Μπορεί να έχουμε συσχετίσει την Τρίτη Ηλικία με την μοναξιά, αλλά μια νέα βρετανική μελέτηπου παρουσιάστηκε στο ετήσιο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Κοινωνιολογίας στο στο Μάντσεστερ της Μεγάλης Βρετανίας υποστηρίζει ότι τελικά οι μεσήλικες βιώνουν περισσότερη μοναξιά από τους ηλικιωμένους και τους νέους.
Οι ερευνητές Christina Victor, από το Πανεπιστήμιο Brunel του Λονδίνου, Manuela Barreto, από το Πανεπιστήμιο του Έξετερ και Pamela Qualter, από το Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ, ανέλυσαν δεδομένα για 38.000 άτομα, τα οποία είχαν λάβει μέρος στο «Πείραμα Μοναξιάς» που διεξήγαγε το BBC το περασμένο έτος.
Χρησιμοποίησαν, λοιπόν, μια νέα μέθοδο ανάλυσης της μοναξιάς, η οποία εξετάζει τη συχνότητα που οι άνθρωποι ανέφεραν ότι νιώθουν μόνοι, τη διάρκεια του συναισθήματος αυτού και την έντασή του, με την κάθε πτυχή να αξιολογείται από τους συμμετέχοντες σε μια κλίμακα από το 1 έως το 5.
Η Δρ. Christina Victor ανέφερε, μάλιστα, ότι συνδυάζοντας τις βαθμολογίες οι επιστήμονες ανακάλυψαν ότι το 7% των ανθρώπων κατά μέσο όρο ήταν συχνά ή πάντα μόνοι.
Συγκεκριμένα, το ποσοστό για τα άτομα ηλικίας 16-24 ετών κυμαινόταν στο 7%, για τους 24-34 στο 5%, για τους 35-64 στο 8% και για τους 65 και άνω στο 6%.
«Οι παραδοσιακές αναλύσεις της μοναξιάς επικεντρώνονται κυρίως στο πόσο συχνά οι άνθρωποι νιώθουν μόνοι, αυτό όμως επισκιάζει και υποτιμά τις εμπειρίες που ίσως να μην είναι συχνές αλλά να είναι έντονες ή μακρόχρονες.
Λαμβάνοντας υπόψιν αυτό, μπορούμε να κατανοήσουμε καλύτερα το πώς βιώνεται η μοναξιά μέσα σε όλη τη ζωή ενός ανθρώπου κι όχι μόνο να προσδιορίσουμε την απόλυτη ηλικία στην οποία κάποιος νιώθει τη μεγαλύτερη μοναξιά», σχολίασε με τη σειρά της η Δρ. Manuela Barreto από το Πανεπιστήμιο Exeter, με τη Δρ. Victor να συμπληρώνει:
«Το αίσθημα της μοναξιάς συνήθως δε βιώνεται για πρώτη φορά στις μεγαλύτερες ηλικίες. Διαπιστώσαμε ότι πολλοί άνθρωποι ένιωθαν συχνά έτσι κατά τη διάρκεια της ζωής τους.
Αντί, λοιπόν, να επικεντρωνόμαστε στις διαφορές μεταξύ των ηλικιακών ομάδων, θα έπρεπε να δίνουμε την προσοχή μας στο πώς βιώνεται η μοναξιά σε όλη τη ζωή.
Οι απαντήσεις στο ποια περίοδο της ζωής τους ένιωθαν πιο μόνοι οι συμμετέχοντες μας βοήθησαν να θέσουμε τη μοναξιά στις μεγάλες ηλικίες σε μια ευρύτερη προοπτική της πορείας της ζωής και όχι να τη βλέπουμε ξεχωριστά από την υπόλοιπη ζωή των ατόμων».
Οι ερευνητές παρατήρησαν, επίσης, ότι όταν ρώτησαν τους ανθρώπους σε ποια ηλικία ένιωθαν πιο έντονα μοναξιά, οι περισσότεροι επέλεγαν την ηλικία στην οποία βρίσκονταν εκείνη τη στιγμή ή λίγο πριν από αυτή και όχι την παιδική ηλικία ή τη νεότητά τους.
Βρήκαν, τέλος, ότι για τους μισούς 75χρονους και άνω το να νιώθουν μόνοι ήταν κάποιες φορές ή και πάντα μια θετική εμπειρία, πράγμα το οποίο ίσχυε σε πολύ μικρότερο βαθμό για τους νεότερους ανθρώπους.