Όσοι πάσχουν από άπνοια ύπνου είναι γνωστό ότι ροχαλίζουν και γενικώς κάνουν διαταραγμένο ύπνο, ταλαιπωρούμενοι τόσο οι ίδιοι όσο και οι σύντροφοί τους.
Αμερικανοί ερευνητές υποστηρίζουν ότι αν ο ασθενής με άπνοια ύπνου χάσει βάρος και μειωθεί η εναπόθεση λίπους και στην γλώσσα, τότε παρατηρείται αξιοσημείωτη βελτίωση τόσο στην ποιότητα του ύπνου όσο και στο ροχαλητό, σύμφωνα με άρθρο που δημοσιεύεται στο American Journal of Respiratory and Critical Care Medicine.
Η εναπόθεση λίπους στη γλώσσα αλλά και η διόγκωση του συγκεκριμένου οργάνου είναι χαρακτηριστικά των παχύσαρκων ασθενών. Αλλά τώρα προκύπτει ότι και οι πάσχοντες από άπνοια ύπνου έχουν παχύτερες γλώσσες με συνέπεια τον κίνδυνο να ροχαλίζουν.
«Γιατί συσσωρεύεται λίπος στη γλώσσα δεν είναι ακόμα ξεκάθαρο. Μπορεί να οφείλεται σε περιβαλλοντικούς ή γενετικούς παράγοντες. Αλλά όσο λιγότερο λίπος έχουμε στη γλώσσα, τόσο λιγότερο πιθανό είναι να παρεμποδίζει την αναπνοή κατά τη διάρκεια του ύπνου και να προκαλείται το ενοχλητικό ροχαλητό αλλά και οι άπνοιες», εξηγεί ο Δρ. Richard Schwab, από την Ιατρική Σχολή Perelman της Φιλαδέλφεια.
Στο πλαίσιο της μελέτης, οι ερευνητές έθεσαν υπό ιατρική παρακολούθηση 67 άτομα με αποφρακτική άπνοια ύπνου, τη συχνότερη μορφή υπνικής άπνοιας, που όλοι ήταν παχύσαρκοι αρχικά αλλά στη συνέχεια είχαν καταφέρει με ειδικό πρόγραμμα διατροφής και συμβουλευτικής να χάσουν το 10% του σωματικού τους βάρους. Αυτό είχε ως συνέπεια την κατά 30% βελτίωση της συμπτωματολογίας τους.
Μάλιστα αυτό επιβεβαιώθηκε και από την αξιολόγηση των δομών των αεραγωγών στο ανώτερο αναπνευστικό, που είχαν βελτιωθεί σημαντικά λόγω της απώλειας βάρους.
Το αδυνάτισμα είχε ακόμα συντελέσει σε μείωση του μεγέθους ενός μυ της γνάθου που ελέγχει τη μάσηση και τους μυς των αεραγωγών.
«Τώρα που γνωρίζουμε ότι η εναπόθεση λίπους στη γλώσσα είναι παράγοντας κινδύνου για το ροχαλητό και την άπνοια ύπνου, μπορούμε να σχεδιάσουμε θεραπευτικές πρακτικές», καταλήγει ο Δρ. Schwab.