Αντιμέτωποι με υπέρογκες φορολογικές επιβαρύνσεις θα βρεθούν το 2018 εκατομμύρια φορολογούμενοι που αποκτούν φέτος πολύ χαμηλά εισοδήματα από περιστασιακή απασχόληση (άνεργοι, νοικοκυρές, φοιτητές, συμμετέχοντες σε προγράμματα εργασιακής εμπειρίας κ.λπ.).
Οι εν λόγω υποαπασχολούμενοι θα φορολογηθούν για εξωπραγματικά ποσά εισοδημάτων τα οποία θα τους προσδιορίσει η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης και θα κληθούν να πληρώσουν επί των ποσών αυτών φόρους υπολογισμένους με συντελεστή έως και 44%!
Κι αυτό θα συμβεί επειδή, σε όσες περιπτώσεις δεν υπάρχουν άλλα εισοδήματα, το πενιχρό πραγματικό εισόδημα των φορολογουμένων και η προστιθέμενη σ’ αυτό διαφορά φορολογητέου εισοδήματος, η οποία θα προκύψει λόγω της εφαρμογής των τεκμηρίων, θα φορολογηθούν στο σύνολό τους ως εισόδημα από επιχειρηματικές δραστηριότητες με συντελεστή 22% από το πρώτο ευρώ, ενώ σε όσες περιπτώσεις υπάρχουν και εισοδήματα από ακίνητα ή κι από αγροτικές δραστηριότητες θα φορολογηθεί με 22% μόνο η προστιθέμενη διαφορά εισοδήματος λόγω τεκμηρίων.
Σε όλες δε αυτές τις περιπτώσεις ο υπέρογκος φόρος που θα προκύψει με βάση το συντελεστή 22% θα διπλασιαστεί αυτόματα καθώς επ’ αυτού θα επιβληθεί και προκαταβολή φόρου έναντι του επόμενου έτους, με συντελεστή 100%.
Ουσιαστικά, όσοι φορολογούμενοι αποκτούν φέτος και θα εμφανίσουν στις φορολογικές δηλώσεις του 2018 πενιχρά εισοδήματα από περιστασιακή απασχόληση θα πιαστούν στις παγίδες των τεκμηρίων διαβίωσης (για τις κατοικίες και τα Ι.Χ. αυτοκίνητα που έχουν χρησιμοποιήσει) και θα υπερφορολογηθούν επί εξωπραγματικών τεκμαρτών εισοδημάτων, με συντελεστή 22% και με προκαταβολή φόρου 100% επί του κύριου φόρου, σαν να έχουν κερδοφόρες επιχειρήσεις! Θα κληθούν, δηλαδή, να καταβάλουν φόρους που θα έχουν υπολογιστεί με τελικό φορολογικό συντελεστή 44% επί ανύπαρκτων εισοδημάτων!
Παράταση
Μια τέτοια δυσμενής εξέλιξη μπορεί να αποφευχθεί τουλάχιστον για όσους από τους παραπάνω φορολογούμενους δεν έχουν ταυτόχρονα εισοδήματα κι από ακίνητα ή κι από αγροτικές δραστηριότητες, εφόσον το υπουργείο Οικονομικών φέρει στη Βουλή νέα νομοθετική ρύθμιση με την οποία θα παρατείνεται και για το φορολογικό έτος 2017 η διάταξη της παραγράφου 35 του άρθρου 72 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος με την οποία προβλέπεται ότι:
* Οταν το ετήσιο δηλωθέν εισόδημα των φορολογουμένων δεν υπερβαίνει το ποσό των 6.000 ευρώ και το τεκμαρτό τους εισόδημα δεν υπερβαίνει το ποσό των 9.500 ευρώ και εφόσον δεν ασκείται επιχειρηματική δραστηριότητα για την οποία απαιτείται η υποβολή δήλωσης έναρξης εργασιών ή εφόσον δεν ασκείται ατομική αγροτική δραστηριότητα,τότε το δηλωθέν εισόδημα, εξαιρουμένου του εισοδήματος από τόκους ή ακίνητα ή από υπεραξία μεταβίβασης κεφαλαίου, και η προστιθέμενη διαφορά τεκμηρίων, φορολογούνται με την κλίμακα φόρου εισοδήματος των μισθωτών – συνταξιούχων, στην οποία ισχύει αφορολόγητο όριο κλιμακούμενο από 8.636 έως 9.545 ευρώ.
* Εάν το δηλωθέν εισόδημα της προηγούμενης παραγράφου υπερβαίνει το ποσό των 6.000 ευρώ, το υπερβάλλον ποσό φορολογείται με την κλίμακα της επιχειρηματικής δραστηριότητας, δηλαδή με 22%.
Αν η ισχύς της παραπάνω διάταξης παραταθεί και για τα εισοδήματα του τρέχοντος έτους τότε όσοι περιστασιακά και ευκαιριακά απασχολούμενοι (άνεργοι, νοικοκυρές, φοιτητές, συμμετέχοντες σε προγράμματα εργασιακής εμπειρίας κ.λπ.) δεν αποκτούν εισοδήματα πάνω από 6.000 ευρώ το χρόνο από τις περιστασιακές τους απασχολήσεις, δεν έχουν ταυτόχρονα και εισοδήματα από ενοίκια ή και αγροτικές εκμεταλλεύσεις και βαρύνονται με τεκμήρια διαβίωσης συνολικού ύψους μέχρι 9.500 ευρώ θα φορολογηθούν το 2018 -τόσο για το πραγματικό τους εισόδημα όσο και για την προστιθέμενη διαφορά τεκμηρίων- με την κλίμακα φορολογίας εισοδήματος των μισθωτών και των συνταξιούχων στην οποία ισχύει αφορολόγητο όριο 8.636 έως 9.545 ευρώ και έτσι δεν θα πληρώσουν καθόλου φόρο εισοδήματος.
Ωστόσο, θεωρείται αμφίβολο εάν αυτή τη φορά οι δανειστές θα επιτρέψουν εκ νέου παράταση της ευνοϊκής αυτής διάταξης, η ισχύς της οποίας έχει παραταθεί ήδη δύο φορές, μία για το φορολογικό έτος 2015 και μία για το φορολογικό έτος 2016.
Και θεωρείται αμφίβολο, καθώς ο πραγματικός στόχος των δανειστών δεν είναι η εξυγίανση και η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας αλλά η διαρκής συρρίκνωση των εισοδημάτων των Ελλήνων πολιτών, η υπερχρέωση και η εξαθλίωσή τους ώστε να είναι πλέον εύκολα «διαχειρίσιμοι» ως «φθηνά εργατικά χέρια» στο αποικιακού χαρακτήρα μοντέλο οικονομικής «ανάπτυξης» που οραματίζονται για τη χώρα μας, έχοντας ως πιστούς συνεργάτες τους υπουργούς και τα λοιπά μέλη της «μνημονιακής» κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ.
Παγίδες
Ενδεικτικές της αδιάφορης στάσης των δανειστών αλλά και της κυβέρνησης απέναντι στα προβλήματα άδικης υπερφορολόγησης που προκαλεί η ισχύουσα νομοθεσία για τη φορολογία εισοδήματος είναι οι αποφάσεις τους να μην καταργήσουν άλλες διατάξεις του ισχύοντος Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος που είναι επίσης άδικες για τους περιστασιακά απασχολούμενους.
Σύμφωνα με τις διατάξεις αυτές, φορολογούμενοι με πενιχρά πραγματικά εισοδήματα από περιστασιακή απασχόληση και ταυτόχρονα με πολύ μικρού ύψους εισοδήματα είτε από αγροτικές δραστηριότητες είτε από ενοίκια φορολογούνται με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης και η προστιθέμενη διαφορά φορολογητέου εισοδήματος που προκύπτει γι’ αυτούς από την εφαρμογή των τεκμηρίων θεωρείται εισόδημα από επιχειρηματικές δραστηριότητες και φορολογείται με 22% από το πρώτο ευρώ.
Στη συνέχεια επί του υπέρογκου φόρου που καταλογίζεται με βάση τις στρεβλές και άδικες αυτές διατάξεις επιβάλλεται και προκαταβολή φόρου με συντελεστή 100%, με αποτέλεσμα ο τελικός συντελεστής φόρου που επιβαρύνει τα ανύπαρκτα και εξωπραγματικά τεκμαρτά εισοδήματα των συγκεκριμένων φορολογουμένων να εκτοξεύεται και στις περιπτώσεις αυτές στο 44%!
Παραδείγματα
Φόρος 3.236 ευρώ σε εισόδημα 921 ευρώ
1. Σε φορολογούμενο άγαμο με ετήσιο εισόδημα 600 ευρώ από ενοίκια και 321 ευρώ από περιστασιακή μισθωτή απασχόληση, δηλαδή με σύνολο εισοδήματος 921 ευρώ για όλο το έτος 2016, με κύρια κατοικία 27 τετραγωνικών μέτρων και Ι.Χ. αυτοκίνητο 1.500 κυβικών εκατοστών παλαιότητας 7 ετών προέκυψε, κατά την εκκαθάριση της φετινής δήλωσης, φόρος εισοδήματος προς πληρωμή συνολικού ύψους 3.236,66 ευρώ!
2. Σε φορολογούμενο έγγαμο, με ετήσιο εισόδημα 2.550 ευρώ από περιστασιακή απασχόληση και 200 ευρώ από αγροτικές δραστηριότητες, κύρια κατοικία 75 τ.μ. και Ι.Χ. αυτοκίνητο 1.500 κ.εκ. 15ετίας προέκυψε φόρος εισοδήματος συνολικού ύψους 2.284 ευρώ (ο συνολικός αναλογών φόρος που προέκυψε ήταν 2.794 ευρώ αλλά αφαιρέθηκαν από αυτόν τα 510 ευρώ που είχαν παρακρατηθεί με συντελεστή 20% κατά την καταβολή των αμοιβών ύψους 2.550 ευρώ).
Ως επιχειρηματίες
Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις, κατά την εκκαθάριση των δηλώσεων οι υπηρεσίες της ΑΑΔΕ εφάρμοσαν τις διατάξεις της παραγράφου 1β του άρθρου 34 του νόμου 4172/2013 (του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος), σύμφωνα με τις οποίες, επειδή το σύνολο ή το μεγαλύτερο μέρος του δηλωθέντος εισοδήματος δεν προκύπτει από μισθωτή εργασία ή συντάξεις, επί της πρόσθετης διαφοράς τεκμαρτού εισοδήματος εφαρμόζεται η κλίμακα φορολόγησης των εισοδημάτων από επιχειρηματικές δραστηριότητες, στην οποία δεν ισχύει κανένα αφορολόγητο όριο αλλά συντελεστής 22% από το πρώτο ευρώ.
Δηλαδή, επειδή τα δηλούμενα εισοδήματα είναι πάρα πολύ χαμηλά, οι υπηρεσίες της ΑΑΔΕ προσδιόρισαν το ύψος των φορολογητέων εισοδημάτων με βάση τα τεκμήρια.
Ετσι, σε κάθε τέτοια περίπτωση, έλαβαν υπόψη τους το ελάχιστο τεκμήριο διαβίωσης των 3.000 ευρώ που ισχύει για τον άγαμο φορολογούμενο ή των 2.500 ευρώ που ισχύει για τον έγγαμο και προσέθεσαν στο ποσό αυτό τυχόν επιπλέον ποσά τεκμηρίων διαβίωσης για σπίτι ή και Ι.Χ. αυτοκίνητο, εφόσον ο φορολογούμενος διέμεινε, κατά τη διάρκεια του 2016, σε κατοικία ιδιόκτητη, ενοικιαζόμενη ή δωρεάν παραχωρηθείσα ή εφόσον κατείχε και κάποιο Ι.Χ. αυτοκίνητο.
Στη συνέχεια, η πρόσθετη διαφορά φορολογητέου εισοδήματος, που προέκυψε λόγω της εφαρμογής των τεκμηρίων διαβίωσης, φορολογήθηκε όχι με την ευνοϊκή κλίμακα υπολογισμού του φόρου, η οποία ισχύει για τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους και προβλέπει αφορολόγητο όριο εισοδήματος 6.636 – 9.545 ευρώ, αλλά με την κλίμακα φορολόγησης των εισοδημάτων από επιχειρηματικές δραστηριότητες, βάσει της οποίας το φορολογητέο εισόδημα υπόκειται σε φόρο υπολογιζόμενο με συντελεστή 22% από το πρώτο ευρώ.
Ετσι, η πρόσθετη διαφορά φορολογητέου εισοδήματος που προκύπτει βάσει των τεκμηρίων διαβίωσης σε όλες αυτές τις περιπτώσεις φορολογουμένων επιβαρύνθηκε με φόρο 22%, σαν να ήταν κέρδος από επιχειρηματική δραστηριότητα! Στη συνέχεια, επί του φόρου που προέκυψε επιβλήθηκε και προκαταβολή φόρου με συντελεστή 100%.
ΠΗΓΗ: ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ