Κανένα ελληνικό ενδιαφέρον δεν υπήρξε στην έκθεση-πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την ανάπτυξη της ευρωπαϊκής άμυνας και ασφάλειας
Tου Παναγιώτη Ιωακειμίδη*
Και η Ελλάδα, αλήθεια, πού είναι; Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε την προηγούμενη εβδομάδα την έκθεση-πρότασή της για την ανάπτυξη της ευρωπαϊκής άμυνας και ασφάλειας, σε συνέχεια της Λευκής Βίβλου για την εμβάθυνση και μεταρρύθμιση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Δήλωσης της Ρώμης.
Η σημαντική αυτή έκθεση πέρασε σχεδόν απαρατήρητη από την Ελλάδα. Καμμία αντίδραση από πλευράς κυβέρνησης, ως εάν το θέμα να μην την ενδιαφέρει. Και δυστυχώς υπάρχει η βάσιμη υποψία ότι ίσως και να μην την ενδιαφέρει τελικά και τόσο πολύ.
Γιατί και αν ακόμη κάποιος καλόπιστα υποθέσει ότι τις τελευταίες μέρες η κυβέρνηση ήταν πλήρως απορροφημένη με το κρίσιμο ζήτημα της μνημονιακής αξιολόγησης, θέσεις και αντιδράσεις για την ευρωπαϊκή άμυνα δεν υπήρξαν ούτε το προηγούμενο χρονικό διάστημα μέσα στο οποίο το θέμα ήταν επίσης στην ατζέντα. Δεν την ενδιαφέρει ίσως γιατί πρυτανεύει η λογική ότι «ο μόνος πραγματικός σύμμαχος της χώρας μας είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής», όπως το τοποθέτησε ο αρμόδιος υπουργός Εθνικής Άμυνας.
Και ναι μεν οι ΗΠΑ είναι σύμμαχος της χώρας, η χώρα όμως ανήκει ως πλήρες μέλος στην Ευρωπαϊκή Ένωση και η μοίρα της και το μέλλον της είναι άρρηκτα συνυφασμένα με τα όσα συμβαίνουν σε αυτήν. Πολύ περισσότερο που στο θέμα της κοινής άμυνας, εάν και εφόσον προχωρήσει, η Ελλάδα μόνον οφέλη μπορεί να έχει. Και μάλιστα πολλαπλής μορφής και περιεχομένου, για την προστασία των συνόρων και ανεξαρτησία της αλλά και για την ενίσχυση της γεωπολιτικής της θέσης ευρύτερα.
Πρόκειται για μία ευκαιρία που η Ελλάδα δεν πρέπει και δεν μπορεί να χάσει. Άλλωστε, είναι η μεσαίου μεγέθους χώρα-μέλος της ΕΕ που λόγω γεωγραφικής θέσης και όχι μόνο αντιμετωπίζει τις οξύτερες απειλές και κινδύνους ασφάλειας, αλλά ταυτόχρονα έχει (θα πρέπει να έχει) και τις προϋποθέσεις για να διαδραματίσει ζωτικό ρόλο στην διαμόρφωση ενός ολοκληρωμένου συστήματος ευρωπαϊκής άμυνας και ασφάλειας που θα οδηγεί στην ευρωπαϊκή αμυντική ένωση.
Η Επιτροπή στην έκθεσή της προτείνει ειδικότερα τρία δυνητικά σενάρια για την ευρωπαϊκή άμυνα. Το πρώτο προβλέπει ουσιαστικά την συνέχιση του σημερινού καθεστώτος, που περιορίζεται απλά στην αμυντική συνεργασία ανάμεσα στις χώρες-μέλη στο πλαίσιο της ΕΕ. Το δεύτερο σενάριο πηγαίνει δυο-τρία βήματα μπροστά. Προβλέπει συνεργασία μεταξύ των κρατών-μελών σε ένα σύστημα «επιμερισμένης ασφάλειας και άμυνας» (shared security and defense) με εντονότερη δραστηριοποίηση της ΕΕ εντός κι εκτός συνόρων.
Και, τέλος, ένα τρίτο και πλέον φιλόδοξο σενάριο προβλέπει την διαμόρφωση «κοινής άμυνας και ασφάλειας». Σύμφωνα με το σενάριο αυτό η προστασία της Ευρώπης και των κρατών-μελών της θα καταστεί κοινή και αλληλοενισχυόμενη ευθύνη της ΕΕ (και του ΝΑΤΟ). Η κοινή άμυνα θα στηριχθεί στο σχετικό άρθρο της Συνθήκης της Λισαβόνας (άρθ. 42), στην σύνταξη του οποίου είχε συμβάλει καθοριστικά η Ελλάδα στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Συνέλευσης το 2002-2003 (με περίληψη, μεταξύ άλλων, της ρήτρας αμοιβαίας συνδρομής κ.λπ.).
Θα πρέπει να είναι προφανές ότι η Ελλάδα οφείλει να στηρίξει ενεργά το τρίτο σενάριο για την κοινή άμυνα, έστω και αν η επίτευξη του στόχου αυτού θα ακολουθήσει μία σταδιακή, εξελικτική πορεία. Αυτό που είναι πάντως ευοίωνο είναι το γεγονός ότι μία ισχυρή πλειοψηφία κρατών-μελών στηρίζει σήμερα την προοπτική της ευρωπαϊκής άμυνας. Ανάμεσά τους και η Γερμανία, η χώρα που λόγω των ιστορικών τραυμάτων της ήταν απρόθυμη να εμπλακεί στις διαδικασίες της αμυντικής ολοκλήρωσης της ΕΕ. Και, βεβαίως, η Γαλλία του Εμμανουέλ Μακρόν.
Η Ελλάδα οφείλει επομένως να εγκαταλείψει την στάση αδιαφορίας. Ο τομέας της άμυνας είναι αυτός που τής επιτρέπει να προβάλει πρωταγωνιστικό ρόλο στην διαδικασία της ευρωπαϊκής ενοποίησης χωρίς απολύτως κανένα κόστος. Εκτός και αν επικρατήσουν οι ιδεοληπτικές λογικές για δήθεν απώλεια εθνικής κυριαρχίας και άλλα «ηχηρά παρόμοια»…
*Ομότιμος καθηγητής στο ΕΚΠΑ, τακτικός αρθρογράφος στην εφημερίδα Τα Νέα