Σε μία νέα υπαναχώρηση προχωρά η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ προκειμένου να εξασφαλίσει ότι δεν θα χάσει (ξανά) τη δόση του 1 δισεκατομμυρίου ευρώ από το Eurogroup.
Συγκεκριμένα, όπως ενημέρωσαν τη Βουλή οι Ευκλείδης Τσακαλώτος και Γιάννης Δραγασάκης, πλέον κάποιος που έχει πάρει επιχειρηματικό δάνειο, για να ενταχθεί στη ρύθμιση, θα πρέπει να έχει ληξιπρόθεσμη οφειλή 100.000 ευρώ και όχι 130.000 ευρώ, που προέβλεπε αρχικά η διάταξη.
Ουσιαστικά πρόκειται να μια ακόμη αναδίπλωση της κυβέρνησης, την οποία μάλιστα παραδέχτηκαν ευθέως οι δύο υπουργοί.
Ο Γιάννης Δραγασάκης παραδέχτηκε ότι αυτό συμβαίνει «όχι από επιθυμία, αλλά από ανάγκη», ενώ ο ίδιος συμπλήρωσε ότι μετά από αυτό θα έχουμε το πράσινο φως από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ).
Από την πλευρά του ο Ευκλείδης Τσακαλώτος ναι μεν ισχυρίστηκε ότι ο SSM λέει ότι με αυτό νόμο δεν επηρεάζεται η κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών, αλλά -όπως υπογράμμισε- «έχουμε ένα άγχος για το πώς, θα χρειαστούν προβλέψεις για ένα σενάριο δυσμενές κι εκεί έγινε η συζήτηση την τελευταία εβδομάδα.
Σύμφωνα με τον υπουργείο Οικονομικών ο SSM ζήτησε να περιοριστεί η «περίμετρος» έτσι ώστε να υπάρχει σιγουριά ότι δεν θα υπάρχει μεγάλο ρίσκο στις περαιτέρω προβλέψεις.
Σε εκείνο το σημείο ο Ευκλείδης Τσακαλώτος ανακοίνωσε την… οπισθοχώρηση: «δεν επηρεάζει πολύ κόσμο, αλλά είναι σημαντικό αλλά μετά από αυτό έχουμε το πράσινο φως από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα»!
Τον λόγο πήρε αργότερα ο Γιάννης Δραγασάκης για να «συγκεκριμενοποιήσει» την αλλαγή. Ανακοίνωσε τη μείωση κατά 30.000 ευρώ και ομολόγησε ότι ήταν «εντολή» της Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
«Για το “πράσινο φως” σε κάθε περίπτωση απαιτούνται δύο νομοτεχνικές στην τροπολογία», τόνισε ο υπουργός Οικονομίας και λίγο αργότερα παραδέχτηκε ότι η νέα ρύθμιση δεν γίνεται κατ’ επιθυμία.
Υπενθυμίζεται ότι στο αρχικό σχέδιο νόμου αναφερόταν ότι «σε κάθε περίπτωση το ύψος των ληξιπρόθεσμων οφειλών, στο οποίο συνυπολογίζεται όχι μόνο το ληξιπρόθεσμο κεφάλαιοαλλά και κεφαλαιοποιημένοι τόκοι και τυχόν έξοδα εκτέλεσης, τη ρύθμιση των οποίων αιτείται ο οφειλέτης, δεν θα πρέπει να είναι ανώτερο από 130.000 ευρώ ανά πιστωτή».