"Ειδική περίπτωση" χαρακτήρισε την Ελλάδα ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM), Κλάους Ρέγκλινγκ. Μιλώντας στο Ευρωκοινοβούλιο στις Βρυξέλλες, κατά τη διάρκεια συζήτησης με εθνικούς βουλευτές και ευρωβουλευτές ο κ. Ρέγκλινγκ είπε πως η Ελλάδα είναι μια "ειδική περίπτωση", σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες που βρέθηκαν σε πρόγραμμα, "καθώς είναι στη μέση του τρίτου προγράμματός της".
Παράλληλα, υπογράμμισε: "Ιρλανδία, Ισπανία, Πορτογαλία και Κύπρος έδειξαν ότι η προσέγγισή μας λειτουργεί", ενώ ανέφερε πως "Ελλάδα, Ιρλανδία, Πορτογαλία και Ισπανία είναι στις κορυφαίες πέντε θέσεις της λίστας των χωρών με τις περισσότερες δομικές μεταρρυθμίσεις σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα".
Σχετικά με τη χώρα μας σημείωσε πως: είχε κάνει πολύ καλή πρόοδο το 2014, όταν η οικονομία της επέστρεψε στην ανάπτυξη και απέκτησε πάλι πρόσβαση στην αγορά ομολόγων" σημείωσε, προσθέτοντας πως "από τον Αύγουστο του 2015, η Ελλάδα έχει σημειώσει ικανοποιητική πρόοδο στο πλαίσιο του τρίτου προγράμματός της, ενώ έχουν εκταμιευθεί περίπου 32 δισ. ευρώ από τότε".
Αναφερόμενος στα μέτρα για την περαιτέρω ελάφρυνση του χρέους για την Ελλάδα που ο ESM άρχισε να εφαρμόζει πρόσφατα, σημείωσε πως "είναι ακόμα ένα σημάδι της οικονομικής αλληλεγγύης" ανάμεσα στις χώρες της ευρωζώνης.
Τέλος, επανέλαβε πως χάρη στις "ευνοϊκές συνθήκες χρηματοδότησης" της Ελλάδας από τον ESM ετησίως, η χώρα εξοικονομεί 8 δισ. ευρώ ετησίως ή 4,5% του ΑΕΠ, ενώ τα νέα μέτρα για το χρέος θα μειώσουν το επίπεδο του χρέους στην Ελλάδα έως το 2060 και θα βοηθήσουν την Ελλάδα να επιστρέψει στη βιωσιμότητα του χρέους.
Δεν θα χρειαστεί τέταρτο πρόγραμμα αν η Ελλάδα εφαρμόσει το τρέχον πρόγραμμα
Εργαζόμαστε άκοπα για να πετύχουμε μια συμφωνία με την Ελλάδα και να ολοκληρωθεί η δεύτερη αξιολόγηση με το ΔΝΤ, πρόσθεσε ο Κλάους Ρέγκλινγκ.
Ο Κ. Ρέγκλινγκ υπογράμμισε ότι σε περίπτωση που τηρηθούν τα όσα έχουν συμφωνηθεί δεν θα υπάρξει ανάγκη για ένα τέταρτο πρόγραμμα μετά τη λήξη του τρέχοντος προγράμματος, τον Αύγουστο του 2018.
Απαντώντας στις τοποθετήσεις των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ Μάκη Μπαλαούρα, Νίκου Μανιού, Νάσου Αθανασίου, του βουλευτή της ΝΔ, Χρήστου Σταικούρα, καθώς και του ευρωβουλευτή και αντιπροέδρου της Ευρωβουλής, Δημήτρη Παπαδημούλη, ο Κ. Ρέγκλινγκ εξέφρασε την ελπίδα να βρεθεί λύση για την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης. Ο επικεφαλής του ΕSM τόνισε ότι έχει σημειωθεί καλή πρόοδος στο πρόγραμμα, το οποίο έχει διανύσει το ήμισυ της πορείας του, και έχουν εκταμιευθεί 32 δια. ευρώ. Επισήμανε, ωστόσο, ότι στην παρούσα φάση δεν έχουν εφαρμοστεί όλες οι συμφωνίες με τις ελληνικές αρχές από τον Αύγουστο του 2015, και γι΄ αυτό υπάρχει καθυστέρηση των εκταμιεύσεων. Σημείωσε, πάντως, ότι πάντα υπήρχαν καθυστερήσεις, αλλά πάντα καταλήγαμε σε συμφωνίες.
Ο Κ. Ρέγκλινγκ επισήμανε ότι είναι πολύ θετικά τα αποτελέσματα στην Ελλάδα σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη και την απόδοση των δημόσιων οικονομικών.
Σε ό,τι αφορά τη συζήτηση περί Grexit, είπε ότι οι Συνθήκες της ΕΕ δεν προβλέπουν έξοδο κάποιας χώρας από τη ζώνη του ευρώ και τόνισε ότι κανείς δεν προετοιμάζεται για ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
Από την πλευρά του, ο πρόεδρος της επιτροπής οικονομικών και νομισματικών υποθέσεων του Ε.Κ., Ρομπέρτο Γκουατιέρι, συνοψίζοντας τη συζήτηση, είπε ότι δεν είναι δυνατό να συζητάμε για το αν πρέπει να ισχύουν τα βασικά κοινωνικά δικαιώματα στην Ελλάδα.
Ο ίδιος, εξέφρασε την ελπίδα ότι όλες οι εμπλεκόμενες πλευρές θα συνεργαστούν προκειμένου να βρεθεί πολύ σύντομα λύση για τη δεύτερη αξιολόγηση και σημείωσε ότι θα ήταν εξαιρετικά αρνητικό να αφήσουμε να εκτροχιαστεί πάλι η ελληνική οικονομία. Ο Ρ. Γκουατιέρι προσέθεσε, πάντως, ότι υπάρχουν κάποιες αντιφάσεις- συγκρούσεις με το ΔΝΤ, οι οποίες θα μπορούσαν να ρυθμιστούν. Ανέφερε συγκεκριμένα ότι "δεν φαίνεται λογικός ο νέος όρος του ΔΝΤ" και ότι κάποιοι θεωρούν ότι αντιβαίνει στο κοινοτικό κεκτημένο.
Αναφερόμενος, τέλος, στην πορεία της ελληνικής οικονομίας, ο πρόεδρος της οικονομικής επιτροπής του ΕΚ, τόνισε ότι οι δημοσιονομικές επιδόσεις της Ελλάδας είναι καλύτερες από τις προβλέψεις και τους στόχους.
Κατά τη διάρκεια της συζήτησης, οι Έλληνες και Πορτογάλοι βουλευτές επικεντρώθηκαν, σε γενικές γραμμές στις αρνητικές επιπτώσεις των Μνημονίων, ενώ βουλευτές από τις βόρειες χώρες της Ευρώπης επικεντρώθηκαν περισσότερο στο γεγονός ότι οι χώρες τους έχουν δανείσει την Ελλάδα.