Πέρα από τις δημοσκοπήσεις, υπάρχει για την αξιωματική αντιπολίτευση και τον πρόεδρό της, η διαχείριση μιάς δύσκολης πραγματικότητας στο πλαίσιο της οποίας δεν διαθέτει πολλά συγκριτικά πλεονεκτήματα.
Τα καλά νέα των δημοσκοπήσεων είναι η μια όψη του νομίσματος για τη «Νέα Δημοκρατία» και τον πρόεδρό της. Όμως υπάρχει και η άλλη όψη, που είναι η σύνδεση του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης με την πραγματικότητα και τις μεγάλες προκλήσεις που αυτή η τελευταία αντιπροσωπεύει.
Του Αθ. Χ. Παπανδρόπουλου
Από την άποψη αυτή, μια σοβαρή πρόκληση για τον πρόεδρο της Ν.Δ. και τη δυνατότητά του να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση είναι να πείσει να ψηφισουν για τον ίδιο και το κόμμα του, αρκετοί από τους ψηφοφόρους που απέχουν και που συνειδητά δεν πάνε να ψηφίσουν. Οι περισσότεροι από αυτούς είναι νέοι, για τους οποίους η αποχή είναι μια …ξεκάθαρη. έκφραση διαμαρτυρίας.
Πώς λοιπόν μπορεί και θα έπρεπε να απευθυνθεί στους ψηφοφόρους αυτούς ο Κυριάκος Μητσοτάκης; Ιδού ένα ερώτημα για το οποίο μέχρι στιγμής δεν υπάρχει σοβαρή και φερέγγυα απάντηση.
Όμως οπως λένε οι πληροφορίες μας, βασική επιδίωξη του προέδρου της Ν.Δ., είναι η σωστή προσέγγιση του αναποφάσιστου ψηφοφόρου, δεδομένου ότι με βάση της δημοσκοπήσεις, ο αριθμός όσων δεν δηλώνουν προτίμηση στο ένα ή στο άλλο κόμμα είναι υψηλός και αρκετές φορές υψηλότερος και από τα ποσοστά του πρώτου κόμματος.
Πρόκειται για τη λεγόμενη κινούμενη άμμο που στο τέλος της μέρας καθαρίζει και το αποτέλεσμα των εκλογών. Στην προσπάθειά του αυτή, ο Κυρ. Μητσοτάκης θα βρει μπροστά του πολλά αγκάθια και οι σκληροί αντίπαλοί του θα παίξουν το χαρτί της προέλευσής του από «τζάκι».
Για να ξεπεράσει αυτά τα αγκάθια ο πρόεδρος της Ν.Δ. θα πρέπει πολύ σοβαρά και πειστικά να χρησιμοποιήσει το επιχείρημα της ολιγομελούς κυβέρνησης. Είναι ανάγκη να φωνάζει δυνατά την απόφασή του να αφήσει πίσω του το ολέθριο πελατειακό κράτος. Έχει ήδη δηλώσει ότι η κυβέρνηση του δεν θα έχει πάνω από 25 υπουργούς, θα υπάρξει όμως ενίσχυση αρμοδιοτήτων των γενικών γραμματέων. Επίσης, έχει κυκλοφορήσει ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν θα διστάσει να χρησιμοποιήσει σε κυβερνητικές θέσεις – κλειδιά και εξωκοινοβουλευτικά στελέχη που θεωρεί ότι έχουν κάθε δυνατότητα, θέληση και διάθεση να προσφέρουν.
Ταυτόχρονα μέσα στους σχεδιασμούς του συμπεριλαμβάνονται και άνθρωποι της αγοράς από τον ευρύτερο ιδιωτικό τομέα, που θεωρούνται καταξιωμένοι μάνατζερ και ικανοί στον επικοινωνιακό στίβο. Βεβαίως οι παλαιότεροι θυμούνται ότι ανάμεσα στους σχεδιασμούς των… πρώην πρωθυπουργών ήταν και τα ολιγομελή σχήματα. Η πρόσθεσή τους όμως αυτή, προσέκρουε μάλιστα στο αρνητικό κλίμα που δημιουργούσε.
Και είναι φυσικό, όταν πρωτοκλασάτα στελέχη και φιλόδοξοι πολιτικοί επιθυμούν να υπογραμμισθεί η προσφορά και η ικανότητά τους, με μια υπουργική καρέκλα. Υπό την έννοια αυτή και η πρόθεση του κ.Μητσοτάκη είναι… αγαθή, αλλά η πραγματοποίησή της απαιτεί πολύ συζήτηση και ζημώσεις.
Στο πεδίο του επηρεασμού ψηφοφόρων και από άλλους πολιτικούς χώρους, ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας έχει να αντιμετωπίσει τις επιθέσεις φιλίας του ΣΥΡΙΖΑ προς τους χώρους αυτούς αλλά και την προσπάθεια της Φώφης Γεννηματά να κρατήσει κάποια επιρροή στον κεντροαριστερό χώρο. Υπό τις συνθήκες αυτές, η προσπάθεια του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι εξαιρετικά μπλεγμένη, καθώς η δημαγωγία του Σύριζα την περίοδο 2012-2015 έχει αφήσει βαριά σημάδια.
Ακόμα χειρότερα όμως, αυτή η δημαγωγία, σήμερα έχει οδηγήσει στην τροφοδοσία της κοινωνίας με μίσος, ενα συναίσθημα που άκριτα χρησιμοποιείται ως απόλυτο εργαλείο εξουσίας. Είναι προφανές δε ότι οι εμπνευστές της τακτικής αυτής αγνοούν τα πάντα από την ιστορία
«….Ο διχασμός και η εργαλειοποίηση του μίσους στο πλαίσιο της πολιτικής αντιπαράθεσης γίνονται πάντοτε μπούμερανγκ. Μόνο όσοι δεν θέλουν να κυβερνήσουν και δεν αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο της αναγκαστικής απομυθοποίησης μπορούν να τα βγάλουν πέρα σε αυτό το παιχνίδι. Οι υπόλοιποι καβαλάνε το κύμα της οργής, έρχονται στην εξουσία και μετά βρίσκονται αντιμέτωποι με όσα καλλιέργησαν. Διέξοδος δεν υπάρχει από αυτόν τον φαύλο κύκλο.
Η ελληνική, όπως και οι περισσότερες δυτικές κοινωνίες, βιώνει μια περίοδο βίαιης προσαρμογής και μειούμενων προσδοκιών. Ας μη γελιόμαστε, θα υπάρχουν θετικές παρενθέσεις αλλά δύσκολα θα ξαναζήσουμε τις παλιές καλές μέρες μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ο επόμενος πρωθυπουργός θα χρειασθεί να ξεπεράσει τον εαυτό του, τα παραταξιακά πάθη και την κουλτούρα που θέλει την πολιτική ένα παιχνίδι που ό,τι χάνω εγώ το κερδίζεις εσύ. Δεν θα είναι εύκολο. Η σημερινή κυβέρνηση έχει κάνει ό,τι μπορεί για να δυναμιτίσει τη συνεννόηση και να κάψει τις γέφυρες. Σε άλλες εποχές υπήρχαν οι Μολυβιάτηδες και οι Λιβάνηδες που κρατούσαν ανοικτά παρασκηνιακά κανάλια. Τώρα δεν υπάρχει τίποτα.
Η χώρα δύσκολα θα ξεπεράσει τα αδιέξοδά της, αν δεν συνεννοηθούμε και δεν συμφωνήσουμε σε μερικές ριζικές αλλαγές. Πίσω από κλειστές πόρτες άλλωστε όλοι συμφωνούν στο τι πρέπει να γίνει για να εκσυγχρονισθεί το κράτος να θεραπευθούν οι παθογένειες της Δικαιοσύνης και να αντιμετωπισθούν τα προβλήματα των Ενόπλων Δυνάμεων. Διαφωνίες υπάρχουν και πρέπει να υπάρχουν. Δύσκολα όμως θα διαφωνήσουν στο δια ταύτα σοβαροί και έμπειροι άνθρωποι, ανεξάρτητα από το πού ανήκουν.
Ποιος είναι ο φόβος; Ένα κομμάτι του πληθυσμού να στραφεί σε ακόμη πιο ακραίες πολιτικές επιλογές. Οι υψηλοί τόνοι η άλογη σκανδαλολογία και η επίκληση θεωριών συνωμοσίας ωθούν απελπισμένους ψηφοφόρους σε απελπισμένες επιλογές. Χρειάζεται προσοχή.…..».
Αυτές τις σκέψεις έγραψε ο Αλέξης Παπαχελάς στην «Καθημερινή της Κυριακής» (24-2) και σίγουρα θέτει επί τάπητος ένα θέμα που δεν σηκώνει πολλές αναβολές.
Πολύ φοβούμεθα όμως ότι το κλίμα μίσους θα εντείνεται στο δρόμο προς τις εκλογές και η υπόθεση του Νίκου Γεωργιάδη αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα γραφής. Ένα δείγμα γραφής εξάλλου που κάποιοι υποτιμούν, χωρίς να σκέπτονται καν ότι όποιος σκάβει τον λάκκο του άλλου, υπάρχει κίνδυνος να πέσει και ο ίδιος μέσα.
Σε κάθε περίπτωση πάντως, ο Κυριάκος Μητσοτάκης το θέμα της λασπολογίας πρέπει να το προσέξει ιδιαίτερα. Έχει απέναντί του αδίστακτους λασπολόγους που δεν ορρωδουν μπροστά σε τίποτα. Εφαρμόζουν δε κατά γράμμα την τακτική του Γκαιμπελς, ρίχνε,και πάλι ριχνε λάσπη γιατί όλο και κάτι θα μείνει στο τέλος.
Αυτή η τακτική των αντιπάλων του ως στόχο έχει να αποτρέψει αναποφάσιστους ψηφοφόρους να πάνε προς την πλευρά της ΝΔ.
Γνωρίζουν οι διάφοροι αυλικοί του τωρινού πρωθυπουργού, ότι στην πορεία προς την προσεχή εθνική εκλογική αναμέτρηση, η δυνατότητα για περαιτέρω συσπείρωση της Νέας Δημοκρατίας δεν φαίνεται ορατή, αφού όλες οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι «έχει πιάσει ταβάνι».
Αντιθέτως, ορατός και δυνατός φαίνεται ο επηρεασμός – προσεταιρισμός ψηφοφόρων, από άλλα κόμματα. Κι αυτό αποτελεί έναν ακόμα στόχο του Μητσοτάκη, που οι αντίπαλοί του πρέπει με κάθε μέσο να σαμποτάρουν.
Είναι πολλά έτσι τα αγκάθια στην λεωφόρο της εξουσίας και ως εκ τούτου επιβάλλουν στον πρόεδρο της ΝΔ να βρίσκεται πιο κοντά και να ακούει τί λένε όσοι έχουν κάτι να πουν βέβαια.