Επιμένει στο ζήτημα της μεγαλύτερης συγκέντρωσης του τραπεζικού κλάδου στην Ευρωζώνη η επικεφαλής της εποπτικής Αρχής SSM. Η Ντανιέλ Νουί στην παρουσίαση σήμερα της ετήσιας έκθεσης του SSM για τα πεπραγμένα του υπογράμμισε την ανάγκη αντιμετώπισης του προβλήματος των κόκκινων δανείων και της τόνωσης της κερδοφορίας των τραπεζών ώστε να χρηματοδοτείται απρόσκοπτα η οικονομία. Στο πλαίσιο αυτό παρότρυνε τις τράπεζες να προχωρήσουν σε ένωση δυνάμεων:
«Οι τράπεζες βρίσκονται αντιμέτωπες με πολλές προκλήσεις σήμερα. Αναφέρθηκα ήδη στα μη εξυπηρετούμενα δάνεια και θα μπορούσα να αναφερθώ επίσης στην πολιτική αβεβαιότητα και την υποτονική ανάπτυξη, στο δύσκολο περιβάλλον επιτοκίων, τους αυστηρότερους κανόνες και τους νέους ανταγωνιστές. Ο κόσμος αλλάζει και οι τράπεζες θα πρέπει να ενστερνίζονται αυτή την αλλαγή: πρέπει να προσαρμόσουν τα επιχειρηματικά τους μοντέλα ώστε να επιστρέψουν σε κερδοφορία. Ένα άλλο ζήτημα είναι ότι, σε ορισμένες χώρες, εξακολουθεί να παρατηρείται πολύ μεγάλος κατακερματισμός του τραπεζικού τομέα. Το επακόλουθο πλεονάζον δυναμικό οδηγεί σε ισχυρό ανταγωνισμό και χαμηλά κέρδη. Σε μια τέτοια κατάσταση, θα πρέπει να περιμένει κανείς ότι κάποιες τράπεζες θα εξωθηθούν από την αγορά. Κατά την άποψή μου, υπάρχουν σαφή επιχειρήματα υπέρ της ενοποίησης, για παράδειγμα μέσω συγχωνεύσεων. Ωστόσο, δεν έχουν πραγματοποιηθεί πολλές συγχωνεύσεις μέχρι τώρα, και όσες έχουν λάβει χώρα έχουν γίνει εντός μιας συγκεκριμένης χώρας και όχι σε διασυνοριακή βάση εντός της ζώνης του ευρώ», σύμφωνα με το newmoney.
Η κα Νουί μάλιστα αποκάλυψε και το όραμα της για την τραπεζική ένωση που «σκοπός της είναι να χτίσει τα θεμέλια για μια αληθινά ευρωπαϊκή τραπεζική αγορά, μια αγορά στην οποία θα πραγματοποιούνταν διασυνοριακές συγχωνεύσεις. Οι τράπεζες θα αποκτούσαν περισσότερο ευρωπαϊκή οπτική, θα προσέφεραν τις υπηρεσίες τους σε ολόκληρη τη ζώνη του ευρώ και θα ωφελούνταν από μια μεγαλύτερη αγορά. Ταυτόχρονα, οι πελάτες θα μπορούσαν να επιλέξουν από ένα ευρύ φάσμα τραπεζών που εποπτεύονται σύμφωνα με τα ίδια υψηλά πρότυπα. Αυτό είναι το όραμά μας για το μέλλον».
Η κα Νουί τόνισε πως κορυφαία προτεραιότητα του SSM παραμένει η αντιμετώπιση των «κόκκινων» δανείων. Όπως σημείωσε, μεταξύ γ΄ τριμήνου 2015 και γ΄ τριμήνου 2016 τα Μη εξυπηρετούμενα δάνεια μειώθηκαν κατά 54 δισ. ευρώ, στα 921 δισ. ευρώ και ο σχετικός δείκτης υποχώρησε από το 7,3% στο 6,5%. Ωστόσο, σε ορισμένες χώρες – μέλη, το πρόβλημα των NPLs παραμένει μεγάλο ζήτημα και αυτά επιβαρύνουν την κερδοφορία των τραπεζών και τη δυνατότητά τους να χρηματοδοτήσουν την Οικονομία.
Την προηγούμενη εβδομάδα η ΕΚΤ δημοσίευσε τις κατευθυντήριες γραμμές προς τις τράπεζες για το πώς περιμένει να χειριστούν το θέμα των «κόκκινων» δανείων. Βάσει των κατευθυντήριων γραμμών, οι τράπεζες οφείλουν να υλοποιήσουν μία ξεκάθαρη στρατηγική μείωσης των NPLs, η οποία περιλαμβάνει φιλόδοξους αλλά ρεαλιστικούς στόχους, με την παράλληλη εφαρμογή σχετικών δομών διακυβέρνησης και λειτουργίας.
Ωστόσο, η μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων δεν εξαρτάται αποκλειστικά από τις τράπεζες και τις εποπτικές αρχές, τόνισε η κ. Νουί. Σε ορισμένες χώρες, το νομικό και δικαστικό πλαίσιο εμποδίζει τη γρήγορη επίλυση των NPLs και ως εκ τούτου οι εθνικές νομοθετικές αρχές πρέπει να αναλάβουν δράση επίσης: κάνοντας πιο αποτελεσματικά τα δικαστικά συστήματα, δημιουργώντας διαδικασίες ταχείας εξωδικαστικής επίλυσης οφειλών, αυξάνοντας την πρόσβαση στα ενέχυρα των δανείων και ευθυγραμμίζοντας τα φορολογικά κίνητρα.
Ένα θέμα που έχει εντοπίσει η ΕΚΤ, επεσήμανε η κ. Νουί, είναι επίσης τα διαφορετικά εσωτερικά μοντέλα που χρησιμοποιούν οι τράπεζες για να υπολογίσουν τον κίνδυνο του ενεργητικού τους. Στην πορεία των ετών, οι τράπεζες κατέστησαν τα μοντέλα αυτά πιο πολύπλοκα προκειμένου να χαρτογραφήσουν όσο το δυνατόν ακριβέστερα τους αναλαμβανόμενους κινδύνους. Όμως, όσο πιο σύνθετα γίνονται τα εσωτερικά μοντέλα, τόσο πιο επιρρεπή αποδεικνύονται σε λάθη ή χειρισμούς. Επομένως, τα μοντέλα υπολογισμού των κινδύνων πρέπει να έχουν συνοχή και να είναι συγκρίσιμα. Προς αυτή την κατεύθυνση, ο στόχος της ΕΚΤ είναι ο υπολογισμός των κινδύνων να γίνεται στη βάση πραγματικών κινδύνων και όχι μέσω επιλογών μοντέλων. Και για να το διασφαλίσει αυτό, δεν θα αυξήσει τα risk-weighted assets ενιαία, αλλά ενδεχομένως σε κάποιες τράπεζες.
«Οι τράπεζες δεν είναι μόνο σταθερότητα, αλλά και κερδοφορία», τόνισε επίσης η κ. Νουί. Όπως είπε, τα κέρδη είναι ένα αδύναμο σημείο για τις τράπεζες της ευρωζώνης, καθώς πολλές τράπεζες στην ευρωζώνη δεν κερδίζουν ούτε το κόστος του κεφαλαίου τους. Αυτό αφορά τις τράπεζες, τους επενδυτές αλλά και τις εποπτικές αρχές. Στην τελική, χρηματοπιστωτική σταθερότητα και κερδοφορία είναι οι δύο πλευρές του ίδιου νομίσματος. Η κερδοφορία των τραπεζών και το μοντέλο εργασιών τους αποτελούν προτεραιότητες – κλειδιά για την ΕΚΤ εδώ και κάποιο διάστημα. Φυσικά δεν θα πούμε στις τράπεζες με το ποιο μοντέλο θα λειτουργήσουν. Αλλά θα «προκαλούμε» την ανθεκτικότητά τους, παρακολουθώντας πολύ στενά το μοντέλο λειτουργίας τους. Παρακολουθώντας τράπεζες που είναι κερδοφόρες, παρατηρούμε ότι μοιράζονται το γεγονός των ισχυρών δομών κόστους και αυτό αποτελεί κάτι που πρέπει να δουν και οι άλλες τράπεζες.
«Βεβαίως, το κόστος δεν είναι η μόνο πρόκληση που αντιμετωπίζουν οι τράπεζες. Εκτός των NPLs, θα μπορούσε να αναφερθεί η πολιτική αβεβαιότητα και η αναιμική ανάπτυξη, το διαφορετικό περιβάλλον επιτοκίων, οι αυστηρότεροι κανόνες και οι νέοι ανταγωνιστές. Ο κόσμος αλλάζει και οι τράπεζες πρέπει να αγκαλιάσουν αυτή την αλλαγή, προσαρμόζοντας καταλλήλως τα μοντέλα λειτουργίας τους ώστε να γίνουν κερδοφόρες ξανά», κατέληξε η επικεφαλής του SSM.