Eρώτηση προς την Κομισιόν, με θέμα τις δημοσιονομικές επιπτώσεις που θα προκύψουν από την υλοποίηση των εξαγγελιών της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη, καθώς και για το ενδεχόμενο αναθεώρησης των στόχων για το πρωτογενές πλεόνασμα,κατέθεσε ο Αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, Δημήτρης Παπαδημούλης.
Στην ερώτησή του ο Δημ. Παπαδημούλης επικαλείται τις πρόσφατες δηλώσεις του διοικητή της ΤτΕ, Γιάννη Στουρνάρα, όπου χαρακτήριζε "σοβαρή πρόκληση για τη νέα κυβέρνηση" την επίτευξη του στόχου του 2019, στο 3,5% του ΑΕΠ, αναφέρει το protothema.
«Οι επικεφαλής των Θεσμών έθεσαν ως βασική προϋπόθεση -που συνδέεται και με τον στόχο της συμφωνημένης ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους- τη διατήρηση του ύψους του πρωτογενούς πλεονάσματος», υπενθυμίζει ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, και ζητά να μάθει από τη Κομισιόν αν «εξετάζει, πότε και υπό ποιες προϋποθέσεις, την αναθεώρηση των δεσμεύσεων για το πρωτογενές πλεόνασμα του 3,5% ως και το 2022, προκειμένου να δοθεί περισσότερος δημοσιονομικός χώρος για την ισχυρότερη ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας».
Ακόμη, ο Δημ. Παπαδημούλης απευθύνει ερώτημα προς την Κομισιόν, που αφορά τις δεσμεύσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη για τη μείωση της φορολογίας: «Πώς αποτιμά τις δημοσιονομικές επιπτώσεις στην εφαρμογή του κρατικού προϋπολογισμού του 2019 και στην προετοιμασία του προϋπολογισμού του 2020, όπως αυτές θα προκύψουν από την υλοποίηση των δεσμεύσεων της νέας ελληνικής κυβέρνησης για μειώσεις στον συντελεστή φορολογίας επιχειρήσεων και στον φόρο μερισμάτων, για μείωση του εισαγωγικού φορολογικού συντελεστή σε φυσικά πρόσωπα, για μειώσεις στον ΦΠΑ μεταξύ άλλων, σε συνδυασμό και με τη δέσμευση για τη διατήρηση του ισχύοντος αφορολόγητου ορίου στην Ελλάδα;».
Ακολουθεί πλήρες το κείμενο της ερώτησης:
«Πρόσφατα ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος επανέλαβε την ανάγκη μείωσης του στόχου των πρωτογενών πλεονασμάτων για την Ελλάδα, χαρακτηρίζοντας "σοβαρή πρόκληση για τη νέα κυβέρνηση" του Κυριάκου Μητσοτάκη την επίτευξη του στόχου του 2019, στο 3,5% του ΑΕΠ1.
Δεδομένου ότι στην τελευταία Σύνοδο των υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης, οι επικεφαλής των Θεσμών έθεσαν ως βασική προϋπόθεση -που συνδέεται και με τον στόχο της συμφωνημένης ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους- τη διατήρηση του ύψους του πρωτογενούς πλεονάσματος2, ερωτάται η Κομισιόν:
Πώς αποτιμά τις δημοσιονομικές επιπτώσεις στην εφαρμογή του κρατικού προϋπολογισμού του 2019 και στην προετοιμασία του προϋπολογισμού του 2020, όπως αυτές θα προκύψουν από την υλοποίηση των δεσμεύσεων της νέας ελληνικής κυβέρνησης για μειώσεις στον συντελεστή φορολογίας επιχειρήσεων και στον φόρο μερισμάτων, για μείωση του εισαγωγικού φορολογικού συντελεστή σε φυσικά πρόσωπα, για μειώσεις στον ΦΠΑ μεταξύ άλλων, σε συνδυασμό και με τη δέσμευση για τη διατήρηση του ισχύοντος αφορολόγητου ορίου στην Ελλάδα;
Εξετάζει, και αν ναι πότε και υπό ποιες προϋποθέσεις, την αναθεώρηση των δεσμεύσεων για το πρωτογενές πλεόνασμα του 3,5% ως και το 2022, προκειμένου να δοθεί περισσότερος δημοσιονομικός χώρος για την ισχυρότερη ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας;»