Ο Γουόρεν Μπάφετ, ο ενενηντάχρονος επενδυτής – θρύλος των ΗΠΑ, ξοδεύει δισεκατομμύρια δολάρια για να μετατρέψει την Αϊόβα των Ηνωμένων Πολιτειών σε «αιολική πρωτεύουσα του κόσμου, τη Σαουδική Αραβία του ανέμου», όπως δήλωσε στους Financial Times.
Ωστόσο, ο δισεκατομμυριούχος ιδρυτής του κολοσσού Berkshire Hathaway δεν ανταγωνίζεται την Γκρέτα Τουνμπεργκ. Δεν διεκδικεί δάφνες στον αγώνα για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής περιορίζοντας με κάθε κόστος τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, απλώς επωφελείται όπως ο ίδιος είπε στην εφημερίδα από τα κυβερνητικά κίνητρα για επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, αναφέρει το newmoney.
«Δεν θα το κάναμε χωρίς την έκπτωση φόρου που μας δίνεται», είπε.
Μία από τις εταιρείες της Berkshire, η MidAmerican Energy, έχει στην ιδιοκτησία της και εκμεταλλεύεται περισσότερες από 2.600 ανεμογεννήτριες στην Αϊόβα οι οποίες παράγουν πάνω από το μισό του ηλεκτρικού ρεύματος που διαθέτει η εταιρεία στους πελάτες της στην συγκεκριμένη επαρχία. Επιπλέον, επεκτείνει την παραγωγική της ικανότητα με στόχο να καλύπτει πλήρως τις ενεργειακές ανάγκες των πελατών της στην Αϊόβα σε ετήσια βάση μέσω ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Η MidAmerican μπορεί να επενδύει σοβαρά στην πράσινη ενέργεια, αλλά ο Μπάφετ είναι επιφυλακτικός έναντι των εταιρειών με διακηρυγμένους κοινωνικούς και περιβαλλοντικούς στόχους. Είπε στους Financial Times ότι τα στελέχη των επιχειρήσεων δεν θα πρέπει να σκορπούν τα χρήματα των μετόχων σε περιφερειακά projects και ότι είναι δύσκολο να αξιολογηθεί το κατά πόσο οι επιχειρήσεις κάνουν πραγματικά καλό.
«Είναι πολύ δύσκολο να αξιολογήσει τι κάνουν,» είπε στην εφημερίδα ο επονομαζόμενος και «μάντης της Όμαχα» (πόλη της Νεμπράσκα που δεν αποχωρίζεται). «Μου αρέσουν οι καραμέλες και είναι γλυκό σαν καραμέλα για μένα η συγκεκριμένη ρύθμιση. Ή όχι; Δεν ξέρω.» Επιπλέον, κάποιος πρέπει να επωμιστεί το κόστος των σαρωτικών αλλαγών και το βάρος συχνά μοιράζεται άνισα, δήλωσε ο Μπάφετ.
Τέλος υποστήριξε ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι θα πρέπει να εποπτεύουν τις διαρθρωτικές αλλαγές και να μετριάζουν το κόστος τους και ότι η κυβέρνηση θα πρέπει «να παίξει ρυθμιστικό ρόλο στην τροποποίησης του συστήματος της αγοράς».