Το τελετουργικό, η παράδοση, οι πολιτικοί αντίπαλοι που πήραν τις θέσεις τους στο Καπιτώλιο. Όλα έδιναν την αίσθηση της εθνικής ενότητας στην ορκωμοσία του Ντόναλντ Τραμπ. Τίποτα από όλα αυτά όμως δεν ήταν αληθινό, όλα ήταν μια απάτη γράφει ο Guardian.
Η ομιλία του νέου προέδρου, μετά από την ορκωμοσία ήταν μία κήρυξη πολέμου σχολιάζει ο Guardian. «Ηρθε η ώρα να αρχίσουμε να συνηθίζουμε σε αυτές τις δυσάρεστα ανάρμοστες λέξεις, δεν επινόησε ούτε μία αθάνατη φράση για την ημέρα. Οι λέξεις του δεν θα έμειναν στο μυαλό με οποιοδήποτε από τους τρόπους που πέτυχαν κάποτε οι Λίνκολν, Ρούσβελτ, Κένεντι ή Ρίγκαν. Ομως, το μήνυμα του νέου προέδρου δεν θα μπορούσε να είναι σαφέστερο. Ηρθε για να συντρίψει την επίφαση ενότητας και της συνέχειας που αντιπροσωπεύει η ειρηνική μετάβαση. Και μπορεί να το πέτυχε. Το 1933, ο Ρούσβελτ κάλεσε τον κόσμο να ξεπεράσει τον φόβο. Το 2017, ο Τραμπ είπε στον κόσμο να είναι πολύ φοβισμένος».
«Η ομιλία του Τραμπ ήταν πικρή, υπεροπτική και μπανάλ. ''Εβραζε'' από δυσαρέσκεια και περιφρόνηση για την πολιτική και τις ισορροπίες του αμερικανικού συστήματος. Στόχευε σε εκείνους που τον ψήφισαν και όχι εκείνους- την πλειοψηφία- που δεν το έκαναν. Ανέφερε μόλις μία λέξη για τη φυλή. Ο εθνικισμός του ''η Αμερική πρώτα'' ήταν ωμός και αναίσχυντος. Η ομιλία ήταν γεμάτη περιφρόνηση για οτιδήποτε σχετικά με την πρωτεύουσα που τώρα θέλει να λυγίσει στις επιθυμίες του. Ηταν σχεδόν εξ' ολοκλήρου κενή λεπτομερειών ή σαφήνειας για το πώς θα επιτευχθούν οι στόχοι του», γράφει ο Guardian. «Οι πρόεδροι συχνά αναλαμβάνουν υποσχόμενοι ότι θα οδηγήσουν τη χώρα σε ένα νέο μονοπάτι. Αλλά αν ο Τραμπ γίνει πιστευτός, η εκλογή και η ομιλία του σηματοδοτούν τη μεγαλύτερη αναταραχή που μπορεί να θυμηθεί κανείς στην Ουάσινγκτον».
Μπορεί τελικά ο Τραμπ να πείσει; «Στην ομιλία του χλεύασε όλους εκείνους που είναι όλο λόγια και δίχως πράξεις. Αλλά υπάρχει κίνδυνος και ο ίδιος να είναι θύμα αυτού. Ανέβασε τον πήχη της προεδρίας του σε ένα πολύ υψηλό επίπεδο, επιμένοντας ότι όλα θα αλλάξουν ''εδώ και τώρα''. Αλλά θα αλλάξουν; Η εξουσία της προεδρίας έχει ενισχυθεί τις τελευταίες δεκαετίες και οι εκλογές του 2016 έχουν φέρει τους Ρεπουμπλικανούς επικεφαλής σε όλες τις πτυχές της διακυβέρνησης. Αλλά ο Τραμπ δεν είναι, τουλάχιστον όχι ακόμη δικτάτορας», γράφει ο Guardian. Ο Τραμπ πρέπει να κυβερνήσει με ένα Κογκρέσο που δεν έχει εξολοκλήρου τις δικές του προτεραιότητες, σημειώνει το δημοσίευμα.
Κάποιοι υποστηρίζουν ότι οι ψηφοφόροι τον επέλεξαν γνωρίζοντας ότι μπορεί να αμφισβητήσει το σύστημα, αλλά ήταν βέβαιοι ότι το σύστημα θα τους προστατεύσει από τις χειρότερες συνέπειες. Κανείς όμως δεν πρέπει να υποτιμά τον Τραμπ δεν είναι άτολμος αλλά κάποιος που μπορεί να ταράξει τα νερά. Είναι, και σκοπεύει να είναι, διαφορετικός από τους προέδρους του παρελθόντος: σε προσωπικότητα, στιλ δουλειάς, τρόπους επικοινωνίας και κυρίως σε πολιτικούς στόχους. Εκείνοι που τον στηρίζουν και εκείνοι που τον φοβούνται συμφωνούν σε αυτό». «Οι προσπάθειές του να ανατρέψει την πολιτική ιεραρχία της Αμερικής και την κουλτούρα της θα ενθουσιάσουν κάποιους, αλλά θα τρομοκρατήσουν άλλους», προσθέτει. «Τελείωσε ο καιρός για λόγια χωρός ανκτίκρυσμα. Τώρα έρχεται η ώρα της δράσης», είπε στην ομιλία του ο Τραμπ. Τόσο εντός όσο και εκτός των συνόρων, αυτή είναι μία πραγματικά τρομακτική προοπτική σχολιάζει η βρετανική εφημερίδα.