Ο δισεκατομμυριούχος επενδυτής Γουόρεν Μπάφετ εξέφρασε μια αισιόδοξη εκτίμηση για την ικανότητα των ΗΠΑ να διαχειρίζεται κρίσεις, παρόλο που παραδέχθηκε ότι η πανδημία του κορωνοϊού θα έχουν μεγάλο εύρος επιπτώσεων στην οικονομία και τις επενδύσεις του.
Ο επικεφαλής της Berkshire Hathaway ξεκίνησε την ετήσια γενική συνέλευση του ομίλου στην Όμαχα της Νεμπράσκα μιλώντας για περίπου 2 ώρες και προσπαθώντας να καθησυχάσει τους επενδυτές καθώς η πανδημία σφυροκοπά την παγκόσμια οικονομία και πλήττει και τον δικό του όμιλο.
Αποχωρεί από τις αεροπορικές
Ο δισεκατομμυριούχος επενδυτής είπε ότι η Berkshire Hathaway Inc. αποχώρησε εντελώς από τις τέσσερις μεγάλες αμερικανικές αεροπορικές εταιρείες. Οι πωλήσεις μετοχών της Delta Air Lines Inc., της Southwest Airlines Co., της American Airlines Group Inc. και της United Airlines Holdings Inc. αποτελούσαν το μεγαλύτερο μέρος των πωλήσεων μετοχών της εταιρείας ύψους 6,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων τον Απρίλιο.Ο Μπάφετ είπε ότι πολλά έχουν αλλάξει ριζικά στην οικονομομία από την πανδημία Αρνήθηκε να ασκήσει κριτική για τους χειρισμούς στελεχών των αεροπορικών εταιρειών, λέγοντας ότι έχουν κάνει καλή δουλειά.«Ο κόσμος άλλαξε για τις αεροπορικές εταιρείες και τους εύχομαι να είναι καλά», δήλωσε ο μεγαλοεπενδυτής. Διευκρίνισε ότι έλαβε την απόφαση και ότι έχασε χρήματα από τις επενδύσεις του. «Αυτό ήταν το λάθος μου.»
Ο 89χρονος Μπάφετ δήλωσε ότι η διαχείριση της πανδημίας είναι «περισσότερο ένα πείραμα» που έχει «ασυνήθιστα μεγάλο» εύρος πιθανών εκβάσεων για την οικονομία. Είπε, ωστόσο, ότι οι Αμερικάνοι έχουν αντέξει σε τέτοιες κρίσεις, όπως ο Εμφύλιος Πόλεμος τη δεκαετία του 1860, η πανδημία της γρίπης πριν από έναν αιώνα και η Μεγάλη Ύφεση, και ότι ο «αμερικανικός ούριος άνεμος» θα τους βοηθήσει να τα καταφέρουν και πάλι.
«Τίποτα δεν μπορεί να σταματήσει την Αμερική όταν στρώνεται στη δουλειά», δήλωσε ο Μπάφετ. «Θα στοιχηματίζω στην Αμερική για το υπόλοιπο της ζωής μου».
Η συνέλευση ήταν η πρώτη που έγινε χωρίς η φυσική παρουσία των μετοχών λόγω της πανδημίας και μεταδόθηκε διαδικτυακά.
Νωρίτερα, η Berkshire ανακοίνωσε ζημία χρήσης-ρεκόρ ύψους 49,75 δισεκ. δολαρίων το πρώτο τρίμηνο, αντανακλώντας τεράστιες απώλειες από επενδύσεις σε κοινές μετοχές, όπως της Bank of America Corp και της Apple στην κατάρρευση της χρηματιστηριακής αγοράς.
Αν και τα τριμηνιαία λειτουργικά κέρδη του ομίλου αυξήθηκαν κατά 6%, αρκετές από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις κατέγραψαν μείωση και η Berkshire διευκρίνισε ότι πάνω από 90 επιχειρήσεις στις οποίες έχει συμμετοχή αντιμετωπίζουν «σοβαρές» συνέπειες από την COVID-19. Ο Μπάφετ είπε ότι τα λειτουργικά κέρδη, τουλάχιστον φέτος, θα είναι «σημαντικά χαμηλότερα» από ό,τι θα ήταν εάν δεν είχε ξεσπάσει η πανδημία.
Κανείς δεν ξέρει πώς θα αντιδράσουν οι αγορές
Ο «Σοφός της Όμαχα» εξέφρασε επίσης τη άποψη ότι οι μετοχές θα κινηθούν καλύτερα από τα κρατικά ομόλογα μακροπρόθεσμα ή τις αποταμιεύσεις, προειδοποιώντας ωστόσο τους επενδυτές να είναι πολύ προσεκτικοί όσον αφορά τις τοποθετήσεις τους.
«Δεν πιστεύω ότι ξέρει κανείς τι θα κάνει η αγορά αύριο, την επόμενη εβδομάδα, τον επόμενο μήνα ή τον επόμενο χρόνο. Ξέρω ότι θα προχωρήσει με την πάροδο του χρόνου, αλλά δεν ξέρω σίγουρα πότε, το μάθαμε αυτό στις 10 Σεπτεμβρίου του 2001. Και το μάθαμε ξανά πριν από λίγους μήνες με τον ιό. Οτιδήποτε μπορεί να συμβεί στις αγορές. Και μπορείτε να στοιχηματίσετε υπέρ της Αμερικής, αλλά θα πρέπει να είστε προσεκτικοί πώς. Διότι οι αγορές μπορούν να αντιδράσουν με οποιοδήποτε τρόπο», πρόσθεσε.
Ο «Σοφός της Όμαχα» τόνισε ότι κατά τη γνώμη του ο μέσος επενδυτής θα πρέπει να ποντάρει ευρύτερα στην αγορά και στις μακροπρόθεσμες προοπτικές της και όχι σε επιλεγμένες μετοχές.
«Κατά την άποψή μου, για τους περισσότερους, το καλύτερο που έχουν να κάνουν είναι να επενδύσουν στο S&P 500 index fund», ανέφερε ο Μπάφετ. «Ο κόσμος πληρώνει τεράστια ποσά για συμβουλές που πραγματικά δεν χρειάζεται. Εάν στοιχηματίσετε στην Αμερική και διατηρήσετε αυτήν τη θέση για δεκαετίες, θα τα πάτε πολύ καλύτερα από ό,τι εάν αγοράσετε ομόλογα ή αν ακολουθήσετε αυτούς που σας λένε πού να επενδύσετε”, πρόσθεσε.
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε ο Μπάφετ και στη διαχείριση από τη Federal Reserve και τον Τζερόμ Πάουελ, της αναταραχής που προκλήθηκε στην αγορά και στην οικονομία από την τρέχουσα κρίση λόγω της πανδημίας, συγκρίνοντας τον νυν πρόεδρο της Fed με τον αείμνηστο πρόεδρο της Ομοσπονδιακής Τράπεζα των ΗΠΑ Πολ Βόλκερ (σ.σ. στον οποίο πιστώνεται η διαχείριση του πληθωρισμού στα τέλη της δεκαετίας του 1970 και στις αρχές της δεκαετίας του 1980.
Όπως τόνισε, η άμεση και άνευ προηγουμένου αντίδραση της Fed απέτρεψε την περαιτέρω κατακρύμνιση της αγοράς, σε μια περίοδο που οι συνθήκες προκαλούσαν φόβο και «ο φόβος είναι η πιο μεταδοτική ασθένεια που μπορεί κανείς να φανταστεί».
«Πάντα τοποθετούσα τον Πολ Βόλκερ (σ.σ. πρώην πρόεδρος της Fed επί εποχής Τζίμυ Κάρτερ και Ρόναλντ Ρήγκαν) σε ξεχωριστή θέση μετά των προέδρων Federal Reserve, εδώ και πολλά χρόνια… Ο Τζέι Πάουελ, κατά τη γνώμη μου, και το συμβούλιο της Fed, ανήκουν στο ίδιο βάθρο μαζί του, διότι ανέλαβαν δράση στα μέσα Μαρτίου. Πιθανώς κατά κάποιο τρόπο να πήραν ένα μάθημα από αυτά που είδαν το 2008 και το 2009. Αντέδρασαν με πρωτοφανή τρόπο και ουσιαστικά συνέβαλαν σε ότι ακολούθησε”, σημείωσε.
Όπως τόνισε, ο Μάρτιος, παρότι η αγορά ουσιαστικά «πάγωσε” κατά τη διάρκειά του, αποτέλεσε τελικά τον καλύτερο μήνα για την έκδοση εταιρικού χρέους, στην ιστορία. «Καθένας από όσους εξέδωσαν ομόλογα στα τέλη Μαρτίου και Απριλίου θα έπρεπε να στείλει ένα ευχαριστήριο γράμμα στην Fed, διότι δεν θα συνέβαινε αυτό αν δεν είχαν λειτουργήσει με πραγματικά πρωτοφανή ταχύτητα και αποφασιστικότητα», σημείωσε ο επικεφαλής της Berkshire Hathaway.
Αν και πρόσθεσε ότι κανείς δεν ξέρει ποιες ακριβώς θα είναι οι συνέπειες από τη σημαντική αυτή διεύρυνση του ισολογισμού της Fed, πρόσθεσε ότι γνωρίζουμε ποιες θα ήταν οι συνέπειες του να μην αντιδράσει, μια στάση που τηρούσε η Ομοσπονδιακή τράπεζα για πολλά χρόνια.
Πρόσθεσε τέλος, ότι τέτοιες καταστάσεις, όπως η τρέχουσα κρίσης της πανδημίας του κορονοϊού, δικαιολογούν τη στάση της Berkshire να διατηρεί ένα μεγάλο απόθεμα μετρητών, καθώς και κρατικών ομολόγων, ώστε να είναι προετοιμασμένη για ένα σενάριο όπου δεν θα υπάρχει η Fed για να δράσει τόσο επιθετικά.