Στη δημοπρασία εντόκων γραμματίων τρίμηνης διάρκειας του ελληνικού δημοσίου, το επιτόκιο διαμορφώθηκε στο -0,02%. Η Ελληνική Δημοκρατία γίνεται έτσι η τελευταία χώρα της Ευρωζώνης η οποία έχει πρόσβαση σε δανεικά… έναντι αμοιβής αντί να πληρώνει τόκο (με βραχυχρόνιο ορίζοντα τριμήνου, προς το παρόν).
Η εξέλιξη είναι συμβολική και ουσιαστική καθώς αντανακλά την πεποίθηση των επενδυτών πως η χώρα συμπεριφέρεται και πάλι ως χώρα ευρωζώνης και πως το ρίσκο της όσον αφορά τα κεφάλαια που επενδύονται σε ελληνικούς τίτλους υποχωρεί στα ευρωπαϊκά -χαμηλά -επίπεδα, αναφέρει το newmoney.
Γιατί είναι σημαντικό
Ας ξεκινήσουμε από τα βασικά:
Ομόλογο είναι τίτλος χρέους μακροχρόνιας διάρκειας, αφορά πολυετή δανεισμό του κράτους.
Έντοκο Γραμμάτιο είναι τίτλος χρέους βραχυχρόνιας διάρκειας, και αφορά τρίμηνο ή εξάμηνο δανεισμό. Η υποχώρηση του «επιτοκίου» του τρίμηνου εντόκου γραμματίου σε αρνητική επικράτεια σημαίνει πως η Ελληνική Δημοκρατία αποκτά πρόσβαση σε δωρεάν βραχυχρόνια ρευστότητα.
Αν η θετική εικόνα διατηρηθεί και η εμπιστοσύνη στην προοπτική της Ελληνικής Οικονομία δεν κλονιστεί στις διεθνείς αγορές, το Ελληνικό κράτος μπορεί να δανείζεται πλέον για τρεις μήνες και αντί να πληρώνει τόκο, να εισπράττει. Αν η θετική εικόνα και η εμπιστοσύνη για την Ελληνική Οικονομία βελτιωθεί περαιτέρω (όπως αναμένεται, καθώς η Ελλάδα βρίσκεται ήδη σε πορεία ανάκτησης πιστοληπτικής αξιοπιστίας «επενδυτικής κατηγορίας») τότε τα αρνητικά επιτόκια θα επεκταθούν και σε πιο μακροχρόνιο δανεισμό, σε δανεισμό με ομόλογα δηλαδή (που ακόμα έχουν θετικό επιτόκιο) επεκτείνοντας την πρόσβαση του ελληνικού κράτους σε δωρεάν ρευστότητα.
Βέβαια το πλεονέκτημα δεν πρέπει να επιτρέπει εφησυχασμό: Το πόσο συχνά θα καταφύγει το ελληνικό δημόσιο σε αυτή τη ρευστότητα και πώς θα την αξιοποιήσει είναι στοιχείο αξιολόγησης από τους διεθνείς επενδυτές που αγοράζουν ελληνικούς τίτλους χρέους. Αν διαπιστώσουν ότι το κράτος δανείζεται για μη παραγωγικές ανάγκες, οι αμφιβολίες θα επιστρέψουν, το κόστος δανεισμού θα αυξηθεί καθώς θα τιμολογεί το αυξημένο ρίσκο. Όμως αυτό δεν είναι το κεντρικό σενάριο. Ο αυτόματος πιλότος έχει αντίθετη κατεύθυνση: την αναβάθμιση της χώρας σε «επενδυτική κατηγορία».
Πώς είναι δυνατόν να πληρώνεσαι για να δανειστείς;
Το παράδοξο των «δανεικών επ’αμοιβή» είναι συνέπεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης και των προγραμμάτων στήριξης του Ευρώ από την ΕΚΤ: Προκειμένου να αντιμετωπίσει τον πανικό από το κύμα πωλήσεων ευρωπαϊκών ομολόγων της περιφέρειας στα χρόνια της κορύφωσης της κρίσης, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, στα πλαίσια της χαλαρής νομισματικής πολιτικής Ντράγκι, με διάφορα νομισματικά εργαλεία και αγορές κρατικών ομολόγων στήριξε την τιμή τους. Όσο όμως η τιμή ενός ομολόγου (ενός τίτλου δανεισμού/χρέους) αυξάνεται, η απόδοσή του (το «επιτόκιο» του τίτλου) μειώνεται.
Έτσι, οι πιο αξιόπιστοι τίτλοι χρέους της Ευρωζώνης, τα γερμανικά ομόλογα, είδαν πρώτοι το «επιτόκιό» τους να υποχωρεί κάτω από το μηδέν. Στην συνέχεια -και όσο η κρίση και το ρίσκο υποχωρούσε και όσο η κεντρική τράπεζα αγόραζε περισσότερα ομόλογα στα πλαίσια του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης (QE) – όλο και περισσότερες χώρες μπορούσαν να δανειστούν με ομόλογα αρνητικής απόδοσης, για όλο και μεγαλύτερο χρονικό ορίζοντα. Οι διεθνείς επενδυτές συνέχισαν να τα αγοράζουν καθώς σε μια παγκόσμια συγκυρία ανασφάλειας και με πρόσφατες τις μνήμες της κρίσης – όταν κανείς δεν εμπιστεύονταν κανένα για να τον δανείσει – η δυνατότητα να εξασφαλίσεις τα χρήματά σου με μια ευρωπαϊκή χώρα «που έχει πρόσωπο» και δε θα χρεοκοπήσει εξαϋλώνοντας τα κεφάλαιά σου ήταν μια επιλογή ασφάλειας, έστω και αν είχε μικρό κόστος (αρνητικό επιτόκιο) αντί αμοιβή, τόκο.
Η Ελλάδα αυτή τη στιγμή βρίσκεται σε μια θετική συγκυρία: Από τη μια οι επενδυτές θέλουν να έχουν ήσυχο το κεφάλι τους και προτιμούν ευρωπαϊκά ομόλογα. Από την άλλη τα περισσότερα έχουν αρνητικά επιτόκια: Πολύ αρνητικά η Γερμανία, ελαφρώς αρνητικά η Πορτογαλία. Η Ελλάδα έχοντας βγάλει από πάνω της το στίγμα της χρεοκοπίας αποτελεί μια λύση εξασφάλισης κεφαλαίων σε ευρώ που ακόμα όμως «πληρώνει τόκο».
Ο ενάρετος κύκλος που έχει μπει σε κίνηση λέει πως όσο οι επενδυτές αγοράζουν ελληνικούς τίτλους για να εξασφαλίσουν απόδοση, βαθμιαία η απόδοση θα μειώνεται: όλο και περισσότεροι τίτλοι ελληνικού χρέους θα διαμορφώνουν αρνητικές αποδόσεις. Αυτό με τη σειρά του, θα μειώσει περαιτέρω την υποχώρηση του κόστους δανεισμού της Ελλάδας και θα βελτιώσει τα περιθώρια εξυπηρέτησης του χρέους απελευθερώνοντας πόρους για την πραγματική οικονομία. Ταυτόχρονα αυτός ο ενάρετος κύκλος επιταχύνει την αναβάθμιση της Ελλάδας από τους οίκους αξιολόγησης -με τελικό την επενδυτική κατηγορία.
Η δημοπρασία αποτελεί ένα συμβολικό πρώτο βήμα σε αυτή τη διαδρομή.