Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το κλίμα στην κοινωνία και την οικονομία έχει βελτιωθεί από τότε που ανέλαβε την διακυβέρνηση η Ν.Δ. του Κυριάκου Μητσοτάκη. Δεν υπάρχει, επίσης, αμφιβολία ότι η νέα κυβέρνηση προχωρεί με σταθερά βήματα στο μέτωπο των μεταρρυθμίσεων, αντιμετωπίζοντας υποτονικές αντιδράσεις – που ουσιαστικά δίνονται για την τιμή των όπλων.
Αναμφίβολα, ομοίως, επικρατεί αισιοδοξία. Δυστυχώς, συχνά υπέρμετρη – δεν δικαιολογείται από τις οικονομικές δομές και τα εθνικά προβλήματα. Επιπλέον, σε ορισμένες περιπτώσεις τίθεται το ερώτημα αν οι πράξεις και αποφάσεις της κυβέρνησης συμβαδίζουν με τις πραγματικές αντοχές της οικονομίας;
Του Αντώνη Κεφαλά
Η οικονομική πολιτική έχει επικεντρωθεί σε τέσσερις άξονες κυρίως. Πρώτος άξονας το φορολογικό – με στόχο την μείωση του βάρους των φόρων (οπότε και την τόνωση της ζήτησης και την απάλυνση της ανέχειας) και τον περιορισμό της φοροδιαφυγής.
Δεύτερος άξονας, η αναζωογόνηση της οικοδομής – σε συνδυασμό με τον τουρισμό.
Τρίτος, η επιτάχυνση της εξυγίανσης του τραπεζικού συστήματος.
Και, τέταρτος, το κλείσιμο πληγών – όπως. π.χ., της ΔΕΗ.
Αυτή είναι η αισιόδοξη πλευρά των πραγμάτων. Εξάλλου, οι βαθμοί ελευθερίας που είχε η κυβέρνηση ήταν περιορισμένοι – τόσο από αντικειμενικές συνθήκες όσο και από την κοντόφθαλμη προσέγγιση των δανειστών μας –όπως, π.χ., στο θέμα της επιστροφής στην χώρα μας των κερδών που αποκόμισαν οι κεντρικές τράπεζες τους από τα ομόλογα του ελληνικού δημοσίου.
Η συγκρατημένα απαισιόδοξη πλευρά είναι, βέβαια, διαφορετική. Και προβληματίζει.
Το βασικό πρόβλημα της χώρας εντοπίζεται στην τεράστια δυσκολία – οικονομική, κοινωνική και θεσμική – να αλλάξει το μοντέλο ανάπτυξης που έχει ακολουθήσει μέχρι τώρα. Προς την κατεύθυνση αυτή ελάχιστα έχουν γίνει, αν όχι τίποτα. Η επιδιωκόμενη αύξηση του ρυθμού ανάπτυξης στηρίζεται ουσιαστικά στην άνοδο της ζήτησης και σε επενδύσεις αντικατάστασης παραγωγικού δυναμικού. Επέκταση του παραγωγικού ιστού με σύγχρονα μέσα και σε νέα προϊόντα δεν γίνεται.
Γι’ αυτό απαιτούνται άμεσες ξένες επενδύσεις. Προς το παρόν τουλάχιστον έχουμε εισροή έμμεσων ξένων επενδύσεων—εξαγορά, δηλαδή, ελληνικών εταιρειών από ξένους. Καλό κι αυτό αλλά δεν αντιμετωπίζει το βασικό πρόβλημα του αναπροσανατολισμού της οικονομίας.
Επιπρόσθετα, ακριβώς επειδή δεν έχει αλλάξει (αντίθετα έχει υποβαθμιστεί λόγω της δεκαετούς κρίσης) ο παραγωγικός ιστός, μόλις η ζήτηση αυξηθεί θα παρουσιαστούν προβλήματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και ιδιαίτερα στο εμπορικό ισοζύγιο.
Καλά επίσης τα κοινωνικά μερίσματα, αλλά ακόμη και το υπουργείο οικονομικών εκφράζει φόβους σχετικά με την επίτευξη του στόχου του 3,5% στο πρωτογενές πλεόνασμα. Τα δημοσιονομικά είναι πάνω σε τεντωμένο σχοινί και το δίκτυα ασφαλείας δεν είναι άμεσα ορατό. Όσο για τα περίφημα spreads ας μην υπερβάλλουμε: η συγκυρία είναι ευνοϊκή. Μία στραβή και την …κάτσαμε.
Κινήσεις να αντιμετωπιστούν πληγές όπως η ΔΕΗ, η ΛΑΡΚΟ, η ΕΛΒΟ κοκ. είναι αναγκαίες, ευπρόσδεκτες και ελπίζεται να ολοκληρωθούν. Επιλύονται, όμως, προβλήματα με καθυστέρηση 10-20 ετών και οι συσσωρευμένες ζημιές και αρνητικές εμπειρίες θα πάρουν χρόνο για να γιατρευτούν.
Οι δύο… ελέφαντες στο δωμάτιο, όμως, είναι το μεταναστευτικό και η Τουρκία. Περιμένουμε πολλά από τους εταίρους και συμμάχους μας, εξάλλου, δεν μπορούμε να κάνουμε κι αλλιώς, αλλά ας κρατάμε μικρό καλάθι. Στο μεταναστευτικό, η Ε.Ε. ενδέχεται να προσφέρει σε πρακτικό και οικονομικό επίπεδο μερική ανακούφιση αλλά μέχρις εκεί. Το πρόβλημα πρέπει να το λύσουμε μόνοι μας και οι όποιες λύσεις θα δοκιμάσουν την αντοχή της κοινωνίας και θα προσφέρουν εύκολο πολιτικό θήραμα.
Ως προς την Τουρκία οφείλουμε καταρχάς να λάβουμε υπόψη μας την Τουρκική υπεροπλία, γεγονός που μας υποχρεώνει (αν προλάβουμε) να αφιερώσουμε πόρους σε νέα εξοπλιστικά προγράμματα και στον εκσυγχρονισμό των Ε.Δ. – με όποιες δημοσιονομικές επιπτώσεις.
Είναι, επίσης, καιρός να συνειδητοποιήσουμε ότι, πρώτον, ο Ερντογάν εννοεί τα όσα λέει και, δεύτερον, ανακοινώσεις και διπλωματικές πιέσεις δεν θα τον κάμψουν. Η Τουρκία δεν πρόκειται ποτέ να δεχτεί δική μας ΑΟΖ με βάση το Καστελόριζο και τον αποκλεισμό της από την Ανατολική Μεσόγειο. Και θα μας προκαλεί διαρκώς με πράξεις. Ο Τούρκος πρόεδρος είναι σκληρός στρατηγικός παίκτης και κανένας δεν θέλει ανοιχτή έχθρα μαζί του. Η χώρα μας, λοιπόν, θα έχει στήριξη στα λόγια. Πιο πέρα δεν θα έχει τίποτα.
Καταλήγοντας: απαιτείται συγκρατημένη αισιοδοξία – οπότε και συγκρατημένη απαισιοδοξία. Διαφορετικά κινδυνεύουμε να καούμε στην πυρά της ματαιοδοξίας μας.