«Η αδυναμία σημαντικού μέρους του πολιτικού συστήματος να αντιπαρατεθεί με τα λίγα μεγάλα και πολλά μικρά συμφέροντα τα οποία αντιτάχθηκαν στις μεταρρυθμίσεις και ευνόησαν την διαιώνιση διαρθρωτικών αποκλίσεων», είναι σύμφωνα με τον Γιάννη Στουρνάρα ο σημαντικότερος ανασταλτικός παράγοντας που επέτεινε την ύφεση τα χρόνια των μνημονίων. Το παζλ των προβλημάτων συμπληρώνουν οι συχνές αλλαγές πορείας, τα λάθη στο σχεδιασμό των προγραμμάτων και ένα συγκρουσιακό κοινωνικό και πολιτικό κλίμα.
Ωστόσο παρά το βαρύ κόστος για την οικονομία, σε άρθρο του στην Καθημερινή, ο διοικητής της ΤτΕ υποστηρίζει ότι τα προγράμματα προσαρμογής πέτυχαν, σε μεγάλο βαθμό, να αντιστρέψουν τις ιδιαίτερα δυσμενείς τάσεις που επικρατούσαν και να βελτιώσουν τις αναπτυξιακές δυνατότητες της οικονομίας.
Αφού απαριθμεί τα επιτεύγματα των τελευταίων ετών, μεταξύ αυτών την πρωτοφανή δημοσιονομική προσαρμογή, τονίζει ότι σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ οι μεταρρυθμίσεις που έγιναν και αυτές που θα γίνουν στο πλαίσιο του προγράμματος αναμένεται, ceteris paribus, να αυξήσουν το πραγματικό ΑΕΠ κατά περίπου 13% την επόμενη δεκαετία.
«Μπορεί βάσιμα να υποστηριχθεί ότι η ελληνική οικονομία έχει σήμερα δυνατότητες να περάσει σε μια νέα και πιο υγιή αναπτυξιακή φάση. Σε καμία περίπτωση όμως δεν δικαιολογείται επανάπαυση και χαλάρωση των προσπαθειών. Αντίθετα, χρειάζεται τώρα αταλάντευτη συνέπεια και κυρίως αποφυγή των λαθών και των οπισθοδρομήσεων του παρελθόντος. Για το λόγο αυτό η Τράπεζα της Ελλάδος παροτρύνει τους θεσμούς, τους εταίρους της Ελλάδας αλλά και την ελληνική κυβέρνηση να επιδείξουν την απαραίτητη ευελιξία ώστε να αρθεί άμεσα η εκκρεμότητα με την αξιολόγηση του προγράμματος», καταλήγει.