Προσφάτως έγινε γνωστό στα ΜΜΕ ότι η κυβέρνηση προτίθεται να προχωρήσει στην διανομή «κοινωνικού μερίσματος» σε ευάλωτα στρώματα, καθώς το 2017 κλείνει με υπέρβαση στο πλεόνασμα.
Το πλεόνασμα αυτό προέρχεται κυρίως λόγω των «αναπάντεχα αυξημένων εσόδων» του ενιαίου φορέα κοινωνικής ασφάλισης (ΕΦΚΑ). Οι πληροφορίες αυτές μού προκάλεσαν πολλές σκέψεις και ερωτήματα, τα οποία παραθέτω με συντομία.
Του Θεόφιλου Κωλέττη*
1) Ο όρος «μέρισμα» είναι εξαιρετικά ατυχής. Ως μέρισμα ορίζεται το τμήμα των κερδών που αναλογεί σε καθεμιά από τις μετοχές μίας ανώνυμης εταιρείας. Το μέρισμα αποδίδεται στους μετόχους της εταιρείας, συνήθως σε ετήσια βάση. Ο ΕΦΚΑ δεν είναι επιχείρηση για να αποφέρει κέρδη και δεν έχει μετόχους.
2) Τί σημαίνει ο όρος «αναπάντεχα αυξημένα έσοδα»; Η πιο πιθανή ερμηνεία είναι ότι πολύ περισσότεροι ασφαλισμένοι τελικά ανταποκρίθηκαν στις υποχρεωτικές εισφορές προς τον ΕΦΚΑ, από αυτούς που είχαν αρχικά εκτιμηθεί. Πώς όμως καθορίζεται μία ασφαλιστική εισφορά με την ταυτόχρονη παραδοχή ότι είναι τόσον υψηλή ώστε σημαντικό ποσό των ασφαλισμένων να εκτιμάται ότι θα είναι αδύνατον να ανταποκριθούν;
3) Η θεώρηση ως πλεονασματικών των ποσών που υπερέβησαν την αρχική εκτίμηση προϋποθέτει ότι προϋπολογίστηκαν σε αυτήν την αρχική εκτίμηση όλες οι ανάγκες του ΕΦΚΑ. Φυσικά, σε αυτές θα πρέπει να συγκαταλέγεται το έλλειμμα του φορέα, το οποίο υπολογίζεται σε 2,9 δισεκατομμύρια ευρώ. Καλύφθηκε το έλλειμμα αυτό και παραμένει το πλεόνασμα;
4) Η ασφαλιστική εισφορά έχει ανταποδοτική χροιά. Ο ασφαλισμένος καταβάλλει την εισφορά του, περικόπτοντας άλλες κρίσιμες δαπάνες, για να έχει ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και συνταξιοδοτικό πρόγραμμα. Οποιοδήποτε πλεόνασμα προκύπτει μετά την κάλυψη των εξόδων του ΕΦΚΑ πρέπει να παίρνει την μορφή αποθεματικών.
5) Οι περικοπές των συντάξεων κατά την περίοδο της κρίσης είχαν σαν αποτέλεσμα την απώλεια της αξιοπιστίας των ασφαλιστικών φορέων σχετικά με την επάρκειά τους να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους. Αμφιβάλλω εάν σήμερα υπάρχει έστω και ένας εργαζόμενος που να πιστεύει ότι η σύνταξη που θα λάβει θα είναι αντίστοιχη των ασφαλιστικών του εισφορών.
Όμως, η εμπιστοσύνη στις κρατικές δομές κοινωνικής ασφάλισης κατέχει κεντρική θέση στο αίσθημα ασφάλειας των πολιτών. Ο ΕΦΚΑ δημιουργήθηκε με κύριο σκοπό την αποκατάσταση της αξιοπιστίας της κοινωνικής ασφάλισης και η μεταφορά των ασφαλιστικών εισφορών για άλλους σκοπούς δεν εξυπηρετεί αυτό τον στόχο.
6) Ακόμη και αν θεωρηθεί ως ηθικά αποδεκτή η μεταφορά πόρων από τις ασφαλιστικές εισφορές, η μεταφορά αυτή θα πρέπει να συντελείται για την ικανοποίηση κοινωνικών αναγκών που είναι συναφείς με τις υπηρεσίες του ΕΦΚΑ, όπως για παράδειγμα η βελτίωση των υποδομών των δημόσιων νοσοκομείων. Εάν και πάλι προκύπτει πλεόνασμα, τα πιθανά πεδία χρηματοδότησης θα μπορούσαν να περιλάβουν και άλλες κοινωνικές ανάγκες, όπως η δημιουργία νέων βρεφονηπιακών σταθμών.
7) Ένα σημαντικό κριτήριο δικαιοσύνης και ωριμότητας ενός κοινωνικού συνόλου είναι η αλληλεγγύη που δείχνει στα πιο αδύναμα μέλη του. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται ο ρόλος των κρατικών θεσμών, που συνίσταται στην χρηματοδότηση και ανάπτυξη ποικίλων κοινωνικών δομών. Ο ρόλος αυτός είναι μοιραία αναδιανεμητικός.
8) Η ανάπτυξη των δομών αλληλεγγύης είναι μία διαρκής διαδικασία, που τελικά χαρακτηρίζει την δίκαιη, ώριμη και αναπτυγμένη κοινωνία. Κατά συνέπεια, δεν ευσταθεί ο ισχυρισμός ότι υπάρχουν πλεονάζοντες πόροι, οι οποίοι δεν χρειάζεται να επενδυθούν σε αυτές τις κοινωνικές δομές, αλλά μπορούν να επιστραφούν με την μορφή «βοηθήματος» ή «χρηματικής ενίσχυσης» σε ευάλωτες κοινωνικές ομάδες.
9) Παροχές τύπου «ελεημοσύνης προς τους φτωχούς» είναι έργο της Εκκλησίας και όχι των κρατικών θεσμών. Κατά συνέπεια, αυτές οι παροχές καθίστανται πολύ αμφισβητούμενες, διαστρεβλώνουν τον αναδιανεμητικό ρόλο του κράτους και ενέχουν τον κίνδυνο να χαρακτηριστούν ως «εξαγορά συνειδήσεων». Ταυτόχρονα, μειώνουν την κοινωνική συνοχή, αποδυναμώνουν το αίσθημα του «κοινού καλού» και προάγουν την αναζήτηση ατομικών λύσεων από το κράτος «ελεήμονα».
*Καθηγητής Ιατρικής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων