Αν δεν ανανεωθεί το επιχειρείν με νέες επενδύσεις και ένα αποτελεσματικό εκπαιδευτικό σύστημα, η έξοδος στις αγορές θα είναι οδυνηρή…
Στα πρώτα μαθητικά μας χρόνια, στο δημοτικό ακόμα, μας εμπεδόθηκε η έννοια ότι το κέρδος είναι αμαρτία και το εμπόριο εκμετάλλευση.
Του Γιώργου Καλαμωτουσάκη*
Η παραβολή της αποβολής των εμπόρων από το Ναό του Σολομώντος ήταν το κλασσικό παράδειγμα.
Δυστυχώς η παραβολή αυτή ίσως ήταν το πρώτο έναυσμα της διαιωνίσεως της ιδεοληψίας ότι το ιδιωτικό επιχειρείν δεν προωθεί το συμφέρον του κοινωνικού συνόλου διότι εξυπηρετεί καθ’ ολοκληρίαν το προσωπικό συμφέρον, με στόχο όσο το δυνατόν μεγαλύτερο κέρδος. Έτσι, αναπτύχθηκε η πεποίθηση ότι οι κρατικές επιχειρήσεις– υπηρεσίες εξυπηρετούν τον πολίτη περισσότερο από τον ιδιώτη επιχειρηματία.
Δηλαδή, το μεγάλο κράτος ή οι λεγόμενες επιχειρήσεις του δημοσίου (ΔΕΚΟ) είναι προτιμηταίες από ένα ανάλγητο και πολλές φορές διεφθαρμένο σύστημα παραγωγής προϊόντων και υπηρεσιών που βασίζεται στην παραγωγικότητα, στην συνεχή αξιολόγηση της αποδόσεως των μισθωτών και εργαζομένων και στην μεγέθυνση των κερδών.
Σημειώνω, ότι οι κρατικές επιχειρήσεις του Δημοσίου τομέα, δηλαδή οι Δημόσιες Επιχειρήσεις Κοινής Ωφελείας (ΔΕΚΟ) είναι μονοπώλια ή ολιγοπώλια με χαμηλή παραγωγικότητα, υψηλό κόστος και υπερτιμημένες προσφερόμενες υπηρεσίες στον καταναλωτή.
Βέβαια ένα κρατικοδίαιτο καθεστώς παραγωγής, εξ ορισμού είναι εναντίον της κάθε επιβεβλημένης αλλαγής, διαιωνίζοντας το αίσθημα σιγουριάς, ανεξάρτητα αν ο εργαζόμενος, είναι ελάχιστα ή καθόλου παραγωγικός.
Συνάρτηση αυτής της ιδεοληψίας είναι η εξομοίωση των αποδοχών των εργαζομένων εξ ονόματος της δήθεν ισότητας.
Θυμάμαι τις συνεχείς απεργίες των τραπεζοϋπαλλήλων για την εξομοίωση των πτυχιούχων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με τους μη πτυχιούχους, με το επιχείρημα ότι το οικονομικό και κοινωνικό περιβάλλον απέκλεισε τους μη πτυχιούχους να εισαχθούν στο Πανεπιστήμιο.
Πρόσθετα, με την παρέμβαση των εκάστοτε κυβερνήσεων επεβλήθη στις τράπεζες να δώσουν τα αιτούμενα δύο χρόνια προώθησης στους μη πτυχιούχους, έτσι ώστε να καρπωθούν το ήμισυ του λεγόμενου «επιστημονικού επιδόματος».
Έτσι δια των συνεχών εκβιαστικών απεργιών προσετέθησαν 50 ακόμη λογιών λογιών επιδόματα μεταξύ των οποίων και τα επιδόματα γαλοπούλας, καυσοξύλων και έγκαιρης προσέλευσης. Απίστευτο αλλά όμως αληθινό.
Αποτέλεσμα της νοοτροπίας αυτής είναι η μείωση της παραγωγής και της παραγωγικότητας και η συνεχής επιδότηση της οικονομίας από τις διάφορες κρατικές επιχειρήσεις διά μέσου των εκτεταμένων ελλειμμάτων του προϋπολογισμού και της απαράδεκτης αυξήσεως του Δημοσίου χρέους της χώρας.
Μεταξύ 1981 και 2009 το Δημόσιο χρέος έφτασε τα Ευρώ 273 δισεκατομμύρια από Ευρώ 2,2 δισεκατομμύρια που ήταν το 1981, ήτοι αύξηση 12.400% όταν το ακαθάριστο Εθνικό προϊόν αυξήθηκε μόνο κατά 2.900% από 8,2 δισεκατομμύρια ευρώ σε 238 δισεκατομμύρια την ίδια περίοδο. Βέβαια η χρηματοδότηση του χρέους καλύπτετο δια της εκτυπώσεως νέου χρήματος, της κατακόρυφης αυξήσεως του πληθωρισμού και των επιτοκίων πάνω από 30%.
Μετά την είσοδο της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση τα ελλείμματα χρηματοδοτούνταν από την διεθνή χρηματαγορά. Στην διαμόρφωση των ελλειμμάτων του προϋπολογισμού και του ισοζυγίου πληρωμών συνέβαλλαν ουσιαστικά δύο παράγοντες.
Η ελάχιστη ετήσια αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας στη μεταποίηση, 15% στην δεκαπενταετία 1995-2016, και στην εντυπωσιακά μεγάλη αύξηση του κόστους εργασίας στη μεταποίηση που ήταν 196% στην ίδια περίοδο, σύμφωνα με μελέτη του ΙΟΒΕ και του Κέντρου Εξαγωγικών Ερευνών. Αποτέλεσμα αυτής της οικονομικής πολιτικής ήταν ο μονόδρομος της υπογραφής των Μνημονίων I, II,και III το 2010, 2012 και 2015 για να αποφευχθεί η πτώχευση και η έξοδος της χώρας από το Ευρώ. Προφανώς εδώ επιβεβαιώνεται η ρήση «Αμαρτίες γονέων παιδεύουσι τέκνα» γιατί στη χώρα μας έχει εμπεδωθεί η έννοια ότι ¨το κέρδος είναι αμαρτία».
Τώρα θα μου πείτε. Καλά γιατί μας τα λέτε όλα αυτά. Μήπως δεν ξέρουμε ότι έχουμε μια βαθύτατη οικονομική ύφεση που διαρκεί για οκτώ χρόνια; Που η ανεργία έφτασε το 27% και στους νέους 55%;
Όντως έτσι είναι. Γι’ αυτό σας θυμίζω ους λόγους που μας οδήγησαν μέχρι εδώ. Όμως, η κάθε ανάλυση του παρελθόντος πρέπει να οδηγεί στην αναθεώρηση των δεδομένων και στην επεξεργασία προγραμμάτων εξόδου από την κρίση. Και ορθώς τίθεται το ερώτημα. Τι σχέση έχουν όλα αυτά με το θέμα που είναι προς εξέταση και ανάλυση, δηλαδή την «Πρωτοβουλία Οικονομικής Επιμορφώσεως;»
Στόχος μου είναι να επισημάνω την αναγκαιότητα της προσαρμογής των εκπαιδευτικών προγραμμάτων Οικονομικού περιεχομένου που στοχεύει στην ενημέρωση των πραγματικών στοιχείων της οικονομικής αναπτύξεως που βελτιώνει και την παραγωγή και την παραγωγικότητα και που είναι ο βασικότερος συντελεστής της ανελίξεως των εισοδημάτων, των αναγκαίων κοινωνικών παροχών και βέβαια της προστασίας της χώρας από κάθε ξένη επιβουλή.
Επομένως, το εκπαιδευτικό πρόγραμμα πρέπει να περιλαμβάνει την ανάλυση των δυνατοτήτων της χώρας, δεδομένων των παραγωγικών πόρων της οικονομίας, βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, τη διαμόρφωση των πολιτικών που είναι φιλικές προς τις επενδύσεις και το επιχειρείν.
Επισημαίνουμε την σπουδαία σημασία της αυξήσεως της παραγωγικότητας, γιατί μέσω αυτής βελτιώνεται το βιοτικό και κοινωνικό επίπεδο των πολιτών, την ανάγκη ενός σταθερού και ανταγωνιστικού φορολογικού καθεστώτος για μια δεκαετία, την μείωση του μεγέθους τους κράτους, τα πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα που έχουν οι επενδύσεις στην αύξηση των θέσεων εργασίας, των εισοδημάτων, των φορολογικών εισπράξεων του Δημοσίου και τη συμμετοχή του πολίτη στα κοινά, παράλληλα με ένα σταθερό δημοκρατικό οικονομικό και πολιτικό περιβάλλον.
Αυτά είναι μερικά από τα θέματα που πρέπει να αναπτυχθούν στην κατάρτιση των επιμορφωτικών προγραμμάτων που αφορούν στην λειτουργία της οικονομίας κάθε χώρας. Ιδιαίτερη σημασία έχουν τα προγράμματα που αφορούν στους νέους και μάλιστα αυτούς που είναι στο Λύκειο.
Στην διά βίου επιμόρφωση ή μετεκπαίδευση, έμφαση πρέπει να δίνεται στην καλύτερη ανάπτυξη και χρήση των υφισταμένων δεξιοτήτων με τις απαντήσεις της αγοράς εργασίας.Με αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνεται η μεταρρύθμιση της οικονομικής επιμορφώσεως και των δεξιοτήτων, βελτιώνοντας τις προσδοκίες των πολιτών να παραμείνουν στην αγορά εργασίας σε όλη τη διάρκεια της εργασιακής τους ζωής.
Παράλληλα με τη βελτίωση των δεξιοτήτων η επιμόρφωση πρέπει να στοχεύει και στην κατανόηση της συμβολής στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας, της ελαστικοποίησης της εργασίας, των ιδιωτικοποιήσεων, της αξιολόγησης των συγκριτικών αποδόσεων μεταξύ των εργαζομένων και την αποτελεσματικότητα των Διοικήσεων τόσο στον ιδιωτικό όσο και στον Δημόσιο τομέα.
Έχουμε πλέον ένα νέο οικονομικό περιβάλλον που καλούμαστε όλοι να συμμετάσχουμε δυναμικά. Η λέξη κλειδί, είναι η αύξηση της παραγωγικότητας για την ανάπτυξη και την ευημερία της κοινωνίας.
Αντίθετα, η προστασία των συντεχνιών, των κρατικών επιδοτήσεων, των δανειοληπτών που, παρά ότι μπορούν, αποφεύγουν να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους προς τις τράπεζες, οδηγούν στην ανάσχεση της οικονομικής αναπτύξεως, στην αποφυγή αναλήψεως επιχειρηματικού ρίσκου, στην στρέβλωση της αγοράς εργασίας και κεφαλαίου και στην αναστολή επιχειρηματικών πρωτοβουλιών.
Συμπερασματικά, η διά βίου οικονομική επιμόρφωση του εργατικού δυναμικού και ιδιαίτερα των νέων, συντελεί καταλυτικά στην αποδοχή της έννοιας του επιχειρείν και του ανταγωνισμού σε ένα οικονομικό περιβάλλον που διέπεται από κανόνες που περιορίζουν τις ακρότητες της αγοράς, ενθαρρύνει τις επενδύσεις και βελτιώνει τις δυνατότητες φορολογίας των επιχειρηματικών κερδών. Ίσως το πιο χειροπιαστό παράδειγμα της λειτουργίας μιας πλήρως ανταγωνιστικής βιομηχανίας είναι η ναυτιλία.
Παρά τους πολλούς κινδύνους που ενέχει και τον οξύτατο διεθνή ανταγωνισμό, η ελληνόκτητη ναυτιλία επιβίωσε, αναπτύχθηκε και κατέκτησε το 20% περίπου του παγκόσμιου εμπορικού στόλου και του 50% του εμπορικού στόλου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως. Συνεπώς, η δημιουργία προγραμμάτων οικονομικής επιμορφώσεως συμβάλλει στην καλύτερη ενσωμάτωση στην αγορά εργασίας, στην ποιοτική αναβάθμιση των θέσεων εργασίας και στην γενικότερη οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη.
Αυτά είναι μερικά από τα θέματα που πρέπει να αναπτυχθούν στην κατάρτιση των επιμορφωτικών οικονομικών προγραμμάτων, ιδιαίτερα αυτά που αφορούν στους νέους.
Πρέπει οι νέοι να ενστερνισθούν την πρόκληση του επιχειρείν και την συνεχή βελτίωση των δεξιοτήτων τους.
Είναι αναγκαίο να συνειδητοποιηθεί το γεγονός ότι στην καριέρα που θα επιλέξουν για την παραγωγική ζωή τους θα αλλάξουν επάγγελμα ή εργασιακό περιβάλλον τουλάχιστον δύο ή τρεις φορές.
Σε ένα παγκοσμιοποιημένο οικονομικό περιβάλλον που έχει ήδη διαμορφωθεί και που θα επεκτείνεται διαρκώς, η προσαρμογή της χώρας είναι επιβεβλημένη.
Τη σπουδαιότητα και τη σημασία του κέρδους και της παραγωγικότητος περιγράφει σε άρθρο του στον Οικονομικό Ταχυδρόμο στις 19 Νοεμβρίου 1987 και ο σοσιαλιστής Ανδρέας Παπανδρέου.
«Σύμφωνα με την εμπειρία μας από το 1981, υπάρχουν δύο ζητήματα τα οποία νομίζω ότι πρέπει να εξετάσουμε σοβαρά.
Πρώτον, οι επιχειρηματίες λένε πως είναι σημαντικό για τις επιχειρήσεις, να προσλαμβάνουν και να απολύουν εργάτες. Ισχυρίζονται ότι, αν δεν έχουν αυτό το δικαίωμα, οι εργάτες δεν ενδιαφέρονται για την απόδοσή τους και ως αποτέλεσμα πέφτει η παραγωγικότητα. Αυτό το ζήτημα προφανώς έρχεται σε αντίθεση με την σοσιαλιστική έννοια της ασφαλούς απασχολήσεως και είναι ένα ευαίσθητο θέμα πολιτικής.
Αλλά όμως πρέπει να παραδεχθώ ότι η ανησυχία των επιχειρηματιών έχει κάποια βάση.
Οι επιχειρηματίες επίσης παραπονούνται επειδή δεν είναι αφορολόγητα τα επανεπενδυόμενα κέρδη. Πρέπει να αποδεχθώ το επιχείρημα αυτό, επειδή οι άλλες πολιτικές απέτυχαν να προσελκύσουν νέους επενδυτές.
Έχουμε προσφέρει επιδοτήσεις 50% για τους ξένους επιχειρηματίες προκειμένου να εγκαταστήσουν τις επιχειρήσεις τους στην Ελλάδα.
Ένας γνωστός Γερμανός κεφαλαιούχος μού είπε ευθέως:“Δεν μας ενδιαφέρουν οι επιδοτήσεις. Μας ενδιαφέρουν τα κέρδη.” Το θέμα είναι το κέρδος. Και είναι ένα θέμα επιβιώσεως για την ελληνική οικονομία.
Οι εργάτες το αντιλαμβάνονται αυτό. Εάν η Ελλάδα δεν μπορεί να προσελκύσει τις ξένες επενδύσεις για να χρηματοδοτήσει την συμμετοχή στην τεχνολογική επανάσταση, τότε είμαστε καταδικασμένοι να παραμείνουμε μία τουριστική χώρα. Οι νέοι μας θα μεταναστεύσουν και θα έχουμε έναν πληθυσμό γερόντων που θα φροντίζει τα ξενοδοχεία.»
Τέλος, είναι πλέον προφανές ότι η κερδοφορία των επιχειρήσεων και η αύξηση της παραγωγικότητας είναι οι πυλώνες που στηρίζουν διαχρονικά την βελτίωση των εισοδημάτων και των κοινωνικών αναγκών. Άρα δεν είναι θέμα ιδεολογιών, είτε αυτές είναι σοσιαλιστικές, είτε είναι φιλελεύθερες. Και δεν είναι νεοφιλελεύθερες, γιατί η έννοια αυτή είναι υπεραπλουστευμένος νεολογισμός.*
*Ο κ. Γεώργιος Καλαμωτουσάκης διετέλεσε τακτικός καθηγητής στο Πανεπιστήμιο “New York University, Graduate School of Business Administration” και Διευθύνων Σύμβουλος της Τράπεζας American Express.