Φως στις συναλλαγές που γίνονται με bitcoin και άλλα κρυπτονομίσματα επιχειρεί να ρίξει νομοσχέδιο του υπουργείου Οικονομικών που δίνει το δικαίωμα στις ελεγκτικές αρχές να ζητάνε αναλυτικά στοιχεία για την συναλλαγή εφόσον υπάρχει υπόνοια για διακίνηση «μαύρου χρήματος».
Σύμφωνα με πληροφορίες ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας θα καταθέσει στην Βουλή (τέλη Αυγούστου με αρχές Σεπτεμβρίου) νομοσχέδιο «για την ενίσχυση της οικονομικής διαφάνειας και εποπτείας και των ελέγχων κατά της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες», αναφέρει το protothema.
Το νομοσχέδιο θα ενσωματώνει Οδηγία 2018/843 με την οποία τροποποιείται η ευρωπαϊκή νομοθεσία για το ξέπλυμα χρήματος και καθιερώνονται σημαντικές ρυθμίσεις για τα λεγόμενα «κρυπτονομίσματα», συμπεριλαμβανομένου όπως είναι φυσικό και του bitcoin. Στόχος της εφαρμογής αυτών των ρυθμίσεων του ν/σ είναι να περιορίσει την ανωνυμία που υφίσταται μέχρι σήμερα στις συναλλαγές κρυπτονομισμάτων, η οποία έχει δημιουργήσει πρόσφορο έδαφος για συναλλαγές εγκληματικών ενεργειών και ξεπλύματος χρήματος, σε διεθνές επίπεδο.
Το Bitcoin είναι ένα κρυπτονόμισμα (cryptocurrency), δηλαδή, μια μορφή ηλεκτρονικού χρήματος. Πρόκειται για ένα αποκεντρωμένο ψηφιακό νόμισμα, το οποίο δεν έχει κάποια κεντρική τράπεζα ή ανεξάρτητη αρχή να είναι υπεύθυνη για την επίβλεψη του. Μπορεί να σταλεί από χρήστη σε χρήστη μέσω του Peer 2 Peer Bitcoin Network (BlockChain) απευθείας, χωρίς την ύπαρξη κάποιου μεσάζοντα. Τα Bitcoins γίνονται αποδεκτά σε ένα διαρκώς αυξανόμενο δίκτυο καταστημάτων, εστιατορίων, χώρων ψυχαγωγίας κ.ά., ενώ συχνά δεν συνεπάγονται καμία αμοιβή ή επιβάρυνση για τον χρήστη και διενεργούνται χωρίς την ανάμειξη τραπεζικού ιδρύματος.
Σύμφωνα με το Cyber Security International η νέα οδηγία φέρνει τα πάνω κάτω στην κατοχή και την διακίνηση των κρυπτονομισματων τύπου BitCon. Καθίσταται υποχρεωτική η τήρηση στοιχείων των πελατών από τους παρόχους τέτοιου είδους συναλλακτικών και ανταλλακτικών υπηρεσιών, ώστε αυτά τα στοιχεία να μπορούν να δοθούν, εφόσον ζητηθούν, στις κατά νόμο διωκτικές και φορολογικές αρχές της εκάστοτε χώρας.
H νέα νομοθεσία «αγγίζει» τους παρόχους υπηρεσιών ανταλλαγής κρυπτονομισμάτων με κανονικά νομίσματα, ανταλλακτήρια δηλαδή κρυπτονομισμάτων σε μετρητά. Αφορά και τις εταιρείες που διαχειρίζονται πλατφόρμες ανταλλαγής και μεσίτες ανταλλαγής (exchangers). Τα παραπάνω πρόσωπα ορίζονται ως «υπόχρεα πρόσωπα» της νομοθεσίας κατά του ξεπλύματος χρήματος. Οι πάροχοι τέτοιου είδους υπηρεσιών και οι αντίστοιχες εταιρείες, θα υποχρεώνονται σε καταχώρηση στο εκάστοτε επίσημο μητρώο της χώρα στην οποία δραστηριοποιούνται, και στη συμμόρφωση με όλα τα μέτρα της σχετικής νομοθεσίας, ξεκινώντας φυσικά από την απαραίτητη συλλογή στοιχείων για την πλήρη ταυτοποίηση των πελατών τους, όπως ακριβώς γίνεται με τις τράπεζες και άλλα πιστωτικά ιδρύματα πληρωμών ηλεκτρονικού χρήματος. Αντίστοιχα, οι πελάτες τους θα πρέπει να αποδίδουν τα απαραίτητα στοιχεία έτσι ώστε να είναι σε θέση να χρησιμοποιήσουν τις εν λόγω υπηρεσίες.
Σημαντική αλλαγή είναι και η έναρξη εποπτείας των συγκεκριμένων εταιρειών και παρόχων για την δραστηριοποίηση τους, από αρμόδια αρχή, όπως ακριβώς συμβαίνει με τα υπόλοιπα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, μέσω επιτόπιων ελέγχων και επιβολής κυρώσεων σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με την οδηγία. Οι έλεγχοι αυτοί θα έχουν να κάνουν τόσο με την σωστή εφαρμογή των βασικών υποχρεώσεων των εταιρειών, όσο και με τη συλλογή πρόσθετων στοιχείων, σε περίπτωση που συναλλαγές χαρακτηρίζονται ως «Υψηλού Κινδύνου», με σκοπό την υποβολή σχετικής αναφοράς προς την εκάστοτε Αρμόδια Αρχή.
Ακόμα, αλλαγές έρχονται και στους παρόχους υπηρεσιών θεματοφυλακής πορτοφολιών κρυπτονομισμάτων (webblockchainwalletholders), οι οποίοι επίσης χαρακτηρίζονται ως υπόχρεα πρόσωπα. Αυτές οι εταιρείες λειτουργούν ως μέσα αποθήκευσης υψηλών προδιαγραφών, για τους κατόχους κρυπτονομισμάτων, προσφέροντας τους ασφάλεια μέσω της χρήσης ιδιωτικών κλείδων, ενώ παράλληλα προσφέρουν και υπηρεσίες εντολών μεταφοράς προς ή από άλλων διευθύνσεων κρυπτονομισμάτων.
Εξάλλου, κοινά ανταλλακτήρια που προσφέρουν τέτοιου είδους υπηρεσίες, θα πρέπει να καταχωρηθούν στα αντίστοιχα Εθνικά Μητρώα, και να είναι σε θέση να πιστοποιούν τους πελάτες τους, εφαρμόζοντας τα μέτρα συμμόρφωσης με την Οδηγία.
Οι απλοί κάτοχoι κρυπτονομισμάτων, χρήστες δηλαδή οι οποίοι δεν χρησιμοποιούν τους ανωτέρω παρόχους ή μεσάζοντες υπηρεσιών, αλλά επιλέγουν είτε να ανταλλάσσουν τα κρυπτονομίσματα απευθείας με κάποιον ενδιαφερόμενο είτε απλά τηρούν τις ιδιωτικές τους κλείδες, δεν εντάσσονται στην εν λόγω οδηγία. Ωστόσο, η Οδηγία προβλέπει τη δημιουργία μίας βάσης Κεντρικού Μητρώου Κατόχων «Διευθύνσεων» Κρυπτονομισμάτων, στην οποία θα καταχωρούνται τα πλήρη στοιχεία των χρηστών σε αντιστοιχία με τη συγκεκριμένη ιδιωτική και δημόσια κλείδα του πορτοφολιού τους (WalletAddress). Σε αυτή τη Βάση, πρόσβαση θα έχουν οι Αρχές όπως ακριβώς συμβαίνει με την πρόσβαση που έχουν σήμερα στους τραπεζικούς λογαριασμούς μέσω του Συστήματος Μητρώου Τραπεζικών Λογαριασμών και Λογαριασμών Πληρωμών.