Η διάψευση της ουτοπίας του κυβερνοχώρου αναγκάζει τις τεχνολογικές εταιρείες να αναλάβουν μια πιο ταπεινή αποστολή. Γιατί πρέπει να δώσουν προτεραιότητα στην αξιοπιστία έναντι της ανατροπής.
Το «ζήτα συγχώρεση, όχι άδεια» είναι το μότο των τεχνολογικών εταιρειών στην εποχή του ίντερνετ. Ανατρέπουν το status quo, χωρίς να περιορίζονται από το ρυθμιστικό πλαίσιο.
Του John Gapper
Η απαγόρευση της Uber στο Λονδίνο ανάγκασε τον Dara Khosrowshahi, διευθύνοντα σύμβουλο της υπηρεσίας διαμοιρασμού αυτοκινήτων, να ζητήσει και τα δύο.
Πριν από την απολογία του κ. Khosrowshahi, που είχε ως στόχο να μη χαθεί η άδεια της Uber, τα τοπικά στελέχη είχαν αντιμετωπίσει με περιφρόνηση την απόφαση, με μπροστάρη τον Pierre-Dimitri Gore-Coty, επικεφαλής των ευρωπαϊκών δραστηριοτήτων της Uber. O κ. Gore-Coty πέρασε στην αντεπίθεση με τη γνωστή ωμότητα της Uber, υποστηρίζοντας πως η απόφαση δείχνει ότι το «Λονδίνο δεν είναι ανοικτό στις καινοτόμες επιχειρήσεις που προσφέρουν επιλογές στους καταναλωτές».
Ο κ. Gore-Coty φαίνεται ότι δεν έχει αφομοιώσει τις εξελίξεις, οπότε καλό θα ήταν να είμαι ξεκάθαρος: ο κυβερνοχώρος είναι νεκρός.
Η πεποίθηση ότι οι κυβερνήσεις δεν πρέπει μόνο να κάνουν στην άκρη για να περάσει μια τεχνολογία που ελευθερώνει τους πολίτες, αλλά δεν μπορούν και να τη σταματήσουν γιατί υπερβαίνει τον φυσικό κόσμο και τη δημοκρατία σε κάθε χώρα, έχει ξεπεραστεί. Όταν οι ρυθμιστικές αρχές σου λένε κάτι, τις ακούς.
Τα αντιφατικά μηνύματα της Uber καταδεικνύουν το πρόβλημα των τεχνολογικών εταιρειών. Όποιες και αν ήταν οι αδυναμίες του κυβερνοχώρου, ήταν μια φιλοσοφία που ενέπνευσε μια γενιά επιχειρηματιών, δίνοντας τους λόγους να αμφισβητήσουν τις κυβερνήσεις και τις μεγάλες εταιρείες. Τώρα υπάρχει ένα κενό στη θέση αυτής της φιλοσοφίας.
Ο προφήτης του κυβερνοχώρου ήταν ο John Perry Barlow, πρώην κτηνοτρόφος στο Ουαϊόμινγκ και στιχουργός των Grateful Dead, ο οποίος έμπλεξε την ελευθεριστική (libertarian) νοοτροπία της αμερικανικής Δύσης με τη σύγκλιση της τεχνολογίας και των τηλεπικοινωνιών σε ένα νέο πεδίο ψηφιακού χώρου.
Όπως οι κοινότητες αυτο-οργανώθηκαν στην ενδοχώρα των ΗΠΑ, μπορούσαν να το κάνουν τώρα και στο ίντερνετ.
«Σας ζητώ εσάς από το παρελθόν να μας αφήσετε ήσυχους. Δεν έχετε την κυριαρχία εκεί που μαζευόμαστε» έγραφε ο κ. Perry Barlow στη «Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας του Κυβερνοχώρου».
Όπως το έθεσε ο καθηγητής Νομικής του Harvard, Lawrence Lessig, στο βιβλίο του «Code», φιλοδοξούσε να αποτελέσει «την εξάλειψη του κράτους που είχε υποσχεθεί ο Μαρξ, εξαφανισμένου από τρισεκατομμύρια gigabytes που άστραψαν στον αιθέρα».
Όπως και ο μαρξισμός, δεν λειτούργησε στην πράξη. Οι κυβερνήσεις δεν έκαναν πίσω μπροστά στο θράσος του Perry Barlow. Είναι αντιμέτωπες με startup, καθώς και με πειρατές και χάκερ, που λειτουργούν πέρα από σύνορα σε απομακρυσμένους εξυπηρετητές (server). Αλλά εταιρείες όπως η Google είναι αρκετά τοπικές για να χρειάζονται άδεια για να λειτουργήσουν.
Η τάση αυτή έχει ενισχυθεί στην εποχή του Web 2.0, με τις Airbnb και Uber να γίνονται πλατφόρμες για συναλλαγές στοιχείων ενεργητικού όπως μια διαδρομή με ένα αυτοκίνητο ή ένα βράδυ σε ένα διαμέρισμα.
Το ψηφιακό βασίλειο του κυβερνοχώρου έχει συνδεθεί με τον φυσικό κόσμο των ρυθμισμένων αγορών. Στις δημοκρατίες πρέπει να συνυπάρχουν, διαφορετικά παρά τα όμορφα λόγια περί ψηφιακής απελευθέρωσης, είναι απλά ένα μέσο για παραβίαση του νόμου.
Η άλλη απογοήτευση είναι πως ο κυβερνοχώρος υποτίθεται πως θα έδινε δύναμη σε μικρές, αυτο-οργανώμενες κολεκτίβες για να τα βάλουν με τις μεγάλες εταιρείες. Πολύ συχνά συνέβη το αντίθετο.
Η Alphabet, το Facebook και η Amazon έχουν απίστευτη δύναμη, με βαθιές τσέπες και υψηλές χρηματιστηριακές αξίες.
Η Uber είναι μια παγκόσμια εταιρεία, ενώ οι οδηγοί ταξί του Λονδίνου, ανεξάρτητα από το αν έχουν δίκιο ή άδικο που της αντιστέκονται, είναι μικρά ψάρια.
Αυτό θυμίζει λιγότερο τον κυβερνοχώρο που οραματιζόταν ο κ. Perry Barlow και περισσότερο αυτόν του William Gibson, από το μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας «Neuromancer», του οποίου προήλθε και ο όρος.
Ο κυβερνοχώρος του κ. Gibson ήταν, όπως σημείωσε ο Fred Turner, καθηγητής στο πανεπιστήμιο Stanford, στην ιστορία του «From Counterculture to Cyberculture», «ένα σκοτεινό υπερβιομηχανοποιημένο τοπίο στο οποίο κυριαρχούν οι μεγάλες εταιρείες».
Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν είναι ειδικός στο να εκμεταλλεύεται τις ελευθερίες του κυβερνοχώρου. Χρησιμοποιώντας ανατρεπτική γλώσσα, δήλωσε ότι λάνσαρε το Russia Today, τον οργανισμό ειδήσεων και προπαγάνδας, για να «σπάσει το αγγλοσαξονικό μονοπώλιο στις παγκόσμιες ροές πληροφόρησης».
Μια τεχνολογία που μεταδίδει την πληροφορία γρήγορα και φθηνά μπορεί να προπαγανδίσει ψευδείς ειδήσεις.
Οπότε, όταν ο Mark Zuckerberg, ο ιδρυτής του Facebook, απέρριψε τις κατηγορίες ότι η Ρωσία χρησιμοποίησε το κοινωνικό του δίκτυο για να επηρεάσει τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές ως μια «κάπως τρελή ιδέα», δεν έπεισε.
Παραδέχθηκε την προηγούμενη εβδομάδα ότι το Facebook χρησιμοποιήθηκε για τη διανομή 3.000 διαφημίσεων και ενδεχομένως για την «υπονόμευση της δημοκρατίας», κάθε άλλο παρά μένοντας έξω από το πολιτικό κάδρο.
Αυτός και ο κ. Khosrowshahi συνειδητοποίησαν την ίδια αλήθεια: δεν δραστηριοποιούνται σε μια τεχνολογική ουτοπία αλλά στον πραγματικό κόσμο και πρέπει να υποκλίνονται στις ρυθμιστικές αρχές και στην κοινή γνώμη.
«Το κόστος της κακής φήμης είναι πολύ υψηλό» δήλωσε ο CEO της Uber στο προσωπικό της εταιρείας στο Λονδίνο. Υπάρχει επίσης και πολύ υψηλό κόστος στο να ισχυρίζεσαι πως ό,τι φέρνει ανατροπές είναι και καινοτόμο.
Αν ο κυβερνοχώρος είναι νεκρός, τότε τι θα τον ακολουθήσει; Οι τεχνολογικές εταιρείες προσφέρουν υπηρεσίες που θέλουν πολλοί, όπως δείχνουν και οι διαδηλώσεις που έγιναν κατά της αφαίρεσης της άδειας της Uber στο Λονδίνο. Aλλά το χάσμα ανάμεσα στο όραμα του κ. Perry Barlow και στην πραγματικότητα είναι μεγάλο.
Μια πιο ταπεινή αποστολή, το να είναι κανείς χρήσιμος και αξιόπιστος παρά ανατρεπτικός, θα ήταν προτιμότερη.
Αυτή είναι η τύχη κάθε τεχνολογικού κύματος. Ξεκινάει σαν ένα εντυπωσιακό φαινόμενο και καθώς επεκτείνεται στην οικονομία, ενσωματώνεται και γίνεται λιγότερο αξιοσημείωτο. Όταν οι τεχνολογικές εταιρείες παραδέχονται πως δεν είναι ξεχωριστές, ο κόσμος γίνεται ένα καλύτερο μέρος.
ΠΗΓΗ: EURO2DAY.GR