Κάτω από το μηδέν «γύρισε» και πάλι το αμερικάνικο αργό, μετά τη μικρή ανάκαμψη που παρουσίασε κατά το άνοιγμα.
Σύμφωνα με όσα μεταδίδει το RT η τιμή του αμερικάνικου πετρελαίου έπεσε ξανά κάτω από το μηδέν.
Συγκεκριμένα, η τιμή του West Texas Intermediate (WTI) πετρελαίου συνέχισε το καθοδικό σπιράλ του σήμερα μετά το χτεσινό ιστορικό «κραχ», όπου έπεσε για πρώτη φορά στην ιστορία κάτω από το μηδέν, φτάνοντας τα -$37.63 το βαρέλι. αναφέρει το protothema.
Η τιμή του βαρελιού του West Texas Intermediate (WTI) προς παράδοση τον Μάιο ανερχόταν λίγο μετά το άνοιγμα της αγοράς στο 0,56 δολάριο, έναντι των -37,63 δολαρίων, της τιμής χωρίς ιστορικό προηγούμενο στην οποία είχε κλείσει χθες βράδυ στη Νέα Υόρκη.
Μία δεκαετία νωρίτερα, τίποτα δεν προμήνυε την σημερινή κατάρρευση του μαύρου χρυσού. Η αυξημένη ζήτηση είχε εκτινάξει τις τιμές στα 145 δολάρια το βαρέλι. Η πλειονότητα, μάλιστα, των πετρελαϊκών εταιρειών, βλέποντας το ευοίωνο μέλλον, έσπευσαν να επενδύσουν σε ακριβές τεχνολογίες. Οι Αμερικανικές εταιρείες δεν θα άφηναν μία τέτοια ευκαιρία ανεκμετάλλευτη και αύξησαν αισθητά την παραγωγή τους. Τότε ήταν που άρχισαν να παρουσιάζονται οι πρώτες διαφωνίες μεταξύ των καρτέλ. Η Βενεζουέλα και το Ιράν απαίτησαν μικρότερη παραγωγή και υψηλότερες τιμές. Αντιθέτως, η Σαουδική Αραβία, εστιάστηκε στη μείωση των τιμών, ασχέτως παραγωγής, σε μία προσπάθεια να βάλει τρικλοποδιά στις αμερικανικές εταιρείες. Πώς, όμως, φτάσαμε στην πρωτοφανή κατάρρευση του μαύρου χρυσού, η οποία σύμφωνα με εκτιμήσεις, ενδέχεται να διαρκέσει ως το 2024. Η χωρίς προηγούμενο μείωση της ζήτησης για πετρέλαιο εξαιτίας της πανδημίας συνέβαλε καθοριστικά, ρίχνοντας σε περιδίνηση τις τιμές. Καταλυτικό επίσης ρόλο, όμως, έπαιξε και ο ακήρυχτος πόλεμος μεταξύ των υπερδυνάμεων του πετρελαίου.
Σύγκρουση Σαουδικής Αραβίας- Ρωσίας
Οι σχέσεις των δύο πετρελαιοπαραγωγικών χωρών επιβαρύνονταν από δεκαετίες έντασης και δυσπιστίας. Το 2016, όμως, σε κοινή τους ανακοίνωση, γνωστοποίησαν ότι «σχεδιάζουν να ενώσουν τις δυνάμεις τους, με στόχο την αξιολόγηση της πετρελαϊκής αγοράς και τη διαμόρφωση λύσεων για τη διασφάλιση της πετρελαϊκής σταθερότητας». Η διμερής συμφωνία που υπέγραψαν, θεωρήθηκε μείζονος σημασίας, προκειμένου να ελέγχεται η πετρελαϊκή παραγωγή και να στηρίζονται οι τιμές. Η Ρωσία, παρ’ ότι αποτελεί τον τρίτο μεγαλύτερο παραγωγό και τον δεύτερο μεγαλύτερο εξαγωγέα μαύρου χρυσού στον κόσμο, δεν είναι μέλος του ΟΠΕΚ, ενώ η Σαουδική Αραβία είναι η άτυπη επικεφαλής του Οργανισμού Εξαγωγών Πετρελαιοπαραγωγικών Κρατών (ΟΠΕΚ). Η συνεργασία αυτή, όμως, δεν άργησε να «στραβώσει», προκαλώντας σοβαρές γεωπολιτικές αναταράξεις και ολέθριες οικονομικές συνέπειες.
Η Μόσχα δεν υπέκυψε στις πιέσεις της Σαουδικής Αραβίας να συναινέσει στη συμφωνία του ΟΠΕΚ για μείωση της ημερήσιας παραγωγής του διευρυμένου καρτέλ πετρελαιοπαραγωγών χωρών. Ο Βλαντιμίρ Πούτιν θεώρησε ότι κάτι τέτοιο θα ευνοούσε την αμερικανική ενεργειακή βιομηχανία. Από τον περασμένο Δεκέμβριο η Ρωσία έχει δείξει απροθυμία να μειώσει και τις τιμές, όπως επιμόνως ζητούσε η Σαουδική Αραβία. Στις αρχές Φεβρουαρίου, επήλθε το ρήγμα. Ο κορονοϊός είχε ήδη αρχίσει να πλήττει σφοδρά την Κίνα. Έτσι η Σαουδική Αραβία επανέφερε, πολύ πιο επίμονα αυτή την φορά, το αίτημα. Η απάντηση ήταν και πάλι ένα ξερό ‘όχι’. Το ρήγμα ήταν πλέον γεγονός. Οι απανωτές επικοινωνίες και προσπάθειες συμβιβασμού έπεσαν στο κενό. Το τελικό χτύπημα στις σχέσεις των δύο χωρών επήλθε στη Βιέννη. Εκεί, η Μόσχα και ο Οργανισμός Εξαγωγών Πετρελαιοπαραγωγικών Κρατών (ΟΠΕΚ) διαπραγματεύτηκαν τον περιορισμό παραγωγής αργού κατά 1,5 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα. Και πάλι δεν επήλθε συμφωνία. Τότε είναι που η Σαουδική Αραβία περνάει στην αντεπίθεση. Ανακοινώνει ότι προχωρά σε αύξηση της παραγωγής πετρελαίου και μείωση των τιμών, κηρύττοντας έτσι οικονομικό πόλεμο. Στόχος της να διατηρήσει το μερίδιό της στην παγκόσμια αγορά, ακόμα και αν χάσει έσοδα. Ως αποτέλεσμα αυτού, η πτώση των τιμών ήταν ραγδαία, οδηγώντας τες σε ιστορικά χαμηλά. Πλησίασαν αυτές του 1991, στον πόλεμο του Κόλπου. Θύμα αυτής της επιθετικής τακτικής δεν ήταν μόνο η Ρωσία, αλλά και η Αμερική. Ο ίδιος ο Αμερικάνος πρόεδρος επιχείρησε να αναλάβει ρόλο διαμεσολαβητή για να κατευνάσει τα πνεύματα. Εντέλει, η Σαουδική Αραβία και η Ρωσία συμφώνησαν για τη μείωση της παραγωγής πετρελαίου σε μια προσπάθεια να επανέλθει σχετική ισορροπία στην αγορά. Οι απανωτές αναβολές, όμως, ενός κύκλου διαβουλεύσεων μεταξύ των δύο χωρών έπληξε ακόμα περισσότερο τις τιμές, διαμορφώνοντας ένα ιδιαίτερα αρνητικό περιβάλλον για τους παραγωγούς. Τελικά, στις 12 Απριλίου επετεύχθη μια συμφωνία-σταθμός που προβλέπει μείωση της παραγωγής όλων κατά 22%, με τη Σ. Αραβία και τη Ρωσία να φτάνουν στα επίπεδα των 8,5 εκατ. βαρελιών από τις αρχές Μαΐου. Η συμφωνία αυτή, όμως, χαρακτηρίζεται ιδιαίτερα ευάλωτη, ακόμα και προσωρινή.