Οι πολιτικές πρακτικές του Αλέξη Τσίπρα, απέχουν κάποια έτη φωτός από την ιστορία και τις αρχές της σοσιαλδημοκρατίας.
Τα μνημόνια το 2015 δεν καταργήθηκαν με μια υπογραφή. Η κυρία Μέρκελ δεν πήγε σπίτι της. Η λιτότητα, σχεδόν πέντε χρόνια μετά το πέρασμα των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ από την εξουσία, συνεχίζεται με υπερφορολόγηση και κατασχέσεις.
Του Αθ. Χ. Παπανδρόπουλου
Οι τράπεζες κρέμονται από μια κλωστή και αδυνατούν να χρηματοδοτήσουν ζωτικούς τομείς της οικονομίας. Η φυγή επιχειρήσεων και νέων συνεχίζεται και η μικρή πτώση της ανεργίας είναι πλασματική.
Το εκπαιδευτικό σύστημα έχει πάει πολλά χρόνια πίσω. Οι συντάξεις έχουν παγώσει και για τους αυριανούς συνταξιούχους θα είναι προβληματικές. Όσο για το κοινωνικό κράτος καλύτερα να μη μιλάμε.
Είναι σαφές δε, ότι από πλευράς οικονομικής πολιτικής, το τρίτο μνημόνιο που συνομολογούσαν πριν τέσσερα χρόνια οι τότε εταίροι στην διακυβέρνηση της χώρας στην ουσία συνεχίζεται, ,αλλά υπό διαφορετικούς όρους.
Για λόγους ιδεοληψίας όμως, ο Αλ.Τσίπρας και η παρέα του, έχοντας δώσει τα πάντα για να μείνουν στην εξουσία, δεν έκαναν απολύτως τίποτε για να προωθήσουν την ανάπτυξη και την απασχόληση στη χώρα.
Είναι προφανές ότι δεν ήθελαν να δυσαρεστήσουν τους καφενόβιους που κάθε μέρα «αλλάζουν» τον κόσμο, με λόγια όμως και ενίοτε με εμπρησμούς και αλλά γνωστά παρόμοια.
Από την άλλη πλευρά, ενώ η κυβέρνηση της πρώτης φοράς αριστερά για μία τετραετία ακολούθησε προωθημένη φιλοευρωπαΐκή και φιλοαμερικανική πολιτική (γεγονός θετικό), διατηρώντας άριστες σχέσεις και με το Ισραήλ, εν τούτοις δεν προσέλκυσε αναπτυξιακές επενδύσεις.
Έχουμε την εντύπωση, ότι η πολιτική αυτή ήταν αμιγώς καιροσκοπική και τίποτε περισσότερο.
Όταν ο κ. Αλ. Τσίπρας και οι πρώτοι σταλινογενείς υπουργοί του κατάλαβαν ότι δεν είχαν τίποτε απολύτως να πάρουν από τους Πούτιν, Τσάβες και άλλους αυταρχικούς αντιδυτικούς ηγέτες, συνειδητοποίησαν ότι το παιχνίδι της ψευτοαπεξάρτησης από τη Δύση είχε τελειώσει.
Παράλληλα, το πρώτο εξάμηνο του 2015, η χώρα πλήρωνε πανάκριβα και τις διάφορες επιδείξεις του τότε υπουργού Οικονομίας Γ.Βαρουφάκη, ο οποίος στην ουσία επένδυε στη δίκη του πολιτική καριέρα και μόνον.
Περισσότερο από όλους έτσι, ο κ. πρωθυπουργός, το πρώτο ολέθριο και θλιβερό συνάμα εξάμηνο του 2015, συνειδητοποίησε ότι μόνον αν παρέμενε «μεγάλος φίλος» της Δύσης και της Ε.Ε μπορούσε να επιβιώσει, κερδίζοντας και τον απαραίτητο για τα σχέδια του χρόνο.
Όλες αυτές οι καιροσκοπικές πολιτικές κινήσεις αλλά και η συμμαχία του Αλέξη Τσίπρα με τη χυδαία δεξιά του Πάνου Καμμένου, καμία μα απολύτως καμία σχέση δεν έχουν με την παράδοση, τις αρχές και τα κοινωνικά επιτεύγματα της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας.
Και αυτό δεν το λέμε εμείς αλλά μας το τόνισε πριν λίγους μήνες ο πρώην πρωθυπουργός και μέγας Ισπανός σοσιαλδημοκράτης Φελίπε Γκονζάλες, ο οποίος όσοι έχουν καλή μνήμη θα ενθυμούνται και τις άριστες σχέσεις του με τον αείμνηστο Ανδρέα Παπανδρέου.
Σοσιαλδημοκράτες πολιτικοί, όπως ο Φελίπε Γκονζάλες, ο Γάλλος Ζάκ Ντελόρ, ο Ιταλός Ρομάνο Πρόντι, ο Γερμανός Μάρτιν Σουλτς και ο Ολλανδός Βιμ Κόξ, είναι άνθρωποι με ηθικές αρχές και υψηλό αίσθημα ευθύνης και γι’ αυτό τα έργα τους μιλάνε από μόνα τους.
«Η σοσιαλδημοκρατία, μας έλεγε πριν λίγα χρόνια ο πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζακ Ντελόρ, έχει μακρά ιστορία πίσω της και πάντοτε με αίσθημα ευθύνης και σοβαρότητα συνέβαλε τόσο στην άνοδο της ευημερίας στην Ευρώπη και όχι μόνον αλλά και στη εμπέδωση δημοκρατικών θεσμών, όπου κυρίαρχη είναι η έννοια του κράτους δικαίου. Παράλληλα όμως, η σοσιαλδημοκρατία αναγνωρίζει ότι ευημερία και κοινωνική δικαιοσύνη δεν μπορούν να υπάρξουν χωρίς οικονομική ανάπτυξη και προωθημένη επιχειρηματικότητα ικανή να ανοίγει νέους δρόμους στην αγορά.
Για να μοιράζεται πλούτος, κάποιοι πρέπει να τον παράγουν. Το θέμα λοιπόν έγκειται στο να είναι πιο δίκαιη και επωφελής για όλους η διανομή του παραγόμενου πλούτου. Στο επίπεδο αυτό, ο ρόλος της σοσιαλδημοκρατίας υπήρξε καθοριστικός. Και δεν πρέπει από την άποψη αυτή να ξεχνάμε ότι τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα είχαν και έχουν βαθιές ρίζες στο κόσμο της εργασίας, τον όποιον και εκπροσωπούν τόσο συνδικαλιστικά όσο πολιτικά».
Υπό αυτή την έννοια, όπως τονίζει και ο Γάλλος σοσιαλδημοκράτης συνδικαλιστής Έντμον Μαίρ, πρώην πρόεδρος του συνδικάτου CFDT,ο συνδικαλισμός απέχει πολύ από του να είναι λαϊκιστικός και χυδαίος και στόχος του είναι ευημερία και ισότητα για όλους και όχι για συντεχνίες και οργανωμένα συμφέροντα.
Και το ερώτημα μας είναι, αν όλες αυτές οι αρχές έχουν κάποια σχέση με το ελληνικό φαινόμενο του «ΤΣΙΠΡΙΣΜΟΥ», το όποιον δεν είναι τίποτε περισσότερο από μια ρηχή καιροσκοπική πολιτική με έντονα στοιχεία χυδαιότητας και αναξιοπιστίας.