουόταν με τις ιδεοληψίες της αριστεράς, έτσι δεν ανεχόταν να υπηρετεί αισθηματολογικά τον αντικομμουνισμό.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το 1983, όταν πρόεδρος της ΟΝΝΕΔ ήταν ο Βασίλης Μιχαλολιάκος, αποχώρησε οργισμένος από το φεστιβάλ της νεολαίας όταν μια ομάδα ΟΝΝΕδιτών φώναζε «Φέρτε μας τον Σαλαμπάση»(ο τραγουδιστής του σουξέ «Σ’ αγαπάω μ’ ακούς»). Αμέσως μετά προέβη σε μια δήλωσε που έμεινε στην ιστορία. «Είναι νεολαία αναψυκτηρίου». Και φυσικά δεν δίστασε να αποδεχθεί πρόσκληση της νεολαίας του «Ρήγα Φεραίου»(ΚΚΕ εσωτερικού) και μετά το τέλος της συναυλίας να δηλώσει ότι έπαιξε μπροστά σε μια «πολιτισμένη νεολαία».
Αυτός ο «δεξιός» Μάνος Χατζιδάκις, που όπως έλεγε συμπεριφερόταν ως μεγαλοαστός, ως καλλιέργεια ήταν ποιητής και ως ιδιοσυγκρασία λαϊκός, δεν άφηνε τα πιστεύω του να πολώνουν τη σκέψη του. Αντιπαρατίθετο σκληρά με την άκρα αριστερά και την άκρα δεξιά, αλλά όταν ήταν απαραίτητη εθνικά η συναίνεση δεν υπάκουε σε «γραμμές».
Σε κάποια παρόμοια περίπτωση που η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ είχε υποχρεωθεί να πάρει σκληρά μέτρα είχε πει «Καλώς ή κακώς, η παρούσα κυβέρνηση έλαβε μέτρα, και μάλιστα αυστηρά, για να αποτρέψει κατά την κρίση της τη βέβαιη οικονομική καταστροφή του τόπου».
Σημείωνε δε ότι πρέπει η κυβέρνηση «να σταματήσει η αμπάριζα της αναλήψεως των ευθυνών και η μεταβίβαση τους από τη μια παράταξη στην άλλη». Γι αυτό και θεωρούσε ότι ενώ είναι απαραίτητη η ομοψυχία, εν τούτοις δεν επιτυγχάνεται «Διότι οι Έλληνες κάποτε, έστω για λίγο, ξυπνούν και μετά ξανακοιμούνται μακαρίως».
Για όλα αυτά, αλλά και πολλά περισσότερα που δεν χωρούν σ’ ένα άρθρο, το «βαλς των χαμένων ονείρων» θα συνεχίσει να ακούγεται σε πείσμα του λαϊκισμού και του «τσιφτετελισμού» που έχει μετατρέψει την πολιτική και την πολιτιστική ζωή της χώρας σε «σκυλάδικο».
*Ο Χάρης Παυλίδης είναι δημοσιογράφος.
ΠΗΓΗ; NEWS247.GR