Με διάταξη που θα περιλαμβάνεται στο νομοσχέδιο σκούπα του Υπουργείου Εργασίας διαγράφονται οι αμφισβητούμενες οφειλές κυρίως προς τον πρώην ΟAΕΕ που δημιουργήθηκαν πριν από τη λειτουργία του ΕΦΚΑ, δηλαδή έως 31/12/2016.
Αυτό σημαίνει ότι δε θα απειλούνται πλέον από το ΚΕΑΟ οι εξής κατηγορίες ασφαλισμένων:
Α) Δημοσιογράφοι ασφαλισμένοι στο τ. ΕΤΑΠ - ΜΜΕ (πριν το 1993) οι οποίοι είχαν μπλοκάκι για δευτερεύουσες δημοσιογραφικές εργασίες και ο ΟΑΕΕ ζήτησε αναδρομικά υπέρογκα ποσά για την υποχρεωτική ασφάλιση σε αυτόν.
Β) Νέοι ασφαλισμένοι (από την 1/1/1993 και μετά) στο ΙΚΑ με ενεργό δελτίο παροχής υπηρεσιών οι οποίοι μπορούσαν να επιλέξουν ασφάλιση ζητώντας εξαίρεση από ΟΑΕΕ εφόσον είχαν 25 ημέρες ασφάλισης κάθε μήνα στο ΙΚΑ. Πολλοί αμελούσαν κάθε χρόνο τη βεβαίωση εξαίρεσης η το ταμείο διαπίστωνε ότι δεν συγκέντρωναν και τα 25 ένσημα με αποτέλεσμα να τους καταλογίζονται εισφορές.
Γ) Ασφαλισμένοι στον ΟΓΑ μικροεπιχειρηματίες και μικροξενοδόχοι, με απαλλακτικές από τον ΟΑΕΕ βεβαιώσεις, λόγω δραστηριότητάς τους σε μικρούς Δήμους με βάση πληθυσμιακά κριτήρια, οι οποίοι μπορεί να χρεώνονταν με αναδρομικές εισφορές από τον ΟΑΕΕ, ο οποίος ζητούσε εκκαθαριστικό εφορίας για να κρίνει αν υπάρχει υποχρέωση ή όχι υπαγωγής στην ασφάλιση με βάση εισοδηματικό κριτήριο.
Δ) Αμφισβητούμενα χρέη από το παρελθόν “σέρνουν” και μηχανικοί που βρίσκονταν ανάμεσα σε ΤΣΜΕΔΕ και ΟΑΕΕ επειδή είχαν αναπτύξει και μια εμπορικού τύπου δραστηριότητα, συναφή με το επάγγελμα του μηχανικού.
Για την επίλυση των ασφαλιστικών αμφισβητήσεων θα εκδίδεται υπουργική απόφαση ύστερα από γνωμοδότηση του Συμβουλίου Κοινωνικής Ασφάλισης. Με την υπουργική απόφαση, θα καθορίζονται κάθε φορά οι όροι και οι προϋποθέσεις, ώστε να εξαιρεθεί η εξεταζόμενη κατηγορία ασφαλισμένων από την ασφάλιση και κατ’ επέκταση να απαλλαχτεί από οφειλές (βεβαιωμένες και μη) ή από τόκους, προσαυξήσεις, τέλη ή τυχόν άλλες επιβαρύνσεις. Ειδικότερα η διάταξη αναφέρεται σε βεβαιωμένες ή μη οφειλές προς πρώην Φορείς κοινωνικής ασφάλισης ή το Δημόσιο, οι οποίες δημιουργήθηκαν λόγω εύλογης αμφιβολίας περί την υποχρέωση υπαγωγής ή μη στην παράλληλη ασφάλιση δύο ή περισσότερων Φορέων για το χρονικό διάστημα έως 31/12/2016, οι οποίες “δύνανται να διαγράφονται ή να απαλλάσσονται τυχόν επιβληθέντων πρόσθετων τελών, τόκων, προσαυξήσεων και επιβαρύνσεων”. Προσοχή, καθώς “τυχόν καταβληθέντα από τους ασφαλισμένους ποσά έναντι των ανωτέρω οφειλών δεν επιστρέφονται και δεν αναζητούνται”.
Η εύλογη αμφιβολία μπορεί να αποδεικνύεται ενδεικτικά από : (α) ύπαρξη δικαστικής απόφασης υπέρ του ασφαλισμένου-οφειλέτη, (β) ύπαρξη αντίθετων αποφάσεων των δικαστηρίων επί του ιδίου δυσχερώς ερμηνευόμενου νομικού θέματος, (γ) προηγούμενη μακρόχρονη πρακτική της διοίκησης συνεπεία της οποίας είχε δημιουργηθεί στα υπόχρεα πρόσωπα η πεποίθηση περί μη υπαγωγής στην ασφάλιση, (δ) ύπαρξη διαφορετικών οδηγιών επί του θέματος από τη διοίκηση, (ε) πλήρης ασφάλιση από μισθωτή ή μη μισθωτή απασχόληση κατά την ίδια χρονική περίοδο για την οποία έχουν καταλογιστεί εισφορές από Φορέα ασφάλισης μισθωτών ή μη μισθωτών.
Για να πετύχουν οι ασφαλισμένοι την υπαγωγή στην εν λόγω διαδικασία πρέπει να υποβάλλουν αίτημα στον ΕΦΚΑ ή το ΕΤΕΑΕΠ. Τα αιτήματα εξετάζονται από τις υπηρεσίες των Φορέων κοινωνικής ασφάλισης και ύστερα από γνωμοδότηση του Συμβουλίου Κοινωνικής Ασφάλισης εκδίδεται για κάθε εξεταζόμενη κατηγορία ασφαλισμένων, απόφαση του υπουργού Εργασίας, με την οποία καθορίζονται οι όροι και προϋποθέσεις εξαίρεσης από την υποχρεωτική ασφάλιση.
Ακόμη μια διάταξη που θα περιλαμβάνεται στο ίδιο νομοσχέδιο δίνει λύση στους ασφαλισμένους κυρίως ελεύθερους επαγγελματίες που έπρεπε να μεταφέρουν στα παιδιά τους την επιχείρηση τους προκειμένου να συνταξιοδοτηθούν. Η ρύθμιση προβλέπει ότι δεν απαιτείται πλέον η διακοπή της επαγγελματικής δραστηριότητας ή της μισθωτής απασχόλησης, προκειμένου να αρχίσει η συνταξιοδότηση. Έτσι, σε όσες περιπτώσεις ο ασφαλισμένος επιθυμεί να συνεχίσει τη μισθωτή δραστηριότητά του ή την αυτοαπασχόληση, μπορεί να το δηλώσει και να υποστεί τις συνέπειες του νόμου Κατρούγκαλου που προβλέπει περικοπή κατά 60% της σύνταξής. Συνεπώς, οι ελεύθεροι επαγγελματίες δεν είναι ανάγκη να κλείσουν τις επιχειρήσεις τους η να τις μεταβιβάσουν στα παιδιά τους προκειμένου να συνταξιοδοτηθούν.