Η μεγαλύτερη, πιο οδυνηρή και πολύ επικίνδυνη ανισορροπία της σύγχρονης παγκόσμιας πραγματικότητας είναι η ταχύτατη εξέλιξη σε όλους τους τομείς δραστηριοποίησης των κοινωνιών από το ένα μέρος και από το άλλο η αναντίστοιχη βραδύτητα στην πολιτική της διαχείριση και ο ανεπαρκής σχεδιασμός της δυναμικής, που αναπτύσσεται, με αποτέλεσμα να μην είναι ελεγχόμενες οι επιπτώσεις στην ζωή των ανθρώπων και στο φυσικό περιβάλλον.
Του Χρίστου Αλεξόπουλου
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει μια έρευνα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (δελτίο τύπου του ΟΗΕ, 20.4.2020, Public support for international cooperation surges amid global upheaval) σχετικά με τα προβλήματα, που απασχολούν περισσότερο τους πολίτες και τους προκαλούν ανασφάλεια και αβεβαιότητα ως προς την αποτελεσματική και βιώσιμη διαχείριση τους.
Η έρευνα έγινε σε 186 χώρες σε δείγμα περισσότερων από 41.000 ατόμων. Τα πιο σημαντικά προβλήματα, που κατεγράφησαν, είναι 1.η κλιματική αλλαγή και οι επιπτώσεις στα οικοσυστήματα 2. οι συγκρούσεις σε παγκόσμιο επίπεδο και η βία σε πολλές χώρες και 3. οι κίνδυνοι για την υγεία.
Το πιο σημαντικό και αισιόδοξο μήνυμα της έρευνας είναι, ότι το 95% των πολιτών μετά την εξάπλωση του κορωνοϊού σε πλανητικό επίπεδο θεωρεί απαραίτητη την συνεργασία των κρατών για την αντιμετώπιση των παγκόσμιας εμβέλειας προβλημάτων. Το θέμα βέβαια είναι, πως εκφράζεται αυτή η οπτική στο πολιτικό πεδίο σε λειτουργικό χρονικό σημείο.
Η ρεαλιστική προσέγγιση της πραγματικότητας όμως δείχνει, ότι δυστυχώς οι συνθήκες δεν έχουν ωριμάσει σε επαρκή βαθμό, ώστε η παγκόσμια συνεργασία να είναι εφικτή και αποτελεσματική. Ακόμη και στις επιμέρους κοινωνίες δεν υπάρχει αυτή η οπτική μεταξύ των κοινωνικών ομάδων, που τις συγκροτούν.
Πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι επιπτώσεις του κορωνοϊού (Covid-19) σε διάφορες πολιτείες των ΗΠΑ. Το ισχύον μοντέλο κοινωνικής οργάνωσης δεν αντιμετωπίζει τις διάφορες κοινωνικές ομάδες με τον ίδιο τρόπο και κοινωνική δικαιοσύνη, ούτε και εμφορείται από τον ανθρωπισμό χωρίς διακρίσεις.
Στο Milwaukee οι 7 στους 10 νεκρούς λόγω του κορωνοϊού είναι Αφροαμερικανοί. Στην Louisiana το 70% των νεκρών είναι Αφροαμερικανοί, ενώ το ποσοστό τους στον πληθυσμό είναι 32%. Στο δε Chicago ο αριθμός των αφροαμερικανών νεκρών είναι 6 φορές μεγαλύτερος από αυτόν, που αντιστοιχεί στους λευκούς (τα στοιχείο αυτά είναι από δημοσίευμα στην Washington Post, 7.4.2020).
Στο υπερεθνικό πεδίο η συνεργασία είναι πιο δύσκολη ακόμη και σε περιπτώσεις, που υπογράφονται παγκόσμιας εμβέλειας συμφωνίες, όπως είναι η Συμφωνία για το Κλίμα, που υπεγράφη στο Παρίσι (2016), αλλά οι στόχοι δεν επιτυγχάνονται σε λειτουργικό χρόνο.
Στις 22.4.2020 στο πλαίσιο της Παγκόσμιας Ημέρας της Γης ο Antonio Guterres (Γενικός Γραμματέας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών) δήλωσε «Η βιοποικιλότητα μειώνεται απότομα. Η διατάραξη του κλίματος πλησιάζει στο σημείο χωρίς επιστροφή» και πρόσθεσε «τα αέρια του θερμοκηπίου, όπως και οι ιοί, δεν σέβονται τα εθνικά σύνορα. Με αφετηρία την Ημέρα της Γης ας απαιτήσουμε μαζί ένα υγιές και βιώσιμο μέλλον για τους ανθρώπους και τον πλανήτη».
Με αφορμή δε την αντιμετώπιση του κορωνοϊού και των γενικότερων επιπτώσεων του πρότεινε, η διάθεση τεράστιων χρηματικών ποσών για αυτό τον σκοπό να συνδυάζεται με την δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και επιχειρήσεων με «πράσινα» χαρακτηριστικά.
Επίσης η χρηματοδότηση της διάσωσης επιχειρήσεων να συνδέεται με την δημιουργία «πράσινων» θέσεων εργασίας και την βιώσιμη ανάπτυξη.
Τόνισε ιδιαιτέρως την προτεραιότητα, που πρέπει να δοθεί στην «πράσινη» οικονομία, ενώ επεσήμανε την ανάγκη να δοθεί ιδιαίτερο βάρος στις επενδύσεις σε βιώσιμους τομείς και έργα, που βοηθούν το περιβάλλον και το κλίμα.
Τέλος μίλησε για την ζωτικής σημασίας ανάγκη, να μην χρηματοδοτείται η εξόρυξη ορυκτών καυσίμων και να αποκατασταθεί άμεσα η συνεργασία της παγκόσμιας κοινότητας για την διάσωση και την προστασία του κλίματος.
Την ζοφερή εικόνα της πραγματικότητας συμπληρώνει ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών με τις εκτιμήσεις στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Επισιτιστικού Προγράμματος και τις προειδοποιήσεις για «βιβλικούς λιμούς λόγω πανδημίας».
Σύμφωνα με τον ΟΗΕ ο αριθμός των ανθρώπων, που υποφέρουν από την πείνα, θα μπορούσε να ανέλθει από τα 135 εκατομμύρια στα 250 εκατ. και ίσως να τα ξεπεράσει. Οι χώρες, που κινδυνεύουν περισσότερο, είναι η Υεμένη, η Δημοκρατία του Κονγκό, το Αφγανιστάν, η Βενεζουέλα, η Αιθιοπία, το Νότιο Σουδάν, η Συρία, η Νιγηρία και η Αϊτή.
Ο επικεφαλής του Παγκόσμιου Επισιτιστικού Πραγράμματος David Beasley επισημαίνει, ότι «ο κόσμος πρέπει να δράσει σοφά και γρήγορα. Η αλήθεια είναι, ότι ο χρόνος δεν είναι με το μέρος μας».
Η δυναμική, που αναπτύσσεται σε πλανητικό επίπεδο, είτε είναι εθνικά οριοθετημένη είτε υπερεθνικά, καταδεικνύει εμφατικά, ότι η ταχύτητα της εξέλιξης της πραγματικότητας υπερβαίνει σε επικίνδυνο βαθμό την ταχύτητα του πολιτικού συστήματος όχι μόνο στο πεδίο του σχεδιασμού της πορείας προς το μέλλον αλλά και στην δυνατότητα του να παίρνει αποφάσεις ως προς την διαχείριση των επιπτώσεων της εξέλιξης σε λειτουργικό χρόνο.
Αυτές οι συνθήκες όμως δεν υπηρετούν την βιωσιμότητα τόσο του ανθρώπου όσο και του φυσικού περιβάλλοντος. Οι πολίτες προς το παρόν εκφράζουν την ανησυχία τους σε σχέση με τα πλανητικής εμβέλειας προβλήματα ή καταφεύγουν στην αναζήτηση προοπτικής με την αξιοποίηση της κινητικότητας, στο μέτρο που είναι εφικτή στο πλαίσιο του ισχύοντος μοντέλου οργάνωσης των κοινωνιών του ανεπτυγμένου Βορρά (μαζικές μετακινήσεις πληθυσμών).
Στο βαθμό βέβαια, που δεν αντιμετωπίζονται εγκαίρως οι ανισορροπίες τόσο σε εθνικό όσο και σε πλανητικό επίπεδο, δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για την πρόκληση ισχυρών κοινωνικών εντάσεων και ανατροπών, οι οποίες δεν θα επιλύουν τα προβλήματα, στο μέτρο που δεν κινούνται στο πλαίσιο ενός λειτουργικού, ρεαλιστικού και μακροπρόθεσμου σχεδιασμού, ο οποίος θα εκφράζει το κοινωνικό και το ανθρώπινο συμφέρον.
Θα μπορούσε το πολιτικό σύστημα να καλύψει και να ισορροπήσει την διαφορά ταχύτητας μεταξύ της δυναμικής της εξέλιξης και της πολιτικής σχεδίασης και διαχείρισης της;
Το ερώτημα είναι ρητορικό, διότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος. Εκτός και αν η αδυναμία του υποκατασταθεί με την ανάπτυξη πρωτοβουλιών από τις δομές της κοινωνίας πολιτών, οι οποίες με την βοήθεια της επιστημονικής κοινότητας θα μπορούσαν να συμβάλλουν στην ανανέωση και επανεκκίνηση του πολιτικού συστήματος με σύγχρονο τρόπο σκέψης και λειτουργίας. Δεν είναι καθόλου εύκολο.
Η βιωσιμότητα όμως του ανθρώπου και του φυσικού περιβάλλοντος βρίσκεται σε οριακό σημείο και απαιτεί λύσεις. Ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών το επεσήμανε με ιδιαίτερα έντονο τρόπο.