Σύμφωνα με έγγραφο του Γενικού Λογιστηρίου υπόκεινται σε κράτηση και συνυπολογίζονται στις συντάξιμες αποδοχές τα εξής επιδόματα ανά κατηγορία υπαλλήλων:
Στους παλιούς πριν το 1993 ασφαλισμένους για τα έτη 2002 και 2003 υπόκεινται σε κράτηση σύνταξης ο βασικός μισθός και το χρονοεπίδομα. Από 1/1/2004 και εφεξής, λόγω ενσωμάτωσης του επιδόματος στον βασικό μισθό η κράτηση σύνταξης γίνεται επί του νέου βασικού μισθού.
Στο πλασματικό ποσό των 140,80 ευρώ γίνεται κράτηση σύνταξης από 1/1/2007 μέχρι 31/12/2016.
Σε περίπτωση που έγινε κράτηση υπέρ σύνταξης για ποσά που καταβλήθηκαν από 1/1/2003 έως 31/12/2003, σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 13 του ν.3029/2002, καταγράφονται και οι αποδοχές αυτές ως συντάξιμες.
Τα επιδόματα θέσης ευθύνης υπόκεινται σε κράτηση σύνταξης από 1/1/2008 και μετά. Δεν λαμβάνονται υπόψη τα επιδόματα (ευθύνης, ανθυγιεινό, κ.λπ.) όπως διαμορφώθηκαν με το ν. 4024/2011, αλλά υπόκειται σε κράτηση τα επιδόματα που ίσχυαν μέχρι τον Οκτώβριο του 2011. Τα επιδόματα ευθύνης υπόκεινται σε κράτηση και είναι στις συντάξιμες αποδοχές όχι μόνο των υπαλλήλων που επελέγησαν σε θέσεις από υπηρεσιακά συμβούλια, αλλά και αυτών που τοποθετήθηκαν με απόφαση υπουργού, όπως προβλέπει διάταξη του ν. 4488/2017.
Οι γιατροί του ΕΣΥ (ειδικό μισθολόγιο) υπόκεινται σε κράτηση από 1/1/2002 στο βασικό μισθό, στο χρονοεπίδομα και στο πλασματικό ποσό των 140,80 ευρώ. Αυτές είναι οι συντάξιμες αποδοχές.
Στους υπαλλήλους ΟΤΑ που είναι σε καθεστώς βαρέων λαμβάνεται υπόψη στις συντάξιμες αποδοχές τους το ανθυγιεινό επίδομα ποσού 170 ευρώ, 151 ευρώ και 121,44 ευρώ, από 7/5/2008 και εφεξής.
Επίσης, όπως αναφέρει ο Ελ. Τύπος, στους νέους από 1993 και μετά ασφαλισμένους στο Δημόσιο υπόκεινται σε ασφαλιστική εισφορά σύνταξης το σύνολο των αποδοχών (μισθός και πάσης φύσεως επιδόματα) και αυτές είναι και οι συντάξιμες αποδοχές τους για τον υπολογισμό της ανταποδοτικής σύνταξης.