Οι 90 κρίσιμες μέρες που θα καθορίσουν την επιστροφή της χώρας στην κανονικότητα, οι σχεδιασμοί του οικονομικού επιτελείου, η ανάγκη για έμπρακτη ανάληψη της ιδιοκτησίας του μεταμνημονιακού προγράμματος και οι αντιφάσεις της κυβερνητικής πολιτικής
Του Αντώνη Καρακούση
Πηγή: ΤΟ ΒΗΜΑ
Η 21η Ιουνίου είναι το νέο ορόσημο για την ελληνική οικονομία, την ελληνική πολιτική και τη χώρα ολάκερη. Και αυτό γιατί τότε θα κριθεί αν η Ελλάδα πληροί τις προϋποθέσεις να επανενταχθεί αυτόνομη ξανά στο διεθνές οικονομικό σύστημα, θα επιβεβαιωθεί ή όχι δηλαδή αν έχει ολοκληρώσει αισίως, χωρίς περιπλοκές, αμφισβητήσεις και αστερίσκους, το πρόγραμμα βοήθειας εταίρων και δανειστών και θα έχει διαμορφώσει, έπειτα από οκτώ μαρτυρικά χρόνια, τους όρους και τις προϋποθέσεις οριστικής εξόδου από τα μνημόνια.
Απομένουν ουσιαστικά 90 ημέρες έως τότε και όλοι μπορούν να αντιληφθούν τη σημασία μιας ευνοϊκής κατάληξης, η οποία επί της ουσίας θα επιτρέψει την ανάκτηση της ελληνικής ιδιοκτησίας στην άσκηση της οικονομικής πολιτικής.
Σε αναμμένα κάρβουνα το οικονομικό επιτελείο
Υπό αυτές τις συνθήκες, το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης κάθεται στην κυριολεξία σε αναμμένα κάρβουνα. Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος επιμένει στην ολοκλήρωση του προγράμματος και αποκρούει τις πολλές κομματικές Σειρήνες που άλλα εγείρουν. Εχει ενδιαφέρον δε ότι και ο Πρόεδρος της Βουλής Ν. Βούτσης αναφέρεται συχνά-πυκνά στον δυναμικό τρόπο με τον οποίο ο κ. Τσακαλώτος υπερασπίζεται την απρόσκοπτη ολοκλήρωση του προγράμματος.
Ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Γ. Χουλιαράκης από την πλευρά του πιστεύει βαθιά ότι το επόμενο τρίμηνο είναι κρίσιμο, τα προαπαιτούμενα σοβαρά, απαιτητικά και σχετικά δύσκολα, αλλά ο στόχος είναι ευγενής και καθοριστικός για το μέλλον της χώρας.
Γι’ αυτό με κάθε ευκαιρία δηλώνει, χωρίς περιστροφές, ότι στο επόμενο διάστημα επιβάλλεται συντονισμός και αφοσίωση, όχι μόνο από την πλευρά της κυβέρνησης, αλλά και από εκείνη της αντιπολίτευσης, η οποία, στον βαθμό που διεκδικεί τη διακυβέρνηση της χώρας, έχει λόγους να τοποθετηθεί και να υποστηρίξει την έξοδο από το σημερινό καθεστώς απόλυτης εξάρτησης από δανειστές και εταίρους.
Εχθρικό πολιτικό και γεωπολιτικό περιβάλλον
Η αλήθεια είναι ότι αυτή η τελική προσπάθεια εξελίσσεται σε εχθρικό πολιτικό και γεωπολιτικό περιβάλλον. Η χώρα αντιμετωπίζει ταυτόχρονα με τον εθνικό στόχο ελευθέρωσης της οικονομίας εξωτερικές προκλήσεις και εξωτερικές απειλές. Το θέμα των Σκοπίων δοκιμάζει τις αντοχές του πολιτικού συστήματος και η ένταση με την Τουρκία εντείνει την ανησυχία για ενδεχόμενες εμπλοκές.
Παρά ταύτα, ο κ. Χουλιαράκης επιμένει ότι τίποτε δεν πρέπει το επόμενο διάστημα να αποσπάσει την προσοχή της κυβέρνησης, αλλά και συνολικά το πολιτικό σύστημα από τον κεφαλαιώδη, κατά αυτόν στόχο, της εξόδου από τα μνημόνια.
Αλλωστε, όπως ο ίδιος υποστηρίζει στις συνομιλίες του, η διευθέτηση των εξωτερικών θεμάτων μπορεί να συντονιστεί με την επίτευξη του εθνικού στόχου για την οικονομία. Οπως χαρακτηριστικά λέει, η επίλυση της διαφοράς με τα Σκόπια μπορεί και πρέπει να συντονιστεί με τον στόχο ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας και με την επιδιωκόμενη ειρήνευση των Δυτικών Βαλκανίων και την ενσωμάτωσή τους στις ευρωπαϊκές διαδικασίες.
Θα καταφέρει η χώρα να μπει σε νέα τροχιά;
Η Ελλάδα, σημειώνει με νόημα, θέλει ανοιχτούς και ασφαλείς δρόμους προς την Ευρώπη, καθώς διεκδικεί να εξελιχθεί σε βάση εισόδου ασιατικών προϊόντων στη Γηραιά Ηπειρο. Ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών πιστεύει ότι υπάρχουν οι προϋποθέσεις να αποτελέσουν η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη μεγάλα πανευρωπαϊκά κέντρα υποδοχής και τελειοποίησης προϊόντων από την Ασία, γεγονός που απαιτεί, αν μη τι άλλο, καλές σχέσεις με τους βόρειους γείτονες. Αντιστοίχως η αναζήτηση μιας νέας αναπτυξιακής πορείας για τα επόμενα δέκα χρόνια επιβάλλεται να συντονιστεί με μια ολοκληρωμένη προσπάθεια βελτίωσης των ελληνοτουρκικών σχέσεων.
Οπως και να έχει, αυτή την ώρα και για τους επόμενους τρεις μήνες, κατά τον κ. Χουλιαράκη, ο οικονομικός στόχος επιβάλλεται να κυριαρχήσει στην ελληνική πολιτική. Ο ίδιος εξηγεί ότι η Ελλάδα έχει την ευκαιρία σε αυτό το διάστημα να θέσει την οικονομία σε νέα τροχιά και να δημιουργήσει τις βάσεις για αναπτυξιακή πορεία διαρκείας, επιλύοντας τόσο το ζήτημα ελευθέρωσης της οικονομίας από τα δεσμά της ασφυκτικής επιτήρησης, όσο και από εκείνα του υπέρογκου χρέους.
Οι ενστάσεις Στουρνάρα και η παράμετρος Ντράγκι
Σπεύδει μάλιστα να διευκρινίσει ότι τούτο προϋποθέτει ικανοποίηση των εναπομεινάντων 86 προαπαιτουμένων μέχρι τον Ιούνιο και ολοκλήρωση του προγράμματος, χωρίς καμία παράταση, είτε άμεση είτε έμμεση. Γι’ αυτό άλλωστε και το οικονομικό επιτελείο αντιτίθεται συνολικά στην προληπτική γραμμή στήριξης, στην οποία επιμένει, κατά τρόπο ενοχλητικό για την κυβέρνηση, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Ι. Στουρνάρας.
«Η προληπτική γραμμή στήριξης ισοδυναμεί με παράταση του προγράμματος», εξηγεί ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, «γεγονός που μεταθέτει και τον χρόνο εκπλήρωσης της υποχρέωσης εταίρων και δανειστών για ρύθμιση του χρέους». Επιπλέον, σημειώνει ότι προκαλεί απορία η εμμονή Στουρνάρα, από τη στιγμή που ούτε ο Μάριο Ντράγκι το θέτει επιτακτικά, παρά αφήνει στη διακριτική ευχέρεια της κυβέρνησης να επιλέξει μεταξύ της δημιουργίας αποθέματος και της προληπτικής γραμμής.
Κατ’ αυτόν «με την ολοκλήρωση του προγράμματος, την έξοδο στις αγορές και τη δημιουργία ταμιακού αποθέματος ασφαλείας, μπορούμε να πετύχουμε σχεδόν αυτόματα καλύτερη ρύθμιση για το χρέος, γεγονός που θα διευκολύνει συνολικά την εμπέδωση κλίματος και ατμόσφαιρας σταθερότητας για την ελληνική οικονομία».
Ωστόσο γνωρίζει και αυτός ότι δεν επαρκεί η ικανοποίηση των προαπαιτουμένων της τέταρτης αξιολόγησης για να εκπληρωθεί ολοκληρωμένα το σχέδιο επανένταξης της ελληνικής οικονομίας στο διεθνές οικονομικό σύστημα.
Στους συνομιλητές που του επισημαίνουν ότι η επιμονή του κ. Στουρνάρα υπέρ της προληπτικής γραμμής πηγάζει και από τη διατηρούμενη καχυποψία στις Βρυξέλλες και στη Φρανκφούρτη για τις δυνατότητες του ελληνικού πολιτικού συστήματος να επιτύχουν μεσοπρόθεσμα τη σταθερότητα της οικονομίας, απαντά ότι «προφανώς στην πορεία εξόδου από τα μνημόνια θα χρειαστούν συγκεκριμένες επιπρόσθετες δεσμεύσεις προκειμένου να αμβλυνθεί η επικρατούσα ακόμη και τώρα ατμόσφαιρα αμφισβήτησης για την Ελλάδα».
Ο μηχανισμός επιτήρησης και το ζήτημα του χρέους
«Θα απαιτηθεί – όπως υπογραμμίζει – έμπρακτη ανάληψη της ιδιοκτησίας του μεταμνημονιακού προγράμματος, της γέφυρας δηλαδή που θα χρειαστεί για την επόμενη ημέρα, και βεβαίως η δέσμευση ότι θα διατηρηθεί η δημοσιονομική σταθερότητα, σύμφωνα με τους στόχους για τα πλεονάσματα που ήδη έχουν υιοθετηθεί μέχρι και το 2022». Και αυτό θα επιτευχθεί με δύο βασικά εργαλεία: Με το νέο μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα, μέσω του οποίου θα δηλώνεται πίστη στη δημοσιονομική πειθαρχία, με αξιόπιστο πρόγραμμα ανάπτυξης που θα το συνοδεύει, και βεβαίως με έναν νέο μηχανισμό επιτήρησης που θα είναι ανάλογος εκείνων που προβλέφθηκαν για χώρες που εξήλθαν από το πρόγραμμα, όπως η Πορτογαλία και η Κύπρος. Δηλαδή με συστηματική ανταλλαγή στοιχείων από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους και με ενδελεχή έλεγχο και πιστοποίηση της προόδου ανά εξάμηνο ή τρίμηνο από το EWG και την Κομισιόν.
Πιθανώς λόγω της διατηρούμενης καχυποψίας ο έλεγχος αυτός να είναι πιο στενός, θα περιλαμβάνει κατά τα φαινόμενα το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και οι παρατηρήσεις των ελεγκτών δεν θα αντικρούονται, αλλά θα λαμβάνονται σοβαρά υπ’ όψιν για τη διόρθωση τυχόν αποκλίσεων και άμεση κάλυψη ενδεχόμενων καθυστερήσεων.
Επί της ουσίας, για τον αναπληρωτή υπουργό Οικονομικών δεν υπάρχει δίλημμα. Η έξοδος από τα μνημόνια θα δώσει ευκαιρίες ελέγχου του χρέους, που αποτελεί μόνιμη τροχοπέδη για την εξυγίανση και ανάπτυξη της οικονομίας. Αν ολοκληρωθεί εγκαίρως το πρόγραμμα και γίνει με λογικούς όρους η έξοδος από τα μνημόνια, τα οφέλη στο χρέος θα είναι τέτοια που θα γίνουν αμέσως αντιληπτά από όλους. Γι’ αυτό και πιστεύει ότι η προσπάθεια πρέπει και είναι επιβεβλημένο να εξελιχθεί τώρα που οι διεθνείς οικονομικές συνθήκες παραμένουν σχετικά ευνοϊκές, δεν έχουν ακόμη παραδοθεί σε αναστατώσεις, οι οποίες πιθανώς να εκδηλωθούν υπό το βάρος των προστατευτικών μέτρων Τραμπ και του επαπειλούμενου εμπορικού πολέμου ΗΠΑ – Κίνας – Ευρώπης ή εξαιτίας της πανθομολογούμενης ανόδου των αμερικανικών επιτοκίων και ενός ενδεχόμενου ντόμινο που μπορεί να επικρατήσει στις διεθνείς αγορές χρήματος.
Αυτή τη στιγμή το επιτόκιο των ελληνικών δεκαετών ομολόγων κινείται λίγο πάνω από το 4% και απέχει περίπου 240 μονάδες βάσεις από τα αντίστοιχα πορτογαλικά. Με την εμπέδωση κλίματος σταθερότητας θα μπορούσε να υποχωρήσει κοντά στο 3,5%, να μειωθεί κι άλλο η απόσταση από το πορτογαλικό και έτσι να διευκολυνθεί η όλη προσπάθεια.
Επίσης έχει σημασία η ελληνική έξοδος να επιχειρηθεί όσο ακόμη στο τιμόνι της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας παραμένει ο Μάριο Ντράγκι. Κανείς δεν μπορεί να είναι βέβαιος για τις ελληνικές υποθέσεις αν στο τιμόνι της ECB καθίσει ο Γερμανός Βάιντμαν.
Ενδοκυβερνητικές εστίες αποστασιοποίησης
Βάσει των παραπάνω, δεν χωρεί αμφιβολία ότι το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης θα τα δώσει όλα προς την κατεύθυνση της έγκαιρης ολοκλήρωσης του προγράμματος. Οι υπεύθυνοι για την άσκηση της οικονομικής πολιτικής είναι έτοιμοι για τη μάχη των μαχών το επόμενο τρίμηνο και διαβεβαιώνουν ότι έχουν την υποστήριξη του Πρωθυπουργού και υπολογίζουν σε αυτήν. Και τούτο γιατί γνωρίζουν ότι δεν συντονίζονται όλες οι δυνάμεις, κυβερνητικές και κομματικές, με τον στόχο αυτόν. Υπάρχουν εστίες που δεν επικοινωνούν με τους στόχους της οικονομικής πολιτικής, όπως και ζώνες στεγανοποιημένες που διατηρούν άλλες προτεραιότητες. Εχει παρατηρηθεί ότι στην κυβέρνηση λειτουργούν διάφορα κέντρα, τα οποία εκκινούν από άλλους στόχους και με άλλους σκοπούς. Οι πιο οξυδερκείς παρατηρητές έχουν εντοπίσει πολλές φορές αντιφάσεις σε βασικές επιλογές της κυβέρνησης.
Μακεδονικό, Novartis και σχεδιασμοί
Επισημαίνεται χαρακτηριστικά η περίπτωση του Μακεδονικού. Το άνοιγμά του επιχειρήθηκε με διπλό σκοπό. Τη διευκόλυνση ολοκλήρωσης του προγράμματος και τη δημιουργία ενός προοδευτικού πολιτικού μετώπου απέναντι στην πιο ευαίσθητη σε τέτοιου τύπου εθνικά θέματα δεξιά παράταξη. Στη βάση του Μακεδονικού θα μπορούσε να συγκροτηθεί μια νέα «προοδευτική συμμαχία» που θα απομόνωνε τη Νέα Δημοκρατία. Και εκεί που αυτό φαινόταν να επιτυγχάνεται, υπό το βάρος των εντυπώσεων που προκάλεσαν τα συλλαλητήρια, ανεσύρθη το σκάνδαλο της Novartis, το οποίο έφερε τα ακριβώς αντίθετα πολιτικά αποτελέσματα. Η σπουδή με την οποία ανεδείχθη το σκάνδαλο και η ανεπάρκεια των αποδεικτικών στοιχείων ενίσχυσαν την εκδοχή της σκευωρίας και απομόνωσαν την κυβέρνηση.
Ο στόχος συγκρότησης μιας προοδευτικής συμμαχίας, όχι μόνο υπονομεύθηκε, αλλά έφερε πιο κοντά τις δυνάμεις της αντιπολίτευσης. Κάποιοι πούλησαν και κάποιοι αγόρασαν το ανάποδο σχέδιο από εκείνο που κεντρικά σχεδίαζε έως τότε η κυβέρνηση.
Χωρίς αμφιβολία, η αντίφαση υπάρχει εντός του ΣΥΡΙΖΑ και το ερώτημα που τίθεται είναι αν όντως μπορεί συνολικά η κυβέρνηση να υπηρετήσει το κεφαλαιώδες σχέδιο οικονομικής ελευθέρωσης της χώρας. Πολλοί είναι εκείνοι που πιστεύουν ότι, παρά τις καλές προθέσεις, δεν υπάρχουν οι πολιτικές προϋποθέσεις, ούτε η πίστη που χρειάζεται στο εσωτερικό του κυβερνώντος κόμματος για αυτό το εγχείρημα.
Ο καιρός θα δείξει. Στους επόμενους τρεις μήνες θα φανεί αν οι κ.κ. Τσακαλώτος και Χουλιαράκης θα τύχουν της υποστήριξης που χρειάζονται για να επιτύχουν το κεφαλαιώδες αυτό έργο για την επιβίωση της χώρας.