Οι δύσκολες περιστάσεις είναι αυτές που αναδεικνύουν τους ηγέτες.
Λένε ότι κάθε εποχή έχει τον ηγέτη της. Δεν είναι αλήθεια. Ο ηγέτης δεν εμφανίζεται στις ήρεμες εποχές.
Του Κωνσταντίνου Σ. Παχή(*)
Λένε ότι κάθε εποχή έχει τον ηγέτη της. Δεν είναι αλήθεια. Ο ηγέτης δεν εμφανίζεται στις ήρεμες εποχές. Δεν κυκλοφορεί στα παχιά λιβάδια. Ο ηγέτης βρίσκεται μόνο στις πέτρινες ώρες, στις άκρες των γκρεμών, εκεί ακριβώς που πρέπει ν΄ αποφασίσεις αν θα ανοίξεις τα φτερά για να πετάξεις ή θα πέσεις στο εντελώς α-σήμαντο, στο παροδικό. Αναδεικνύεται δημιουργώντας, όχι διατηρώντας. Είναι τέκτων μιας δομής, όχι διαχειριστής.
Ο ηγέτης είναι αυτός που νιώθει το δίλημμα να φτιάξει τα πράγματα ή να τα υφίσταται. Αν δεν αισθάνεσαι αυτό το δίλημμα, μένεις αφημένος μέσα σε μια δοσμένη πραγματικότητα και στις ροπές της, διαμαρτυρόμενος ίσως για ποικίλους παράγοντες.
Λένε ότι ο ηγέτης είναι απλώς ένας άνθρωπος που τον ευνόησε η τύχη. Δεν είναι αλήθεια. Ο Πλούταρχος μας διδάσκει ότι ο Αλέξανδρος ο Μέγας δεν ήταν καθόλου τυχερός, και τον βάζει να λέει «τα πολλά τραύματα στο σώμα μου αποδείχνουν πως η Τύχη στάθηκε πολέμιος και όχι σύμμαχός μου.»[1] Κάθε ηγέτης, από κάθε χώρο, μπορεί να πει το ίδιο ακριβώς. Διότι η ηγεσία δεν είναι δωρεά της τύχης αλλά κυριολεκτικώς κατόρθωμα[2].
Ο ηγέτης δεν είναι οπορτουνιστής, δεν θέλγεται από το προκύπτον. Γι αυτό δεν είναι προϊόν της τύχης. Είναι κραυγαλέο λάθος η άποψη πως ο ηγέτης είναι αυτός που εκμεταλλεύθηκε την τύχη, πως άρπαξε την περίσταση που προέκυψε μπροστά του. Ο ηγέτης εργάζεται αφοσιωμένα στον προκαθορισμένο στόχο του.
Έτσι, η νίκη του είναι δημιούργημα του σώφρονος και σταθερού χαρακτήρα του, κι όχι γέννημα τύχης. Γι αυτό μας διδάσκει ο Πλούταρχος: «Κι αν λοιπόν ο Σόλων κατά τύχη θεμελίωσε τη δημοκρατία, κι ο Μιλτιάδης κατά τύχη νίκησε, κι ο Αριστείδης κατά τύχη ήταν δίκαιος, τότε δεν υπάρχει έργο που να ‘ναι δημιούργημα της αρετής.»[3]
Ετυμολογικά, η λέξη ηγέτης σημαίνει είμαι οδηγός, προηγούμαι. Από την ίδια ρίζα προέρχεται ο ηγεμόνας. Η λέξη συνδέεται με το άρχων, με αυτόν δηλαδή που άρχει, που προχωρά πρώτος. Και οι δυό λέξεις, ηγέτης και άρχων, προέρχονται από το άγω και το αγέλαος, δηλαδή από τον παλαιολιθικό κυνηγό που έβγαινε για κυνήγι και τον ακολουθούσαν κάποιοι από την ευρύτερη ομάδα. Έτσι ο ηγέτης ταυτίζεται με το αρχηγός, όχι μόνο στη λαϊκή αντίληψη αλλά και ευρύτερα.
Εκφράζει μια κατάσταση πολιτική ή στρατιωτική. Σημειωτέον ότι τόσον ο Πλάτων όσο και ο Αριστοτέλης θέλησαν να την κάνουν να εκφράζει τον άνθρωπο που ελέγχει την πνευματική του συγκρότηση και την όλη συμπεριφορά του. Η προσπάθεια των δύο φιλοσόφων είναι ορθή αν και δεν πέρασε στην κοινή αντίληψη, δεδομένου ότι υπάρχουν ηγέτες σε κάθε μορφής δραστηριότητα του ανθρώπου.
Ηγέτης δεν είναι αυτός που δεν χρειάζεται τη συμπαράσταση κανενός, δεν είναι αυτός που δεν ζητάει τη βοήθεια του άλλου. Δεν είναι ο αυτάρκης. Ο ηγέτης, όπως μας δείχνει η ιστορία όλων των λαών και όλων των περιόδων, δεν αρκείται στο να δαπανά τη βοήθεια που παίρνει, δεν καταναλώνει τη συμπαράσταση, αλλά την σέβεται, την τιμά και επιχειρεί με αυτήν.
Ο ηγέτης έχει όραμα, όχι προσχηματισμένες ιδέες. Η διαφορά αυτών των δύο είναι καθοριστική. Το όραμα είναι δημιουργία, οι προσχηματισμένες ιδέες είναι εμμονή, είναι καθήλωση σε κάποιο στοιχείο του παρελθόντος. Ώστε το πρώτο είναι στοιχείο ζωής, ενώ το δεύτερο είναι παθολογικό. Γι αυτό ο ηγέτης θέλει δίπλα του, συν-εργάτες, ανθρώπους που έχουν την ικανότητα να υλοποιούν, όχι ανθρώπους που βυθίζονται στη φλυαρία των λόγων, όχι ανθρώπους που μοιράζουν ιδέες. Η αποστροφή του προς τους ιδεοπλόκους οφείλεται στο γεγονός ότι έχει συγκροτημένο βηματισμό, δεν έχει οπορτουνισμό.
Έλεγε ένας σπουδαίος αγιορείτης μοναχός σε νεοχειροτονηθέντα Αρχιεπίσκοπο: «Θέλετε να κάνετε πολλά. Φροντίστε λοιπόν να μη κρατήσετε ποτέ δύο καρπούζια στη μασχάλη Σας, όσο γλυκά και νάναι τα καρπούζια. Κανείς δεν προσφέρει εάν ριχτεί να κάνει όλα όσα ονειρεύεται, ή όλα όσα έχουν ανάγκη παρέμβασης, ή όλα όσα προκύπτουν στον διάβα του.»
Ηγέτες δεν υπάρχουν μόνο σε ένα πεδίο δράσης. Ούτε ηγέτης είναι μόνον ένας εξαιρετικά διάσημος, μια προσωπικότητα που έμεινε στην ιστορία. Ηγέτης μπορεί να είναι και ένας καθημερινός άνθρωπος, ένας οικογενειάρχης.
Το χαρακτηριστικό του ηγέτη είναι ο τρόπος του. Ούτε το έχειν του ούτε το επίτευγμά του. Είναι η ικανότητά του να βλέπει τον εαυτό του όχι ως δικαιούχο αλλά ως διαμορφωτή.
Ο στρατιωτικός ηγέτης δεν αναδεικνύεται ποτέ εν ώρα ειρήνης∙ προϋπόθεσή του είναι ο πόλεμος. Και δεν αρκεί να πολεμά σκληρά και νικηφόρα∙ θα πρέπει οι νίκες του να καταγράφουν θετικό αποτέλεσμα στην ιστορία, να είναι στην υπηρεσία όχι απλώς κρατικών συμφερόντων αλλά ιδεώδους. Ο καταστροφικότατος 30ετής πόλεμος, που με το τέλος του (ειρήνη της Βεστφαλίας) καθορίστηκαν τα σύνορα της Ευρώπης επί αιώνες, δεν ανέδειξε ούτε μία στρατιωτική μορφή που να χαρακτηρίστηκε ως ηγέτης.
Αντίθετα, από όλους τους Ευρωπαίους ο Ναπολέων αναγνωρίζεται ως μεγάλος, όχι διότι νικούσε ή κατακτούσε αλλά επειδή οι πόλεμοί του εκλαμβάνονταν από τους λαούς ως απελευθερωτικοί όλων των λαών, ως ανατροπή των τυραννιών και επιβολή των αρχών της Γαλλικής Επανάστασης. Δεν έχει σημασία αν ήταν έτσι πράγματι, σημασία έχει πως ερμήνευσαν οι λαοί τους πολέμους του Βοναπάρτη.
Ο πολιτικός ηγέτης είναι αυτός που εξυψώνει τη πατρίδα του και την κάνει πρότυπο για όλους. Ο Κίμων, ο γιός του Μαραθωνομάχου Μιλτιάδη, λένε μερικοί πως ήταν ο κορυφαίος πολιτικός ηγέτης των Αθηναίων. Είχε εντιμότητα και διαύγεια σκοπών. Αγωνίστηκε να διώξει τους Πέρσες από το Αιγαίο και θέλησε να φέρει ειρηνική προσέγγιση Αθήνας – Σπάρτης.
Αλλά η ιστορία έδωσε τον τίτλο του μέγιστου πολιτικού ηγέτη σε άλλον, στον Περικλή. Γιατί; Διότι έδωσε στην πατρίδα του τόση δόξα, ώστε όταν έχασαν τον πόλεμο στις Συρακούσες οι εχθροί τους ζήτησαν να μη τιμωρηθούν οι αιχμάλωτοι Αθηναίοι, διότι αυτοί έδωσαν τους νόμους, αυτοί έδωσαν τη δικαιοσύνη, αυτοί έδωσαν την παιδεία κι έκαναν την πόλη τους «κοινὸν παιδευτήριον παρεχομένοις πᾶσιν ἀνθρώποις.»[4]
Κι αυτό δεν έγινε τυχαίως. Η Επιτάφιος ομιλία του όπως την παραδίδει ο Θουκυδίδης, φανερώνει ότι αυτός ήταν ο σταθερός πολιτικός του στόχος: να κάνει την πατρίδα πόλη του, την Αθήνα, σχολείο της Ελλάδος και δόξα της μέσα στους αιώνες. Και το επέτυχε.
Ο πολιτικός ηγέτης ναι, επηρεάζεται από τις συνθήκες όσο κανείς άλλος. Λίγοι βλέπουν τόσο καθαρά την πραγματικότητα όσον αυτός. Η ματιά του καθορίζει το στόχο του. Ο Περικλής είχε κληρονομήσει μιαν Αθήνα ένδοξη στα μάτια όλων, μιαν Αθήνα που συνέτριψε τα σχέδια της κραταιότατης αυτοκρατορίας των Περσών. Μιας αυτοκρατορίας που κρατούσε υπό τον έλεγχό της όλη την σημερινή Μέση Ανατολή.
Δεν θα μπορούσε λοιπόν να δώσει πρόσθετη αίγλη στο στρατιωτικό πεδίο. Θα μπορούσε όμως να δώσει στο πεδίο του πολιτισμού και της πολιτικής. Έθεσε λοιπόν στόχους την ενότητα των Ελλήνων υπό την αθηναϊκή ηγεμονία αφ ενός, και την αναγωγή της Αθήνας σε λαμπρή πρωτεύουσα πόλη όλων. Δεν επέτυχε στον πολιτικό του στόχο.
Αυτή τη δόξα του την αφαίρεσε ο πρόωρος θάνατός του. Η ιστορία ανέθεσε την ενότητα των Ελλήνων στον νεαρό Μακεδόνα Αλέξανδρο, έπειτα από αρκετά χρόνια. Πρόλαβε όμως ο Περικλής και έδωσε στον κόσμον όλον την Αθήνα πρωτεύουσα του πολιτισμού, σε τέτοιο βαθμό ώστε ακόμη σήμερα, έπειτα από τόσους αιώνες, κι εμείς οι Έλληνες και οι ξένοι, όταν λέμε αρχαίος Ελληνισμός να εννοούμε την Αθήνα ως καρδιά του, μολονότι αυτό είναι ανεπέρειστο.
Ο ηγέτης σε μια επιχείρηση δεν είναι αυτός που τραβά τον μοχλό και αρχίζει να δουλεύει η μηχανή. Είναι αυτός που δημιούργησε την ανάγκη να υπάρχουν μηχανές και άνθρωποι που τις βάζουν μπρος, προκειμένου να υπάρξει παραγωγή και διάθεση του προϊόντος. Είναι αυτός που δεν έχει στόχο του τη δημιουργία ενός μέσου πλουτισμού του και μόνον, αλλά μια δομή παράγουσα όφελος – ασφαλώς δικό του αλλά και των προμηθευτών, των εργαζομένων, των πωλητών, των καταναλωτών και άλλων πέραν αυτών.
Σε αυτούς τους πέραν αυτών βρίσκονται όχι μόνον όσοι επωφελούνται από τους φόρους αλλά επίσης όλοι όσοι επωφελούνται από τις χορηγίες της επιχείρησης και από τις επιλογές της να χρησιμοποιήσει μια συγκεκριμένη τεχνική απορρίπτοντας άλλες, όπως επίσης έναν τρόπο λειτουργίας βοηθητικόν του κοινωνικού και φυσικού περιέχοντος.[5]
Ο Πρόεδρος Θεόδωρος Ρούζβελτ είχε εξηγήσει τη διαφορά μεταξύ ηγέτη και αφεντικού, σε μια ομιλία του το 1910: «Ο ηγέτης εργάζεται φανερά, το αφεντικό στα κρυφά. Ο ηγέτης κατευθύνει, το αφεντικό οδηγεί». Θα πρέπει εδώ να προσθέσω ότι το αφεντικό αξιώνει από τους υπαλλήλους του να κάνουν αυτό που θέλει. Ο ηγέτης, αντίθετα, δεν έχει υπαλλήλους, έχει συνεργάτες. Και δεν ζητά από αυτούς να κάνουν ό,τι αυτός θέλει, αλλά να αγαπούν αυτό που κάνουν και να θέλουν να πάνε εκεί που τους δείχνει. Έτσι σώζεται σήμερα η προϊστορική σημασία και αξία του άγειν, του ηγείσθαι.
Καθώς ο διδάσκαλος του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ο Αριστοτέλης, δίδαξε: » είναι λογικό η αρετή αυτή [το ηγείσθαι] να είναι η ανώτερη από όλες τις άλλες αρετές· και δεν μπορεί παρά να εκφράζει ό,τι καλύτερο έχουμε.»[6]
[1] » τοὐμὸν δὲ σῶμα πολλὰ σύμβολα φέρει Τύχης ἀνταγωνιζομένης οὐ συμμαχούσης», Πλουτάρχου, Περί της Αλεξάνδρου τύχης ή αρετής, 327 α
[2] Εκ του κατ-ορθόω,αγωνίζομαι ώστε να στήσω κάτι όρθιο, να κάνω κάτι σωστά.
[3] Πλουτάρχου, Περί της Αλεξάνδρου τύχης ή αρετής, Β 342-3
[4] Διοδώρου Σικελιώτου, Βιβλιοθήκη ιστορική, 13,27
[5] Αθανάσιου Παπανδρόπουλου – Κ. Χρηστίδη, Το ευ επιχειρείν, Αθήνα 2012
[6] Αριστοτέλους, Ηθικά Νικομάχεια, 1177α
*Ο Κωνσταντίνος Σ. Παχής είναι Δρ Χημείας. Εργάσθηκε ως διευθυντικό στέλεχος βιομηχανίας στη Βρετανία. Από το 1998 είναι διευθυντής της φαρμακευτικής εταιρίας Ίασις. Το ιδιαίτερο ενδιαφέρον του για το ρόλο της προσωπικότητας στην ιστορία εξέφρασε με το βιβλίο του Αλέξανδρος ο Μέγας – Η εκπόρθηση της Ιστορίας, όπου παρουσιάζει τον τρόπο ανάγνωσης του Αλεξάνδρου από τους Πέρσες, τους Αιγύπτιους, και βεβαίως τους Ευρωπαίους.