Οι αλλαγές που έρχονται στη διαδοχική ασφάλιση διευκολύνουν το 50% των υπαλλήλων στο να θεμελιώσουν πιο γρήγορα και πιο εύκολα συνταξιοδοτικό δικαίωμα.
Οι ασφαλισμένοι στο Δημόσιο πριν από το 1983 δεν μπορούσαν να υπαχθούν αυτομάτως στη διαδοχική ασφάλιση για τα χρόνια ασφάλισης στον ιδιωτικό τομέα, αλλά εάν επιθυμούσαν να υπολογιστεί αυτός ο χρόνος, θα έπρεπε να κάνουν αίτηση για την εξαγορά του, πληρώνοντας εισφορά αναγνώρισης μετά την έκδοση της απόφασης αναγνώρισης από το Γενικό Λογιστήριο. Με τις διατάξεις του άρ. 5 Ν. 4387/2016 η υποχρέωση εξαγοράς του χρόνου με καταβολή ποσού εισφοράς καταργείται για όσες αιτήσεις συνταξιοδότησης υποβάλλονται μετά τις 13 Μαΐου 2016 και μετά. Για αυτές τις περιπτώσεις καταργείται η ισχύς των άρ. 1 έως 6 του νόμου 1405/1983, με εξαίρεση τα πρόσωπα για τα οποία δεν έχουν καταβληθεί εισφορές ασφάλισης για κύρια σύνταξη στο Δημόσιο.
Ο χρόνος στον ιδιωτικό τομέα που υπολογίζεται πλέον χωρίς εξαγορά ως χρόνος διαδοχικής ασφάλισης, αλλά και ο χρόνος που έχει ήδη εξαγοραστεί με καταβολή εισφοράς από ασφαλισμένους στο Δημόσιο πριν από το 1983 υπολογίζεται πλέον για τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος στο Δημόσιο.
Μέχρι πρότινος, ο χρόνος αυτός δεν μπορούσε να προσμετρηθεί εάν ο δημόσιος υπάλληλος δεν είχε πριν θεμελιώσει συνταξιοδοτικό δικαίωμα βάσει της λοιπής υπηρεσίας του. Η μόνη περίπτωση που μπορούσε να γίνει κάτι τέτοιο, με το προηγούμενο καθεστώς, ήταν εάν ο υπάλληλος είχε συμπληρώσει το 56ο έτος της ηλικίας του. Τώρα πλέον, για όλους τους δημοσίους υπαλλήλους ο χρόνος στον ιδιωτικό τομέα θα προσμετράται απευθείας ως θεμελιωτικός και θα χρησιμοποιείται για τη συμπλήρωση 25ετίας στο Δημόσιο.
Σύμφωνα με τον Ελεύθερο Τύπο, όσοι συνταξιοδοτούνται με διαδοχική ασφάλιση υπάγονται πλέον στις διατάξεις του άρ. 10 του ν. 1405/1983, σύμφωνα με το οποίο ο οργανισμός που απονέμει τη σύνταξη θεωρεί ότι ο χρόνος ασφάλισης σ’ αυτόν και στους άλλους οργανισμούς διανύθηκε στην ασφάλισή του, υπολογίζει το ποσό της σύνταξης σύμφωνα με τη νομοθεσία του και το καταβάλλει ολόκληρο στο δικαιούχο μαζί με τις προσαυξήσεις και όχι τμηματικά, όπως πριν.
Ποιοι θεμελιώνουν την έξοδο με χαμηλότερο όριο ηλικίας
Για τους ασφαλισμένους με πρόσληψη μετά το 1983 στο Δημόσιο (χωρίς διαδοχική πριν από το 1983) τα όρια ηλικίας ξεκινούν από τα 58,6 και τα 59,5 με 35
ως 37 έτη. Η ηλικία συνταξιοδότησης συναρτάται από το έτος που οι ασφαλισμένοι έχουν και τα 35-37 έτη αλλά και το αρχικό όριο ηλικίας (αυτό που θα έπαιρναν σύνταξη) και είναι τα 58 ή τα 59.
Για παράδειγμα:
• Υπάλληλος προσλήφθηκε το 1983 με 25ετία ως το 2010 και κλείνει τα 58 το 2017. Για να συνταξιοδοτηθεί χρειάζεται 35 έτη που θα τα έχει το 2018. Το όριο ηλικίας επομένως θα καθοριστεί το 2018 που θα έχει και τις δυο προϋποθέσεις (κλεισμένα τα 58 και συμπληρωμένα τα 35 έτη). Το όριο ηλικίας που ισχύει το 2018 για τα 58 και τα 35 είναι 60 και σε αυτή την ηλικία θα συνταξιοδοτηθεί.
• Υπάλληλος προσλήφθηκε το 1985 και έχει σήμερα 31 χρόνια, με ηλικία 54 ετών. Θέλει 4 χρόνια για τα 35 και 4 χρόνια για τα 58, που τα συμπληρώνει το 2020 και θα συνταξιοδοτηθεί στα 61.