Δικαστική «ρήτρα» δισ. ευρώ, η οποία ουσιαστικά συνιστά νέο δημοσιονομικό «σοκ», θα κληθεί να αντιμετωπίσει σύντομα το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης καθώς αναμένεται να υποχρεωθεί να εκτελέσει όλες τις δικαστικές αποφάσεις που δικαιώνουν σωρηδόν συνταξιούχους (και εν ενεργεία) των ειδικών μισθολογίων.
Τελευταίο «χτύπημα» είναι η απόφαση τέλος Ιουλίου, που αφορά τους πανεπιστημιακούς, για τους οποίους το Ελεγκτικό Συνέδριο, έκρινε αντισυνταγματικές τις περικοπές που υπέστησαν και αυτοί, με τον ν.4093/12 (Μνημόνιο 2).
Έτσι πλέον ο λογαριασμός ανεβαίνει σε πολλά δισ. ευρώ και απειλεί να εκτροχιάσει τα δημόσια οικονομικά, αφού πλέον η κυβέρνηση είναι αντιμέτωπη με δεκάδες δικαστικές αποφάσεις με τις οποίες καλείται να επαναφέρει συντάξεις και μισθούς στα προηγούμενα (του 2012) επίπεδα αλλά και να πληρώσει αναδρομικά.
Η τελευταία
Η τελευταία απόφαση είναι της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου η οποία έκρινε τις περικοπές αυτές αντίθετες σε σειρά διατάξεων του Συντάγματος και της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου γεγονός που σημαίνει ότι οι συντάξεις των καθηγητών των ΑΕΙ πρέπει να επιστρέψουν στα επίπεδα του Ιουλίου του 2012 αυξημένες κατά 12% και να καταβληθούν στους δικαιούχους αναδρομικά από τότε που οι διαφορές αποδοχών, όπως κρίθηκε και με τους ένστολους δικαστικούς γιατρούς του ΕΣΥ.
Η αντισυνταγματικότητα μάλιστα διαπιστώνεται χωρίς χρονικούς περιορισμούς που συνήθως βάζουν τελευταία οι δικαστικές αποφάσεις στα χρονικά όρια της αναδρομικότητας και στο ποιοι μπορούν να επωφεληθούν από την κήρυξη της για να μην προκληθεί νέος αιφνιδιασμός ενόψει της συνεχιζόμενης κρίσης. Δηλαδή εν ολίγοις η κυβέρνηση θα κληθεί να καταβάλλει εν προκειμένω και αναδρομικά.
Τι αναφέρει
Στην υπ΄ αριθμ. 1506/2016 απόφασή της ολομέλειας μάλιστα αναφέρεται πως οι λόγοι δημοσίου συμφέροντος «δεν αρκούν για να καταστήσουν συνταγματικά ανεκτές τις συγκεκριμένες περικοπές…
Ανεξαρτήτως του ότι το δημόσιο συμφέρον, για την εξυπηρέτηση του οποίου επιβλήθηκαν οι νέες μειώσεις, δεν ήταν τόσο έντονο όσο εκείνο που δικαιολογούσε την υιοθέτηση των αρχικών μέτρων των νόμων 3833/2010 και 3845/2012 που ελήφθησαν, προ του κινδύνου άμεσης χρεωκοπίας και εξόδου της χώρας από την ευρωζώνη, οι επίμαχες περικοπές συνιστούν μέτρα που λαμβάνονται μεν για την αντιμετώπιση της παρατεταμένης οικονομικής κρίσης, επιβαρύνουν όμως και πάλι- -κατά παράβαση του άρθρου 25 του Συντάγματος υποχρέωσης όλων των πολιτών για εκπλήρωση του χρέους της κοινωνικής και εθνικής αλληλεγγύης- την ίδια κατηγορία πολιτών».
Όπως αναφέρουν «ο κοινός νομοθέτης δύναται να θεσπίζει μέτρα περιστολής των δημοσίων δαπανών που συνεπάγονται σοβαρή οικονομική επιβάρυνση μεγάλων κατηγοριών του πληθυσμού και ιδίως όσων λαμβάνουν μισθό ή σύνταξη από το δημόσιο Ταμείο.
Αυτή όμως δεν μπορεί να είναι απεριόριστη αλλά έχει ως όριο τις αρχές της αναλογικότητας, της ισότητας στην κατανομή των δημοσίων βαρών και του σεβασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, οι οποίες επιτάσσουν το βάρος της δημοσιονομικής προσαρμογής να κατανέμεται μεταξύ όλων των κατηγοριών απασχολουμένων τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα, όπως και των ασκούντων ελευθέριο επάγγελμα, δεδομένου μάλιστα ότι η βιωσιμότητα των δημοσίων οικονομικών είναι προς όφελος όλων».
Οι άλλες υποθέσεις
Αντίθετα με το ΣτΕ που δικαιώνοντας τους εν ενεργεία πανεπιστημιακούς έκρινε ότι μπορούν να εισπράξουν αναδρομικά μόνο όσοι είχαν την πρόνοια να προσφύγουν στα δικαστήρια η Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου για τους συνταξιούχους, δεν θέτει τέτοιους περιορισμούς.
Μάλιστα δικαστικοί κύκλοι εκτιμούν ότι και οι νεότερες περικοπές στα πλαίσια του 3ου μνημονίου, είναι εξίσου πιθανό να κριθούν αντισυνταγματικές και να καταπέσουν με βάση την νομολογία που έχει πλέον επικρατήσει, αφού λείπουν και πάλι αναλογιστικές μελέτες που να δείχνουν ότι τα μέτρα αυτά είναι τα πρόσφορα και αναγκαία , και να διασφαλίζουν ότι δεν θίγουν τα όρια της αξιοπρεπούς διαβίωσης.
Παράλληλα, στην Ολομέλεια του ΣτΕ αναμένεται να κριθούν και οι προσφυγές που επιδιώκουν να ακυρωθούν ως αντισυνταγματικά τα νέα μέτρα (ν. 4387/16) για τις περικοπές κύριων και επικουρικών συντάξεων όταν το σύνολό τους υπερβαίνει τα 1.300 ευρώ μεικτά.