Επειδή στη σύγχρονη οικονομία δεν γίνονται θαύματα, ο πιο σταθερός δρόμος για ανάπτυξη είναι αυτός της προσέλκυσης επενδύσεων και σταδιακής αλλαγής παραγωγικού μοντέλου της χώρας. Ζωτικός ο ρόλος των επωνύμων προϊόντων.
Στη σύγχρονη οικονομία, όπως αναγνωρίζουν οι διαπρεπέστεροι θεράποντες της οικονομικής θεωρίας και σκέψης θαύματα δεν γίνονται, τουλάχιστον από τη μια στιγμή στην άλλη, μαγικές λύσεις δεν υπάρχουν, και ανάπτυξη δεν μπορεί να προέλθει παρά μόνο μέσα από στοχευμένες και καλά μελετημένες επενδύσεις.
Tου Νίκου Καραγεωργίου*
Αυτές οι τελευταίες όμως, τα τελευταία χρόνια είναι η αχίλλειος πτέρνα της χώρας. Διότι τη δεκαετή περίοδο της κρίσης, έγιναν μεν σοβαρές δημοσιονομικές προσαρμογές, που ήταν και σχετικά εύκολες, αλλά η προσέλκυση των επενδύσεων για μεγάλο διάστημα παρέμεινε στα αζήτητα.
Και από μόνο του, το γεγονός αυτό, είναι ενδεικτικό της μικρής σημασίας που το πολιτικό σύστημα δείχνει απέναντι στην επενδυτική δραστηριότητα, η οποία έχει την κακή συνήθεια να προϋποθέτει μεταρρυθμίσεις προκειμένου να εκδηλωθεί.
Με πιο απλά λόγια οι επενδύσεις δεν ήταν τόσο επιθυμητές στην Ελλάδα, πρώτον γιατί συνεπάγονται θεσμικές μεταρρυθμίσεις, δεύτερον γιατί προϋποθέτουν αλλαγές νοοτροπίας και τρίτον δημιουργούν νέα ανταγωνιστικά περιβάλλοντα.
Σήμερα όμως ο κόμπος έφτασε στο χτένι. Με ανύπαρκτη εσωτερική αποταμίευση, τεράστιο δημόσιο και ιδιωτικό χρέος, σοβαρές επενδύσεις στην Ελλάδα μπορούν να γίνουν μόνο με εισαγωγή αποταμίευσης από το εξωτερικό, είτε αυτή είναι ελληνική είτε ξένη.
Πρώτο λοιπόν μέλημα της νέας κυβέρνησης θα πρέπει να είναι η ταχύτατη επίδειξη αναπτυξιακού πνεύματος μέσω της προσέλκυσης επενδύσεων. Και επειδή όποιος επενδύει θέλει να αισθάνεται σιγουριά και εμπιστοσύνη, η νέα κυβέρνηση θα πρέπει να του προσφέρει ένα θεσμικό πλαίσιο που να καλύπτει αυτές τις δύο πτυχές της επενδυτικής ψυχολογίας.
Στο πλαίσιο αυτό, γρήγορες και σοβαρές θεσμικές αλλαγές θα πρέπει να γίνουν στο επίπεδο της δικαιοσύνης ώστε οι σοβαροί επενδυτές να μην αισθάνονται ξυπόλητοι στα αγκάθια.
Παρόμοιες θεσμικές αλλαγές είναι επίσης απαραίτητες και για ένα πρόσθετο λόγο. Βραχυπρόθεσμα η μεγάλη πρόκληση για την ελληνική οικονομία είναι η επιστροφή σε υψηλούς και διατηρήσιμους ρυθμούς ανάπτυξης. Αναγκαία προϋπόθεση για αυτό είναι η επενδυτική απελευθέρωση σε μια εποχή όπου οι αποσβέσεις είναι υψηλότερες από τις επενδύσεις.
Βιώνουμε δηλαδή μια περίοδο αποβιομηχάνισης, η οποία στο μέτρο που συνεχίζεται θα κάνει πιο δύσκολες και τις όποιες αλλαγές στο παραγωγικό μοντέλο της χώρας. Υπό αυτές τις συνθήκες, οι κυβερνητικές πρωτοβουλίες θα πρέπει να γίνουν με μεγάλη ταχύτητα, ώστε τα διεθνή επενδυτικά κεφάλαια και αυτοί που τα διαχειρίζονται, να πεισθούν ότι το 2020 θα είναι για την Ελλάδα μια εποχή στην κυριολεξία αναπτυξιακής αναγέννησης.
Και στο επίπεδο αυτό θα πρέπει να σημειώσουμε με ιδιαίτερη έμφαση, ότι στη χώρα παρά τη δεκαετή κρίση, έχουν συσσωρευτεί αρκετές και αξιόλογες αναπτυξιακές αξίες, οι οποίες περιμένουν κάποιος να τις κινητοποιήσει.
Με δεδομένη επίσης την απόλυτη ανάγκη για τη χώρα να τοποθετηθεί στις διεθνείς αγορές αγαθών και υπηρεσιών με σημαία της την επώνυμη ζήτηση, γιατί αυτή εξασφαλίζει μονιμότητα, οι προσπάθειες ανάδειξης ελληνικών μαρκών σε όλα τα επίπεδα είναι εκ των ουκ άνευ.
Τέλος, ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δώσει η νέα κυβέρνηση στο θέμα της δημοσιονομικής στρατηγικής της, δεδομένου ότι το απόθεμα που χτίστηκε με αίμα και αποτελεί την πρώτη γραμμή άμυνας της χώρας στην κρίση, τον τελευταίο καιρό δείχνει να εξανεμίζεται.
Από αυτά που προηγούνται γίνεται ξεκάθαρο ότι ναι μεν μπορούν να προκύψουν καλύτερες ημέρες, αλλά εάν αυτές θα γίνουν πραγματικότητα, εξαρτάται από την ταχύτητα με την οποία θα ληφθούν ρηξικέλευθες θεσμικές και άλλε αποφάσεις. Υπό αυτή την έννοια, το κεφάλαιο χρόνου δεν είναι απεριόριστο και εικάζουμε ότι αρκετά γρήγορα θα δεχθεί και πιέσεις.
*Πρόεδρος του Ελληνικού Συνδέσμου Βιομηχανιών Επωνύμων Προϊόντων (ΕΣΒΕΠ)