Πώς η χώρα το 2010 οδηγήθηκε στο Μνημόνιο «ως πρόβατον επί σφαγήν» από τους Γαλλογερμανούς και την τότε ελληνική κυβέρνηση, που απέρριπταν μετά βδελυγμίας τη μόνη σωστή και ωφέλιμη για εκείνη και τους δανειστές λύση της αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους, την οποία φέρεται ότι πρότεινε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και επιμόνως και σχεδόν μοναχικώς ο γράφων με πέντε συνεχή άρθρα.
Δεν ξέρω αν πρέπει να χαίρομαι ή να λυπάμαι ύστερα από αυτά που είπε ο πρώην υπουργός του ΠΑΣΟΚ και πρώην αναπληρωτής εκτελεστικός διευθυντής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) κατά την κρίσιμη περίοδο ένταξης της χώρας μας στο πρώτο Μνημόνιο (Μάρτιος 2010- Δεκέμβριος 2011) Παναγιώτης Ρουμελιώτης στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Του Δημήτρη Στεργίου
Συγκεκριμένα, ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι τότε το ΔΝΤ είχε σοβαρές επιφυλάξεις για την εμπλοκή του σε ένα πρόγραμμα χρηματοδοτικής στήριξης της Ελλάδα, διότι αυτό έπρεπε να συνδυαστεί με κούρεμα του ελληνικού χρέους προς τους ιδιώτες (που τελικά έγινε ύστερα από τρία χρόνια και πήγε για το… Γάμο του Καραγκιόζη , χωρία να πάει κανένας πάλι φυλακή!).
Έτσι, όπως τόνισε, ο τότε γενικός διευθυντής του Ταμείου Ντομινίκ Στρος Καν (ο γνωστός για το επεισόδιο με την… καμαριέρα!) κάλεσε μυστικά κυβερνητικούς εκπροσώπους της Γαλλίας και της Γερμανίας στην Ουάσιγκτον, ώστε να τους πείσει για την αναγκαιότητα άμεσης αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους.
Ωστόσο, πρόσθεσε ο κ. Ρουμελιώτης, οι εκπρόσωποι του ΔΝΤ αντιμετώπισαν την κάθετη άρνηση των Ευρωπαίων, κυρίως των Γάλλων, τονίζοντας ότι οι εκπρόσωποι της Γαλλίας και Γερμανίας, όπως και ο τότε πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ ) Ζαν-ΚλοντΤρισέ, πίστευαν ότι με την αναδιάρθρωση του χρέους οι ευρωπαϊκές τράπεζες, που κατείχαν ομόλογα του ελληνικού δημοσίου, θα έπρεπε να καταγράψουν ζημιές στους ισολογισμούς τους, κάτι που θα κλόνιζε την αξιοπιστία τους.
Επίσης, τόνισε ότι από την πλευρά της, η τότε ελληνική κυβέρνηση πιθανώς φοβόταν τις αντιδράσεις του κ. Τρισέ που απειλούσε ότι θα διέκοπτε τη χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών, ενώ η κυβέρνηση φοβήθηκε επίσης το πολιτικό κόστος. Τελικά, όπως ανάφερε ο κ. Ρουμελιώτης, υπό την πίεση των εκπροσώπων της Γαλλίας και Γερμανίας το ΔΝΤ αποφάσισε τη χρηματοδότηση της Ελλάδας με 30 δισ. δολάρια τον Μάιο του 2010.
«Η Ελλάδα οδηγήθηκε «ως πρόβατον επί σφαγήν» και αποδέχτηκε ένα βίαιο πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, δηλαδή αυστηρής λιτότητας, τόνισε ο κ. Ρουμελιώτης, σχολιάζοντας τις παραδοχές του Ταμείου περί εσφαλμένων εκτιμήσεων σε ό,τι αφορά την Ελλάδα.
Στο τέλος, ο κ. Ρουμελιώτης επεσήμανε κατηγορηματικά ότι « η καταστροφή της χώρας θα μπορούσε να είχε αποτραπεί με την άμεση αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους»
Κι αυτό είναι με έκανε, κατ΄αρχάς, να χαίρομαι! Διότι (χωρίς να θέλω να περιαυτολογήσω) ήμουνα ο μοναδικός δημοσιογράφος και ίσως Έλλην, ο οποίος από την αρχή είχε προτείνει και υποστηρίξει με σειρά άρθρων μου τη μοναδική λύση της άμεσης αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους, το οποίο το 2009 ανερχόταν στο 129,7% του ΑΕΠ και σήμερα (2018) στο 181,1% του ΑΕΠ!!!.
Στην πραγματικότητα, ο κ. Ρουμελιώτης δείχνει Εξεταστική Επιτροπή ή φυλακή, αλλά «κόραξ κόρακος δεν βγάζει μάτι»!
Διότι, η αλήθεια είναι ότι τότε, όλοι, όπως η κυβέρνηση, ο Γιώργος Παπανδρέου, ο Γιώργος Πεταλωτής, ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου, ο τότε σύμβουλος του τότε πρωθυπουργού Λουκάς Παπαδήμος, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα βροντοφώναζαν σε όλους τους τόνους ότι δεν πρόκειται να γίνει και δεν είναι επιθυμητή μια τέτοια διαδικασία.
Ωστόσο, τότε, σε πείσμα όλων αυτών, ο γράφων με πέντα άρθρα πρότεινε επίμονα και σχεδόν μοναχικά αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους. Φυσικά, η πρόταση αυτή είχε προκαλέσει τότε λυσσαλέες αντιδράσεις τόσο από τον τότε πρωθυπουργό και όλα σχεδόν τα κυβερνητικά στελέχη όσο και από την τρόικα!
Έπρεπε, λοιπόν, να γίνει η καταστροφή, δηλαδή η λεηλασία της ελληνικής οικονομίας και των ελληνικών νοικοκυριών με τα γνωστά Μνημόνια και περιβόητα Μεσοπρόθεσμα Προγράμματα, να αποκτήσει μιαν εφιαλτική δυναμική το δημόσιο χρέος, να κατακλυσθεί ο προϋπολογισμός ξανά από ελλείμματα, να καλπάσει η ανεργία και να βαθαίνει ολοένα και περισσότερο η ύφεση για να αποφασισθεί, τελικά, από τους ντόπιους και διεθνείς ολετήρες της χώρας μας και να έρχεται τώρα να λέει ο κ. Ρουμελίωτης, ότι έπρεπε να είχε ζητηθεί η άμεση αναδιάρθρωση του χρέους!
Κι αυτό είναι που με έκανε να λυπάμαι από τις δηλώσεις του κ. Ρουμελιώτη. Με λύπη, λοιπόν, και αγανάκτηση και για τη δικαίωσή μου αυτή, επιτρέψτε μου να παραθέσω στη συνέχεια ενδεικτικα το πλήρες κείμενο του πρώτου σχετικού άρθρου μου που αναφέροαν στην επίμονη πρότασή μου για την ανάγκη αναδιάρθρωσης του δημόσιου χρέους:
Το άρθρο (αναρτήθηκε στις 25 Αυγούστου 2010)
- Γιατί, αντί της επωφελούς αναδιάρθρωσης του δημόσιου χρέους, προτείνουν μόνο επαχθή Μνημόνια!
«Αβάσιμες χαρακτηρίζει τις ανησυχίες για αναδιάρθρωση του χρέους ο επίτροπος Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων της ΕΕ, Όλι Ρεν, σε άρθρο του στη Wall Street Journal με τίτλο «Ελληνική Αναγέννηση».
«Γνωρίζω ότι οι ελληνικές μεταρρυθμίσεις δεν έχουν δώσει τέλος στις ανησυχίες πως η Αθήνα θα αναγκαστεί να αναδιαρθρώσει το χρέος της. Όμως, για πολλούς αλληλένδετους λόγους, βρίσκω αυτές τις ανησυχίες αβάσιμες», επισημαίνει ο κ. Ρεν.
Όπως αναφέρει η Ελλάδα πήρε δραστικά μέτρα για να αντιστρέψει την δύσκολη κατάσταση και τα μέτρα αυτά θα πείσουν. Έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος στην πάταξη της φοροδιαφυγής, στην απελευθέρωση της αγοράς εργασίας, στην περικοπή των συντάξεων, την αύξηση του ηλικιακού ορίου συνταξιοδότησης και στη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος με μείωση της γραφειοκρατίας.
Σύμφωνα με τον επίτροπο, το πρόγραμμα της Ελλάδας είναι φιλόδοξο, αλλά και ρεαλιστικό, ενώ η πιστή εφαρμογή του είναι πολύ πιθανό να αυξήσει τον αριθμό ανάπτυξης από το αναμενόμενο.
Αλλά, προς τι οι ανησυχίες; Το ερώτημα, ύστερα και από πολλές αντιδράσεις που εκδηλώνονται εντός και εκτός της χώρας μας για το θέμα αυτό είναι: γιατί προκαλεί ανησυχίες μια αναδιάρθρωση του (υψηλού) δημόσιου χρέους; Η απάντηση, προφανώς, εντοπίζεται στη διαπίστωση ότι όλοι αυτοί οι «τρομολογάνοι» της αναδιάρθρωσης του (ελληνικού) δημόσιου χρέους επιδιώκουν με συνεχή Μνημόνια να καταλύουν οιονεί την εθνική κυριαρχία με τις ιταμές παρεμβάσεις τους και να εξοντώσουν την ελληνική οικονομία και τη χώρα με τα «βάρβαρα» μέτρα που κάθε φορά προτείνουν.
Διότι, η κακοδαιμονία του ελληνικού οικονομικού προβλήματος είναι γνωστή: δεν προωθούνται διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις διότι δεν τις αντέχουν οι ελληνικές κυβερνήσεις. Κι εκεί «πατάνε» και μιλούν για ανησυχίες στην περίπτωση αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους.
Την απάντηση σε όλους αυτούς «τρομολογάνους» την έχει δώσει ο καθηγητής μου και ακαδημαϊκός Άγγελος Αγγελόπουλος με τη συνεχή διεθνή αρθρογραφία του για την ανάγκη και τις επωφελείς επιπτώσεις μιας απόφασης για αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους μιας (τριτοκοσμικής) χώρας.
Το σχετικό τελευταίο δημοσίευμα του καθηγητή Άγγελου Αγγελόπουλου, σε συνεργασία με τον Αμερικανό καθηγητή Lawrence R. Klein (βραβείο Νόμπελ) του Πανεπιστημίου της Πενσυλβάνια δημοσιεύθηκε στη Νέα Υόρκη το 1989. Στο άρθρο αυτό, επισημαίνονταν, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:
«Θα πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι η αδυναμία των χωρών του Τρίτου Κόσμου να εξοφλήσουν το εξωτερικό χρέος τους επιδεινώνει το χάος και απειλεί με κατάρρευση το παγκόσμιο τραπεζιτικό και πιστωτικό σύστημα με συνέπεια την έκρηξη μιας παγκόσμιας οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής κρίσης σοβαρών διαστάσεων. Έτσι, ήρθε η στιγμή να αναθεωρήσουμε το περιεχόμενο της παγκόσμιας στρατηγικής και να βρούμε ρεαλιστικές λύσεις προτού είναι πολύ αργά…»
Και οι δύο καθηγητές προτείνουν πράγματι, ρεαλιστικές λύσεις, όπως αναστολή για δέκα χρόνια όλων των πληρωμών με ένα επιτόκιο 4%, παράταση της προθεσμίας εξόφλησης του κεφαλαίου μετά περίοδο χάριτος δέκα ετών για είκοσι χρόνια ακόμη κλπ.
Στο ίδιο άρθρο παρουσιάζονται και οι ευνοϊκές επιπτώσεις μιας αναδιάρθρωσης του δημόσιου χρέους για τις δανείστριες τράπεζες και για τις οφειλέτιδες χώρες (περίοδος ανάπαυλας για ανάκαμψη της οικονομίας, βελτίωση του βιοτικού επιπέδου, λήψη από τις δανείστριες τράπεζες ή χώρες ολόκληρου του δανείου με τους τόκους κλπ).
Κι όμως, όλα αυτά ο κ. Ρεν τα χαρακτηρίζει ως … ανησυχίες. Και, φυσικά, προτείνονται κείμενα Μνημονίων, τα οποία συνυπογράφει ασμένως και η ελληνική κυβέρνηση…»