Σε έναν κλοιό φόρων και πλειστηριασμών έχουν βρεθεί τα τελευταία χρόνια χιλιάδες ιδιοκτήτες ακινήτων.
Παρά τις προεκλογικές υποσχέσεις του ΣΥΡΙΖΑ για τη λήψη μέτρων ο λογαριασμός που πλήρωσαν οι ιδιοκτήτες ακινήτων επί των ημερών διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ ήταν μεγάλος.
Η Ελλάδα κάνει «πρωταθλητισμό» και στη φορολογία ακινήτων κάνει η χώρα μας, με την επιβάρυνση να είναι αρκετά υψηλότερη από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα αποτελέσματα δε για τα έσοδα του κράτους είναι «θολά», αφού ο ΕΝΦΙΑ μπορεί να γεμίζει, όταν εισπράττεται, τα ταμεία, αλλά από την άλλη οι υψηλοί φόροι αποθαρρύνουν τις αγοραπωλησίες με αποτέλεσμα να χάνονται έσοδα από φόρους επί των συναλλαγών αυτών.
Σε έκθεσή του για την υπερφορολόγηση ο ΣΕΒ παρουσιάζει την εικόνα για τη φορολόγηση ακινήτων στη χώρα μας, κάνοντας λόγο για «ακόμη έναν παραλογισμό».
Όπως αναφέρει επικαλούμενος στοιχεία του ΟΟΣΑ, οι φόροι κατοχής ακινήτων στην Ελλάδα ανέρχονται στο 2,7% του ΑΕΠ, την ώρα που ο μέσος όρος στη ζώνη του ευρώ είναι 1,6% του ΑΕΠ.
Αυτό, όμως, που καθιστά ιδιαίτερη την περίπτωση της Ελλάδας, σύμφωνα με τον Σύνδεσμο, είναι ότι ελάχιστες χώρες υπερφορολογούν ταυτόχρονα την ακίνητη περιουσία και την εργασία. «Πλέον, η Ελλάδα ταυτόχρονα έχει από τους υψηλότερους ή για υψηλά εισοδήματα τους υψηλότερους φόρους στην εργασία, και είναι ανάμεσα στους πρωταθλητές φορολόγησης των ακινήτων» σημειώνει.
Με την υπερφορολόγηση των ακινήτων μειώθηκε σημαντικά το επενδυτικό ενδιαφέρον για αγοραπωλησίες, με αποτέλεσμα η Ελλάδα να χάσει μόνο από τη μείωση εσόδων από φόρους συναλλαγών τουλάχιστον 0,5% του ΑΕΠ, την ώρα που η υπερφορολόγηση της κατοχής των ακινήτων αποφέρει επιπλέον έσοδα περίπου 1,5% του ΑΕΠ.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία για την εκτέλεση του προϋπολογισμού, που έδωσε πρόσφατα στη δημοσιότητα το υπουργείο Οικονομικών, το πρώτο πεντάμηνο του έτους, οι τακτικοί φόροι ακίνητης περιουσίας απέφεραν στα κρατικά ταμεία 39 εκατ. ευρώ ή 7,5% περισσότερα από τον επίσημο στόχο. Τα 29 εκατ. ευρώ εξ αυτών ήταν από την καταβολή του ΕΝΦΙΑ.
Τον Μάιο οι τακτικοί φόροι ακίνητης περιουσίας ξεπέρασαν το στόχο κατά 12 εκατ. ευρώ, με τα 10 εκατ. ευρώ εξ αυτών να αφορούν την είσπραξη του ΕΝΦΙΑ.
Οι αντικειμενικές
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ επέλεξε να αφήσει την καυτή πατάτα της νέας αναπροσαρμογής των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων στην επόμενη κυβέρνηση προκειμένου να μη χρεωθεί η ίδια το πολιτικό κόστος από μια αύξηση των τιμών των ακινήτων στις λαϊκές συνοικίες, που θα έβαζε φωτιά στα εκκαθαριστικά του ΕΝΦΙΑ.
Από την πλευρά της η Κομισιόν έχει ήδη δείξει κίτρινη κάρτα για την καθυστέρηση στην ευθυγράμμιση των αντικειμενικών τιμών στα ακίνητα με τις εμπορικές. Πέρυσι υλοποιήθηκε η πρώτη φάση της ευθυγράμμισης και, όπως αναφέρεται στην έκθεση, η δεύτερη φάση θα έπρεπε να γίνει μέχρι τα μέσα του 2019 έτσι ώστε το 2020 να υπάρξει πλήρης ευθυγράμμιση των εμπορικών τιμών με τις αντικειμενικές.
Η νέα κυβέρνηση θα κληθεί να προχωρήσει σε αλλαγές στις τιμές ζώνης σε όλη τη χώρα προκειμένου αυτές να προσεγγίζουν τις εμπορικές.
Το νέο κύμα αναπροσαρμογής των αντικειμενικών αξιών αναμένεται να χτυπήσει περιοχές του κέντρου της Αθήνας, όπως το Παγκράτι, τα Εξάρχεια, το Κολωνάκι, το Σύνταγμα, οι Αμπελόκηποι, λαϊκές γειτονιές της Νίκαιας, του Κερατσινίου και του Κορυδαλλού, το παραλιακό μέτωπο του Λεκανοπεδίου αλλά και περιοχές της Θεσσαλονίκης, της Κρήτης και τα νησιά των Κυκλάδων.
Οι περιοχές στις οποίες η ψαλίδα μεταξύ εμπορικών και αντικειμενικών αξιών παραμένει ανοιχτή είναι και οι «υποψήφιες» για αύξηση των τιμών ζώνης. Οι αυξήσεις πάντως που καταγράφονται τους τελευταίους μήνες στις τιμές πώλησης των κατοικιών αναμένεται να συμπαρασύρουν προς τα πάνω τις τιμές ζώνης και να βάλουν φωτιά στους φόρους των ακινήτων.